Η ΑΡΣΙΣ – Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων, υπέβαλε υπόμνημα, απευθύνοντας έκκληση προς την ελληνική Πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς να μην αφήσουν σε επ’ αόριστον ‘καραντίνα’ στα κρατητήρια τους δεκάδες ασυνόδευτους ανήλικους που βρίσκονται σε καθεστώς προστατευτικής φύλαξης και να συνδράμουν στην άμεση διαμόρφωση των κατάλληλων προϋποθέσεων προκειμένου να τοποθετηθούν το συντομότερο σε ασφαλείς δομές φιλοξενίας.
Σύμφωνα με την οργάνωση, τα μέτρα προστασίας από την πανδημία του κορονοϊού έχουν προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες, στο ήδη προβληματικό καθεστώς προστατευτικής φύλαξης των ασυνόδευτων ανηλίκων στα κρατητήρια των αστυνομικών τμημάτων της χώρας.
Από τη στιγμή που εφαρμόστηκαν τα μέτρα, οι αρμόδιες οργανώσεις αποφάσισαν την αναστολή των τοποθετήσεων στις περισσότερες δομές φιλοξενίας ασυνόδευτων παιδιών, ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος μετάδοσης του κορονοϊού.
Ωστόσο, αν και το προστατευτικό αυτό μέτρο εφαρμόστηκε με κριτήριο το βέλτιστο συμφέρον των παιδιών που ήδη φιλοξενούνται σε δομές, έχει συγχρόνως ως αποτέλεσμα το συνωστισμό ασυνόδευτων ανηλίκων σε χώρους κράτησης, όπου πραγματοποιείται προστατευτική φύλαξη.
Συγκεκριμένα, στη Βόρεια Ελλάδα, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία βρίσκονται συνολικά 63 ασυνόδευτοι ανήλικοι σε καθεστώς προστατευτικής φύλαξης, εκ των οποίων 47 στα κρατητήρια της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης, 15 στο Τμήμα Διαχείρισης Μετανάστευσης Μυγδονίας και ένας στο Τμήμα Διαχείρισης Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης στο Κορδελιό, ενώ σε όλη την Ελλάδα ο αριθμός των ασυνόδευτων παιδιών σε προστατευτική φύλαξη είναι 331 και όσο η κατάσταση παραμένει η ίδια, αναμένεται ο αριθμός αυτός να αυξηθεί σημαντικά.
Οι συνθήκες διαβίωσης των ασυνόδευτων ανηλίκων σε καθεστώς προστατευτικής φύλαξης στα κρατητήρια αστυνομικών τμημάτων εξαρχής δεν πληρούσαν τις απαραίτητες προϋποθέσεις υγιεινής. Το γεγονός αυτό καθίσταται ακόμη πιο ανησυχητικό σε συνθήκες πανδημίας, η οποία απαιτεί τη συστηματική τήρηση των βασικών κανόνων υγιεινής, αλλά αυτό δεν μπορεί να είναι εφικτό εντός των χώρων κράτησης.
Η ΑΡΣΙΣ επισημαίνει πως οι επιπτώσεις στον ψυχισμό των ανηλίκων εξαιτίας του παρατεταμένου εγκλεισμού είναι επιβλαβείς και καταστροφικές. Υπάρχουν ανήλικοι που βρίσκονται σε καθεστώς προστατευτικής φύλαξης από τις 22 Ιανουαρίου, επί 90 ολόκληρες ημέρες, οι οποίοι δεν προβλέπεται να εξέλθουν σύντομα.
Τα ασυνόδευτα παιδιά, τα οποία σε κάθε περίπτωση αποτελούν εξαιρετικά ευάλωτη ομάδα, και πριν τη σημερινή δυσχερή συνθήκη λόγω της πανδημίας έμεναν μέχρι και δύο μήνες σε κράτηση στα αστυνομικά τμήματα μέχρι να τοποθετηθούν σε δομές φιλοξενίας. Στην παρούσα κατάσταση, θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα εγκλεισμού, ενώ και τα κρατητήρια στα αστυνομικά τμήματα σύντομα θα εξαντλήσουν την χωρητικότητα τους, κάνοντας έτσι χειρότερες τις ήδη πολύ κακές συνθήκες κράτησης.
Ήδη πριν την εφαρμογή των μέτρων και την αναστολή των επισκέψεων μας στα κρατητήρια ήρθαμε σε επαφή με ανηλίκους οι οποίοι εμφάνιζαν σοβαρές ψυχολογικές και ψυχιατρικές δυσκολίες, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, συμπτώματα έντονου στρες και είχαν ανάγκη για ψυχιατρική παρακολούθηση.
Σε κάθε περίπτωση για την ΑΡΣΙΣ, το διακύβευμα είναι η οριστική κατάργηση της κράτησης ανηλίκων σε αστυνομικά τμήματα και κέντρα κράτησης (και όχι η επ’αόριστον επιμήκυνσή της όπως προκύπτει σήμερα), η οποία με διαδοχικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει χαρακτηριστεί ως παράνομη και εξευτελιστική μεταχείριση.
Ειδικότερα η ΑΡΣΙΣ στο υπόμνημά της προς την ελληνική Πολιτεία προτείνει:
- Να συστηματοποιηθεί η διενέργεια τεστ για τον κορονοϊό Covid-19 και στους ασυνόδευτους ανηλίκους, καθώς και τακτικών εξετάσεων για μεταδοτικά νοσήματα (ψώρα, φυματίωση), οι οποίες προαπαιτούνται για την τοποθέτηση σε δομές φιλοξενίας, αλλά και των λοιπών εξετάσεων (ψυχιατρικών, παθολογικών κ.ά.), όταν προκύπτουν κατά περίπτωση στη διάρκεια της προστατευτικής φύλαξης.
- Να προβλεφθεί η δημιουργία μεταβατικών δομών ή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων ώστε οι ανήλικοι να τίθενται σε μία μορφή καραντίνας πριν την τοποθέτηση τους.
- Σε κάθε περίπτωση, να υπάρξει μέριμνα από την Πολιτεία για τις ιδιαίτερα ευάλωτες περιπτώσεις παιδιών (παιδιά με δυσκολίες ψυχικής υγείας, πρόσφατη τραυματική εμπειρία, νεαρό ηλικίας). Θεωρούμε κρίσιμο οι περιπτώσεις αυτές να αποτελέσουν προτεραιότητα στην προσπάθεια υποστήριξης των ασυνόδευτων ανηλίκων ως ακριβώς αυτές που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο στην παρούσα φάση.