Τα ζητήματα που θέτει η επαπειλούμενη προσάρτηση Παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ, παρουσιάζει η Ουάσιγκτον Ποστ σε εκτενή ανάλυση.
Η πανδημία του κορονοϊού έδωσε την ευκαιρία στον Μπενιαμίν Νετανιάχου να μεταθέσει για το μέλλον τα σύννεφα της δίκης του για διαφθορά, ενώ υποχρέωσε τον Μπένι Γκαντζ να συρθεί σε μια κυβέρνηση συνασπισμού, την 35η της χώρας.
Ο πολύπλοκος και εύθραυστός συνασπισμός δεν εμπνέει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη, και σίγουρα έχει βλάψει την εικόνα του Γκαντζ. Αλλά η αληθινή δοκιμασία θα είναι η προσάρτηση των παράνομων εποικισμών επί των παλαιστινιακών εδαφών.
Η προσάρτηση συμπεριληφθηκε στην προγραμματική συμφωνία Νετανιάχου-Γκαντζ, αλλά πολλοί ακόμα και εντός του ισραηλινού κατεστημένου εκφράζουν αμφιβολίες, ακόμα και φόβους, για τι θα επιφυλάξει η επόμενη μέρα της εφαρμογής της.
Σε επιστολή τους 220 πρώην υψηλόβαθμα στελέχη του στρατού και των υπηρεσιών ασφαλείας επισημαίνουν πως η προσάρτηση πιθανότατα θα οδηγήσει σε κατάρρευση της Παλαιστινιακής Αρχής και των μηχανισμών καταστολής. Αυτόματα θα εγερθεί ζήτημα ανάληψης του ελέγχου ολόκληρης της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ.
Σε αυτή την περίπτωση το Ισραήλ θα πρέπει να διαλέξει τι θέλει να είναι: κράτος μόνο για Εβραίους ή κράτος με δημοκρατικές αρχές.
Αν και ο Γκαντζ δεν είναι ενθουσισμένος με την ιδέα της προσάρτησης, είναι απίθανο αν προκαλέσει την πτώση της κυβέρνησης τώρα. Μπορεί όμως να κωλυσιεργήσει την έτσι κι αλλιώς χρονοβόρα διαδικασία της προσάρτησης. Ώστε αν τον Νοέμβριο οι αμερικανικές εκλογές οδηγήσουν εκτός Λευκού Οίκου τον καλύτερο σύμμαχο του Νετανιάχου, να έχει το πεδίο ελεύθερο.
Η εξ αριστερών κριτική λέει πως τέτοιοι τακτικισμοί είναι ανώφελοι. Ο Τραμπ πάτησε στα βήματα των προηγούμενων προέδρων, οι οποίοι ποτέ δεν εμπόδισαν την επέκταση των εποικισμών. Η αμερικανική πλευρά στην καλύτερη περίπτωση εξαντλεί την παρέμβασή της στην παροχή μιας ακόμα τελευταίας ευκαιρίας, ως την επόμενη.