Θεωρείται κοινός τόπος στη χώρα μας η αντίληψη ότι ο Αύγουστος είναι μήνας χαλάρωσης για τους εκπαιδευτικούς. Ίσως και να εκφράζει μια παλιότερη πραγματικότητα, αλλά τα τελευταία χρόνια και ειδικότερα φέτος, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Την περασμένη πενταετία, ο Αύγουστος ήταν ο μήνας κατά τον οποίο δεκάδες χιλιάδες υποψήφιων αναπληρωτών εκπαιδευτικών δήλωσαν τις περιοχές προτίμησης τους για την επόμενη χρονιά. Φέτος το θερμόμετρο του ενδιαφέροντος στον κλάδο έχει ήδη πάρει φωτιά καθώς έχουμε αρκετά γεγονότα που τον απασχολούν ιδιαίτερα.
Ξεκινώντας, έχουμε την πρόθεση της κυβέρνησης να λήξει εσπευσμένα την κατανομή του εκπαιδευτικού προσωπικού στα σχολεία. Αν και φαίνεται λογικό αυτή η διαδικασία να γίνεται νωρίς, στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι. Δεν είναι, γιατί εκκρεμεί ακόμη η κατανομή των μαθητών στα σχολεία. Η εκκρεμότητα αυτή μεταφράζεται στο ότι δεν υπάρχει εκτίμηση για τον αριθμό των σχολικών τμημάτων κι επομένως να είναι έωλος ο αριθμός των εκπαιδευτικών που θα χρειασθούν για να καλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες. Θεωρείται κοινοτοπία ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς ότι ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να έχει κρίσιμο ρόλο σε αυτές τις αποφάσεις, ακριβώς γιατί η ματιά του είναι περισσότερο παιδαγωγική και λιγότερο τεχνοκρατική.
Τα καινούρια ρούχα του βασιλιά [του πρώην Υπουργού]
Στη συνέχεια, έχουμε την αλλαγή των πινάκων κατάταξης αναπληρωτών / διορισμών, με την εφαρμογή του προσοντολογίου Γαβρόγλου για πρώτη φορά από την ψήφιση του νόμου, ο οποίος έγινε τον Γενάρη του 2019. Ήδη έχουν δημοσιευτεί οι πίνακες κατάταξης για την Ειδική Αγωγή καθώς και οι πίνακες Γενικής Παιδείας για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση που αφορούν τις ειδικότητες των δασκάλων, των νηπιαγωγών, και των δασκάλων των μειονοτικών σχολείων. Αναμένεται το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου η δημοσίευση των τελικών πινάκων για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Από τους πρόσφατα δημοσιευμένους πίνακες φαίνεται ότι η εφαρμογή του προσοντολογίου έφερε μεγάλες ανακατατάξεις, οι οποίες οφείλονται στους εξής παράγοντες:
Α. Τεράστια υποβάθμιση της εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας συνολικά. Είναι εντυπωσιακό αφού σε δεκάδες χώρες του κόσμου, αλλά και στην ελληνική κοινωνία, η εμπειρία πάνω στο αντικείμενο εργασίας θεωρείται το “Αγιο Δισκοπότηρο” των προσόντων. Πόσο μάλλον όταν η προηγούμενη κυβέρνηση εισήγαγε στο πρόγραμμα σπουδών των ΕΠΑΛ την μαθητεία. Για να δείξει εμφατικά το πόσο σημαντική είναι η απόκτηση εργασιακής εμπειρίας, έβαλε σαν προϋπόθεση του να έχεις μαθητεύσει για να πάρεις τον αντίστοιχο τίτλο. Είναι επίσης φανερό ότι η πρακτική άσκηση σαν καθεστώς εργασίας γενικεύεται. Η αλήθεια είναι ότι αυτές οι μορφές απασχόλησης γενικεύονται γιατί ‘παρακάμπτουν’ όλο το φάσμα των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Ακόμη κι ο ΟΟΣΑ –που καθορίζει κατ’ ουσίαν σε σημαντικό βαθμό τις εκπαιδευτικές πολιτικές – στις εκθέσεις του για την εκπαίδευση στην χώρα μας παρατηρεί ότι οι εκπαιδευτικοί με μεγάλη προϋπηρεσία θα έπρεπε να αξιοποιηθούν περισσότερο καθώς “η αξία των πιο έμπειρων εκπαιδευτικών χάνεται”. Η μεγάλη προϋπηρεσία θεωρείται χρυσάφι γενικά για τους εργαζόμενους εκτός απ’ τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς. Άνθρακες ο θησαυρός λοιπόν.
Β. Είσοδο με πολύ μεγάλη βαρύτητα των λεγόμενων ακαδημαϊκών κριτηρίων όπως βαθμός πτυχίου, μεταπτυχιακά, διδακτορικά, σεμινάρια, γνώση ξένων γλωσσών, κατοχή δεύτερου πτυχίου. Οι κακές γλώσσες λένε ότι το Υπουργείο Παιδείας επί ΣΥΡΙΖΑ υλοποίησε τον πόθο αρκετών προηγούμενων κυβερνήσεων, αυτόν της λεγόμενης “αυτοχρηματοδότησης” των ΑΕΙ. Αν κρίνουμε από το ότι η κατόπινη κυβέρνηση της ΝΔ εφάρμοσε τον νόμο απαρέγκλιτα μάλλον αυτές οι φωνές δικαιώνονται. Όπως ήταν φυσικό, από την δημοσίευση του νομοσχεδίου ακόμα, τον Δεκέμβριο του 2018, σεμινάρια, , μεταπτυχιακά, αμφιβόλου προελεύσεως η / και αναγκαιότητας ύπαρξης ενδημούν στα ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, με το απαραίτητο αντίτιμο φυσικά. Οι παροικούντες της εκπαιδευτικής Ιερουσαλήμ από την άλλη θεωρούν απολύτως παράλογο ένας άνθρωπος ο οποίος πχ ολοκλήρωσε το διδακτορικό του πάνω στο DNA του γένους Anopheles –δηλαδή των κουνουπιών που μας ταλαιπωρούν αυτές τις μέρες – να έχει προτεραιότητα σαν βιολόγος στην τοποθέτησή του στο Δημόσιο σχολείο έναντι κάποιου που για τέσσερα ολόκληρα χρόνια από την θέση του αναπληρωτή προσέφερε τις υπηρεσίες του διδάσκοντας πχ μέχρι και σε 621(!) διαφορετικά παιδιά την εβδομάδα.
Γ. Τερματισμός της απόλυτης πρόταξης ή της ιδιαίτερης μεταχείρισης διάφορων κοινωνικών ομάδων και επιδότηση αυτών μέσω μορίων. Για τις συγκεκριμένες ομάδες πρόκειται για μεγάλη υποβάθμιση.
Δ. Διάφοροι άλλοι όπως, η αναγνώριση της προϋπηρεσίας από την Γενική στην Ειδική Αγωγή ενώ πριν ίσχυε μόνο το ανάποδο, ο τερματισμός διπλής μοριοδότησης των δυσπρόσιτων και για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση ειδικά, η διαγραφή των μορίων από τους γραπτούς διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ.
Φως στο τούνελ;
Συνεχίζοντας έχουμε το σημαντικότερο: Τον τερματισμό του καθεστώτος σχεδόν απόλυτης αδιοριστίας που για σχεδόν 12 (δώδεκα!) χρόνια βασίλευε στη Δημόσια Εκπαίδευση με αιτία – ή μήπως αφορμή(;)- τα μνημόνια και το καθεστώς δημοσιονομικής πειθαρχίας που ίσχυαν στην χώρα. Κι εδώ τα νούμερα και τα παραδείγματα είναι αν μη τι άλλο αμείλικτα. Στην υπόθεση ότι ο Νόαμ Τσόμσκυ είχε ελληνική υπηκοότητα και αποφάσιζε από το 2009 και μετά να δουλέψει με μη επισφαλή σύμβαση εργασίας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα, δεν υπήρχε κανένας απολύτως τρόπος για να το κατορθώσει!
Συνολικά την δεκαετία 2010 – 2020 σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είχαμε ούτε λίγο ούτε πολύ 39.595 αποχωρήσεις, με ελάχιστες ουσιαστικά αντικαταστάσεις όπως έχει προαναφερθεί. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές οι 3.459 συνάδελφοι και συναδέλφισσες που βρίσκονται στους κύριους πίνακες της Ειδικής Αγωγής με τις προκηρύξεις 3ΕΑ/2019 και 4ΕΑ/2019 βλέπουν την τοποθέτηση τους σε περιοχές ανά την επικράτεια στις οποίες διορίστηκαν μόνιμα. Η κυβέρνηση μάλιστα έχει δεσμευτεί για τη μονιμοποίηση 10.500 ακόμη εκπαιδευτικών το επόμενο διάστημα στην Γενική Εκπαίδευση με τους “κλειδωμένους” πίνακες που θα δημοσιευτούν οσονούπω. Είναι προφανές ότι ακόμα κι αν υλοποιηθεί το μέγιστο των υποσχέσεων της κυβέρνησης το καθεστώς αδιοριστίας δεν θα ανατραπεί καθώς το ισοζύγιο αποχωρήσεων/ προσλήψεων είναι συντριπτικό. Εδώ χρειάζεται να αναφέρουμε ότι τα κενά εκπαιδευτικών έχουν φτάσει σε τέτοια μεγέθη, ώστε στην αρχή της χρονιάς σε πάρα πολλά δυσπρόσιτα σχολεία -κυρίως στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση- δεν υπάρχει έστω ένας εκπαιδευτικός για να ανοίξει το σχολείο την 1η Σεπτεμβρίου!
Αυτά τα σχολεία καλύπτονται πλέον στο 100 % του προσωπικού τους από αναπληρωτές. Άμεσο απότοκο του παραπάνω είναι οι συγκεκριμένες σχολικές μονάδες να αδυνατούν να βάλουν στρατηγικό προσανατολισμό για μακροπρόθεσμους εκπαιδευτικούς, γνωσιακούς, κοινωνικούς στόχους όταν μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις εξαιτίας της ιδιαιτερότητας της τοποθεσίας του σχολείου αυτό είναι εξαιρετικά απαραίτητο.
Ανακεφαλαιώνοντας, στο καλύτερο δυνατό υποθετικό σενάριο λοιπόν θα έχουμε από το 2010 έως τα τέλη του 2021, 35.595 αποχωρήσεις συν όσες γίνουν τον Ιούνιο του 2021 μείον 15.000, καταλήγουμε σε πάνω από 20.000 κενά εκπαιδευτικών. Για να υπάρχει πλήρη εικόνα του τοπίου οι αιτήσεις για συνταξιοδότηση τα επόμενα χρόνια αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά. Το Υπουργείο Παιδείας γνωρίζει αυτή την εξέλιξη και φαίνεται να περνάει σε ‘αντίμετρα’ όπως για παράδειγμα την αύξηση των μαθητών σε νηπιαγωγείο και δημοτικό από τα 22 σε 25 παιδιά ανά τμήμα. Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε η συγκεκριμένη κίνηση καθώς αφενός δυσχεράνει την κάλυψη των γνωσιακών, μαθησιακών κενών της ταραχώδους σχολικής χρονιάς 2019 – 2020 και μάλιστα στις μικρότερες τάξεις που είναι πολύ σημαντικές για τα παιδιά, αφετέρου είναι κόντρα στην λογική μείωσης του συγχρωτισμού σε κλειστούς χώρους ώστε να υπάρξει καλύτερη προφύλαξη από την επιδημία του κορονοιού.
Οι διορισμοί εκπαιδευτικών μπορούν να φαλιρίσουν την χώρα;
Το (νεοφιλελέυθερο) επιχείρημα φαίνεται προφανές: Γλυτώναμε χρήματα ως χώρα από τον μη διορισμό μόνιμου προσωπικού και καλύπτοντας τα κενά με ελαστικές σχέσεις εργασίας την τελευταία δεκαετία. Γιατί να γίνουν μόνιμοι διορισμοί τώρα που στον ορίζοντα φαίνεται ξανά μια νέα οικονομική κρίση; Εδω πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπήρχε πλήρη κάλυψη όλων των κενών σε όλες τις σχολικές μονάδες της ελληνικής επικράτειας από την 1η Σεπτεμβρίου. Το ότι καλύπτονται τα κενά από διορισμούς αναπληρωτών δεν σημαίνει ότι καλύπτονται πλήρως και εγκαίρως. Ούτε λίγο ούτε πολύ, τη σχολική χρονιά 2019 – 2020 και πριν η κυβέρνηση αποφασίσει το κλείσιμο των σχολείων στις 10 Μαρτίου χάθηκαν περίπου 1.960.000 διδακτικές ώρες μιας και η κάλυψη των κενών έγινε σταδιακά σε 10 φάσεις από τις 5-09-2019 έως τις 28-02-2020.
Αφήνοντας κατά μέρος το ουσιαστικό κομμάτι από το παρόν κείμενο, δηλαδή το γνωσιακό, παιδαγωγικό, κοινωνικό κεφάλαιο που χάνεται σαν αντίκτυπο της ελαστικής εργασίας γιατί χρήζει ξεχωριστής ανάλυσης κι επομένως και ξεχωριστού κειμένου, θα εστιάσουμε αυστηρά στο δημοσιονομικό κομμάτι της υπόθεσης, δηλαδή στο κόστος μονιμοποίησης ενός αναπληρωτή. Από την μελέτη των μισθολογικών δεδομένων των 3.451 διοριστέων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης από τους πίνακες κατάταξης προκύπτουν τα παρακάτω:
Πίνακας 1, Αναπληρωτές
Αριθμός ατόμων | Μισθολογικό κλιμάκιο | Μισθός στο χέρι / μήνα | Κρατική δαπάνη / έτος | Ετήσια δαπάνη πολλαπλασιασμένη με τον αριθμό των εκπαιδευτικών |
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ | ||||
6 | ΜΚ1 | 867,42 | 14.119,32 | 84.715,92 |
62 | ΜΚ2 | 905,73 | 14.817,48 | 918.683,8 |
179 | ΜΚ3 | 943,88 | 15.515,64 | 2.777.300 |
898 | ΜΚ4 | 981,11 | 16.213,71 | 14.559.912 |
1363 | ΜΚ5 | 1.018,35 | 16.911,78 | 23.050.756 |
536 | ΜΚ6 | 1.055,58 | 17.610,03 | 9.438.976 |
322 | ΜΚ7 | 1.092,81 | 18.308,28 | 5.895.266 |
24 | ΜΚ8 | 1.130,04 | 19.006,35 | 456.152,4 |
37 | ΜΚ9 | 1.167,27 | 19.704,96 | 729.083,5 |
15 | ΜΚ10 | 1.204,49 | 20.402,67 | 306.040,1 |
9 | ΜΚ11 | 1.241,72 | 21.037,83 | 189.340,5 |
Σύνολο: 3451 | Σύνολο: 58.406.226 |
Πίνακας 2, Μόνιμοι
Αριθμός ατόμων | Μισθολογικό κλιμάκιο | Μισθός στο χέρι / μήνα | Κρατική δαπάνη / έτος | Ετήσια δαπάνη πολλαπλασιασμένη με τον αριθμό των εκπαιδευτικών |
ΜΟΝΙΜΟΙ | ||||
6 | ΜΚ1 | 717 | 15.436,51 | 92.619,06 |
62 | ΜΚ2 | 808 | 15.436,51 | 957.063,6 |
179 | ΜΚ3 | 841 | 16.270,54 | 2.912.427 |
898 | ΜΚ4 | 876 | 17.104,56 | 15.359.895 |
1363 | ΜΚ5 | 911 | 17.938,58 | 24.450.285 |
536 | ΜΚ6 | 946 | 18.772,61 | 10.062.119 |
322 | ΜΚ7 | 980 | 19.606 | 6.313.132 |
24 | ΜΚ8 | 1.014 | 20.440,66 | 490.575,8 |
37 | ΜΚ9 | 1.048 | 21.274,68 | 787.163,2 |
15 | ΜΚ10 | 1.082 | 22.108,7 | 331.630,5 |
9 | ΜΚ11 | 1.116 | 22942,73 | 206.484,6 |
Σύνολο: 3451 | Σύνολο: 61.963.394 |
Και οι δύο πίνακες αναφέρονται στα ίδια άτομα και ακολουθούν τα μισθολογικά δεδομένα του 2019. Όπως φαίνεται, η συνολική κρατική δαπάνη ανά έτος πέρυσι για αυτούς τους συναδέλφους που ήταν αναπληρωτές ήταν 58.406.226. Στο υποθετικό σενάριο που τους προσλάμβαναν σαν μόνιμους πέρυσι – για να συγκρίνουμε ίδιες χρονιές –η συνολική κρατική δαπάνη είναι 61.963.394 ευρώ. Η αφαίρεση αυτών των ποσών μας δίνει το ποσό των 3.557.168 ευρώ που είναι το πραγματικό κόστος μονιμοποίησης. Για όσους προσέχουν την κατανομή διάφορων κρατικών δαπανών καταλαβαίνουν ότι τέτοια ποσά είναι αστεία όταν μάλιστα αναφέρονται σε μισθολογικά τόσων χιλιάδων εργαζομένων.
Κατ’ αναλογία μπορούμε να υποθέσουμε ότι το κόστος μονιμοποίησης των 10.500 που έχουν εξαγγελθεί είναι περίπου 10.823.000 ευρώ. Το επιχείρημα ότι με τις μορφές ελαστικής εργασίας μπορούν να εξασφαλίζονται πόροι από ευρωπαϊκά κονδύλια πχ ΕΣΠΑ είναι αδύναμο και αυτό φαίνεται από τις πράξεις των τελευταίων δύο ελληνικών κυβερνήσεων. Αν ίσχυε το παραπάνω επιχείρημα, γιατί οι πρώτοι διορισμοί γίνονται στην Ειδική Αγωγή δηλαδή σε προγράμματα εκπαίδευσης που σχεδόν εξ ολοκλήρου χρηματοδοτούνται απ’ το ΕΣΠΑ κι όχι στην Γενική Αγωγή που χρηματοδοτικά τροφοδοτείται και από τον κρατικό προϋπολογισμό;
Ας ξαναγυρίσουμε όμως λίγο πιο πίσω. Γιατί επιτείνεται η ελαστική εργασία στην εκπαίδευση με την πάροδο των χρόνων; Το ερώτημα είναι σύνθετο και σίγουρα δεν απαντιέται με το απλοϊκό “δεν έχουμε λεφτά”. Προιοκονομόντας μια συζήτηση που φαίνεται να κυριαρχείται από το μισθολογικό και μόνο θα ριψοκινδυνέχουμε την εκτίμηση – που χρήζει περαιτέρω ανάλυσης – ότι η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο καθεστώς του μόνιμου και του αναπληρωτή δεν είναι οι απολαβές αλλά διάφορα άλλα εργασιακά δικαιώματα, όπως πχ οι άδειες. Από άποψη χρημάτων σημαντική διαφορά έχουμε στο πόσο γρήγορα αλλάζει ένας εργαζόμενος Μισθολογικό Κλιμάκιο.
Η εκπαιδευτική θερινή ραστώνη βαδίζει προς το τέλος της. Μετά το καλοκαίρι ακολουθεί το φθινόπωρο παρόλα αυτά τα ζητήματα στην εκπαίδευση θα παραμείνουν πολλά και καυτά. Εφαρμογή της διαδικασίας της αξιολόγησης, παρουσίαση του νέου συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια και της τράπεζας θεμάτων, εφαρμογή μέτρων για προστασία από την πανδημία στα σχολεία είναι λίγα από αυτά. Για να δούμε τι έχουμε μπροστά μας.