ΑΘΗΝΑ
12:21
|
22.11.2024
Τα λεφτά στις ΗΠΑ πέφτουν από το ελικόπτερο, αλλά δεν φτάνουν στους πολλούς.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Πριν από περίπου δύο εβδομάδες οι ΗΠΑ υιοθέτησαν ένα ‘πακέτο’ 2,5 τρις δολαρίων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης του κορονοϊού. Η φρενίτιδα των χρηματιστηρίων ανέκτησε ένα μέρος των απωλειών που είχαν προηγηθεί, καθώς οι επενδυτές αισθάνθηκαν ότι ο κεϋνσιανισμός υπέρ του πολύ μεγάλου κεφαλαίου γίνεται πραγματικότητα. Ωστόσο οι τριγμοί (και κάτι παραπάνω) στον παγκόσμιο και στον αμερικανικό καπιταλισμό όχι μόνο δεν σταμάτησαν αλλά αντιθέτως εντείνονται.

Μέσα σε ένα περιβάλλον πύκνωσης των ιστορικά μοναδικών εξελίξεων, κάθε μία εκ των οποίων από μόνη της θα μπορούσε για εβδομάδες να κυριαρχεί στα δελτία ειδήσεων, έχει νόημα να σταθεί κανείς σε κάποια από τα εντυπωσιακά και καθόλου μονοσήμαντα γεγονότα, που λαμβάνουν χώρα στις ΗΠΑ: πρώτον, το γιγάντιο αυτό πακέτο χρηματοδότησης, αποδείχθηκε ανεπαρκές, ιδίως για τις μικρομεσαίες εταιρείες και επαγγελματίες, καθώς τα 349 δις. δολάρια που είχαν προβλεφθεί γα αυτήν την κοινωνική ομάδα εξαντλήθηκαν, με ένα μεγάλο μέρος από τους πιθανούς αποδέκτες να μη λαμβάνει καμία βοήθεια.

Με αυτό το δεδομένο – κι ενώ στην ουρά για το bail-out μπαίνουν ήδη οι πετρελαϊκές βιομηχανίες και οι τράπεζες – η κατά τα άλλα πολωμένη κομματική και πολιτική ζωή των ΗΠΑ βιώνει ιδιαίτερες στιγμές σύμπνοιας Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών. Ένα νέο πακέτο 484 δις. δολαρίων εκ των οποίων 320 δισ. θα κατευθυνθούν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις υιοθετήθηκε την Τρίτη.

Θα αποδειχθεί τελικά αρκετό; Πιθανότατα όχι. Το πάγωμα των οικονομιών συνδυαστικά με την αδυναμία διεθνούς συντονισμού και ρύθμισης από τη μια και με την εμμονική πίστη στη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία και σε μια γρήγορη ανάκαμψη σχήματος ‘V’ από τη βαθιά ύφεση έχουν ως αποτέλεσμα (και) στις ΗΠΑ να προχωρά τάχιστα η οικονομική καταστροφή, να δρουν οι κυβερνήσεις με χαρακτηριστική καθυστέρηση και το κόστος ανακούφισης των κοινωνικών τάξεων που κατεξοχήν πλήττονται να αυξάνεται.

Τα λεφτά πέφτουν από το ελικόπτερο αλλά και πάλι δεν φτάνουν για τους πολλούς, είτε αυτοί είναι οι πλέον υποβαθμισμένες κοινωνικές ομάδες, είτε τα μικρά και μεσαία αστικά στρώματα.

Σε αυτό το πλαίσιο οι ΗΠΑ μετατρέπονται ξανά σε παγκόσμιο πολιτικό εργαστήριο. Οι διαδηλώσεις κατά του lock down δεν αποτελούν κατά βάση εκδήλωση ενός νεοφιλελεύθερου ατομισμού, αλλά ένα συνδυασμό παραδοσιακής καχυποψίας στρωμάτων της ‘βαθιάς Αμερικής’ προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και νεώτερης καχυποψίας, εν πολλοίς με τροφοδότηση από διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, απέναντι σε στρώματα ειδικών, τα οποία δείχνουν να προσπαθούν ή και όντως κατορθώνουν να διαμορφώνουν τις πολιτικές επιλογές των κυβερνητικών ελίτ.

Πρόκειται όχι μόνο για αίσθηση αλλά εν πολλοίς και για πραγματικότητα: όντως, εν προκειμένω, ο ιατρικός κόσμος καθοδηγεί τις πολιτικές εξελίξεις άμεσα ή έμμεσα, στη βάση της πανδημίας, συνθήκη η οποία παρά τις υγειονομικές της ωφέλειες και τη βασιμότητά της, είναι από πολιτικής και δημοκρατικής άποψης προβληματική. Πράγματι ένα στρώμα ειδικών ασκεί δυσανάλογα μεγάλη επιρροή, σε αυτή τη φάση, επί του πολιτικού σώματος.

Η υγειονομική αναγκαιότητα και η βασιμότητα της άποψης της παγκόσμιας ιατρικής κοινότητας εν μέσω πανδημίας δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζει ως προς το ότι ο εν λόγω, δυσανάλογα βαρύνων ρόλος, είναι από πλευράς οποιασδήποτε εκδοχής δημοκρατίας και πολιτικού φιλελευθερισμού προβληματικός, τόσο επί της αρχής (μερική υποκατάσταση του πολιτικού σώματος) όσο και εν τέλει, με τρώση της ενοποιητικής-ολοποιητικής επάρκειας των κυβερνητικών επιλογών.

Ο εν λόγω προβληματισμός, βεβαίως, θα απασχολούσε ελαχίστους και μάλλον περιορισμένους στην ακαδημαϊκή κοινότητα αν δε συνδυαζόταν με το γεγονός ότι τα λεφτά δε φτάνουν (ούτε και) στις ΗΠΑ. Οι διαδηλώσεις φουντώνουν στο έδαφος της προαναφερθείσας διττής καχυποψίας, στην οποία ηγεμονεύει η δεξιά, αλλά η καύσιμη ύλη είναι η οικονομική κρίση και η έκταση που αυτή λαμβάνει.

Ο Τραμπ το θέτει με έναν υπεραπλουστευμένο αλλά εκλογικά ίσως καίριο τρόπο, προκειμένου να καλύψει τις ευθύνες του ως προς τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης: η οικονομική κρίση σκοτώνει επίσης. Ο στόχος του είναι προφανής: να φανεί επικεφαλής ενός αντί-συστημικού ρεύματος, ακόμα και ως πρόεδρος.

Φυσικά, ο ένοικος του Λευκού Οίκου εκκινώντας από μια ορθή παραδοχή (πράγματι και η καπιταλιστική κρίση σκοτώνει) χτίζει βολικές για τον ίδιο αλλά κίβδηλες αντιθέσεις: προστασία της υγείας – προστασία της εργασίας, ξένοι – ντόπιοι, Κίνα – ΗΠΑ. Δεν αγγίζει την πραγματική αντίθεση που αφορά από τη μια σε ένα προστατευτικό δίχτυ για όλους (και άρα αναδιανομή εισοδήματος) σε συνδυασμό με διεθνή συνεννόηση έναντι του νεοφιλελευθερισμού σε συνδυασμό με οικονομικό εθνικισμό από την άλλη. Αυτό όμως δεν είναι παράλογο ούτε για την επίσημη δεξιά εν γένει, ούτε για τον συγκεκριμένο πρόεδρο ειδικότερα.

Εκεί όμως όπου το αδιέξοδο ζωγραφίζεται ανάγλυφα είναι στους Δημοκρατικούς. Αφού πόνταραν στο “Russiagate”, απέκλεισαν για ακόμα μια φορά την υποψηφιότητα Σάντερς, υπέρ της συντηρητικής υποψηφιότητας Μπάιντεν. Την ώρα που η αριστερή σοσιαλδημοκρατία του Σάντερς καθίσταται τουλάχιστον επίκαιρη, οι Δημοκρατικοί προχωρούν με μια ηγεσία που στην οικονομική πολιτική αδυνατεί να διαφοροποιηθεί ουσιαστικά από τους Ρεπουμπλικανούς, ενώ σε ό,τι αφορά τα ζητήματα διεθνούς συνεργασίας πλειοδοτεί σε αντί-Ρωσισμό και σταδιακά σε Σινο-φοβία.

Μένει ανοιχτός ο χώρος λοιπόν για (τουλάχιστον πρόσκαιρη) δεξιά ηγεμονία επί κοινωνικών στρωμάτων, τα οποία πριν καλά-καλά βγουν από την προηγούμενη καπιταλιστική κρίση μπαίνουν στην επομένη. Οι ΗΠΑ γίνονται πολιτικό εργαστήριο εν αναμονή της άφιξης του τσουνάμι και στις ευρωπαϊκές ακτές. Αποδεικνύουν ότι η κοινωνική πειθάρχηση προϋποθέτει και κοινωνική ασφάλεια. Αλλιώς νέα ρήγματα θα ανοίξουν στα θεμέλια των δυτικών κοινοβουλευτισμών.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα