Να μεταφερθούν άμεσα σε ασφαλείς συνθήκες τα ασυνόδευτα παιδιά που βρίσκονται σε κελιά της αστυνομίας, ζητάει από την κυβέρνηση, η ΜΚΟ, “Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων” (Human Rights Watch).
Η επιστολή που απέστειλε στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, αναφέρει πως ως τις 30 Απριλίου, υπολογίζεται ότι 276 παιδιά βρίσκονταν σε προστατευτική φύλαξη σε αστυνομικά τμήματα, αναμένοντας τη μετακίνησή τους σε δομές φιλοξενίας.
Ο εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης, Κένεθ Ροθ, τονίζει ότι με τον πρόσφατο νόμο για το άσυλο, η μείωση του χρόνου που ένα ασυνόδευτο παιδί μπορεί να κρατηθεί σε προστατευτική φύλαξη, από 45 ημέρες σε 25, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Να σημειωθεί πως υπό το προβληματικό καθεστώς προστατευτικής φύλαξης στην Ελλάδα, εκατοντάδες ασυνόδευτοι ανήλικοι βρίσκονταν σε επ’ αόριστον ‘καραντίνα’ στα κρατητήρια των αστυνομικών τμημάτων της χώρας.
Τα ασυνόδευτα παιδιά, τα οποία σε κάθε περίπτωση αποτελούν εξαιρετικά ευάλωτη ομάδα, και πριν τη σημερινή δυσχερή συνθήκη λόγω της πανδημίας έμεναν μέχρι και δύο μήνες σε κράτηση στα αστυνομικά τμήματα μέχρι να τοποθετηθούν σε δομές φιλοξενίας.
Οι συνθήκες στους χώρους κράτησης ασυνόδευτων ανηλίκων θέτουν σε κίνδυνο την ψυχική και σωματική τους υγεία. “Κατά την περίοδο αυτή, η διάρκεια της κράτησης των ανηλίκων έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο κι έχει φτάσει τις 100 μέρες, λόγω της αδυναμίας των δομών φιλοξενίας να υποδεχθούν ασυνόδευτους ανήλικους, αλλά και επειδή δεν έχει εξευρεθεί κάποια εναλλακτική λύση για την ουσιαστική αποσυμφόρηση των χώρων ‘προστατευτικής φύλαξης”, επισημαίνει η ΜΚΟ ΑΡΣΙΣ.
Ο Κένεθ Ροθ, εκφράζει την ανησυχία ότι ο νέος νόμος “εξακολουθεί να παραβιάζει τις υποχρεώσεις της Ελλάδας βάσει του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα, σύμφωνα με το οποίο η προστατευτική κράτηση ασυνόδευτων παιδιών δεν είναι ποτέ δικαιολογημένη”.
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζητάει την άμεση μεταφορά των ασυνόδευτων παιδιών, ειδικά εν μέσω πανδημιας, σε ανοιχτές δομές με αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, όπου τα παιδιά θα μπορούν να λάβουν φροντίδα και να έχουν πρόσβαση σε νομική συμβουλευτική και άλλες βασικές υπηρεσίες.