Με αφετηρία το 2006 και ένα άρθρο για τη Νέα Ορλεάνη ένα έτος μετά την Κατρίνα, σκαρώσαμε με την Λαμπρινή Θωμά, ως δημοσιογραφικό/φωτογραφικό δίδυμο αλλά και λάτρεις των μπλουζ και των road trips, μια σειρά από περιηγήσεις στις αχανείς λεωφόρους της δικής μας κοντινής Αμερικής.
Αδυναμία μας, από το πρώτο εκείνο ταξίδι, ο νότος ― του βαμβακιού και των μπλουζ, της σκλαβιάς και της απελευθέρωσης. Με αφορμή τα τεκταινόμενα στις ΗΠΑ, δημοσιεύω εδώ μια σειρά από βινιέτες από τη ζωή στις νότιες πολιτείες ― Λουιζιάνα, Μισσισσιππής, Άρκανσο, Τένεσι, και ειδικά στις μικρές, αφημένες στη μοίρα τους, μαύρες κοινότητες.
Εγκαταλελειμμένο σπίτι στη Νέα Ορλεάνη, ένα χρόνο μετά την Κατρίνα. Οι φτωχές μαύρες κοινότητες είχαν πληγεί ιδιαίτερα (κατά το «όπου φτωχός και η μοίρα του»), ενώ ελάχιστοι είχαν τα χρηματικά μέσα για να αποκαταστήσουν τις ζημιές. Δεκάδες χιλιάδες έφυγαν σε άλλες πολιτείες αναζητώντας εργασία. Η Αμερικάνικη σημαία στο παράθυρο, ανάλογα την ανάγνωση, δίνει έναν στωϊκό ή έναν ειρωνικό τόνο.
Mammy’s cupboard, εστιατόριο έξω από την πόλη Νάτσεζ στο Μισσισσιππή. Το 1940 που άνοιξε, το δικαίωμα των λευκών ιδιοκτητών να κτίσουν ένα μαγαζί βασισμένο σε μαύρα στερεότυπα ήταν ακόμα αδιαμφισβήτητη. Το 1960, την εποχή του κινήματος για Πολιτικά Δικαιώματα, και μετά από διαμαρτυρίες, η «καλή κυρία» με το δίσκο, θα βαφτεί σε ανοιχτότερους τόνους – παραπέμποντας πάντως ακόμα στην μαύρη μαγείρισα της φυτείας. Ο ταξιδιωτικός οδηγός Frommer’s συνιστά σε όσους θέλουν να το επισκεπτούν να «αφήσουν απέξω την πολιτική τους ορθότητα».
Σειρά από ομοιόμορφες κατοικίες. Από γυψοσανίδα, πλαστικό και ελενίτ, τα ρυμουλκόμενα προκάτ σπίτια (trailers), δίνουν το ονομά τους στην υποτιμητική έκφραση για τους φτωχούς ―λευκούς και μαύρους― κατοίκους τους: “σκουπίδια των τρέιλερ” (trailer trash).
Οι φυλακές της πολιτείας του Μισσισσιππή. Οι, επί το πλείστον μαύροι, έγκλειστοι υποχρεούταν να εργαστούν σε μια τεράστια φυτεία (“Parchman Farm”). Το 1961 φυλακίστηκαν εκεί 45 ακτιβιστές για τα Πολιτικά Δικαιώματα, μέλη του κινήματος των “Μαχητών της Ελευθερίας” (freedom fighters). Το 1972, σε μια σημαδιακή απόφαση, το ομοσπονδιακό δικαστήριο αποφάσισε ότι οι συνθήκες κράτησης στη φυλακή αυτή είναι αντισυνταγματικές και ασύμβατες με τα «σύγχρονα ήθη». Δεν άλλαξαν πολλά όμως ― μόλις φέτος, μια μήνυση με οικονομική υποστήριξη από το διάσημο ράπερ Jay-Z, ήρθε να καταγγέλει τις συνθήκες στις φυλακές της πολιτείας του Μισσισσιππή ως «απάνθρωπες και επικίνδυνες».
Δυο μεγάλοι μπλουζίστες, αναμεσά τους ο πρωτεργάτης των μπλουζ του Μισσισσιππή Τσάρλι Πάτον (ο Βαμβακάρης των μπλουζ, τρόπος του λέγειν), κείτονται ξεχασμένοι σε αυτό το ξεροχώραφο ― δίπλα σε μια σειρά γιαπιά και ένα εργοστάσιο λιπασμάτων…
Τουλάχιστον ο Ρόμπερτ Τζόνσον, ο κορυφαίος των μπλουζ με τον βραχύ βίο, απέκτησε κάποια στιγμή ένα τάφο αντάξιο της φήμης του (με έξοδα, φυσικά, ετεροχρονισμένων οπαδών). Ή μάλλον όχι απλά έναν τάφο αλλά τρεις, σε τρεις διαφορετικές πόλεις του Μισσισσιππή, καθώς, όπως συμβαίνει με την πρώτη κατοικία του Ομήρου, πολλές περιοχές ερίζουν για την τελευταία κατοικία του Ρόμπερτ Τζόνσον. Οι ―σπάνιοι και συνήθως βαρεμένοι των μπλούζ― επισκέπτες των ερημικών τάφων του, του αφήνουν τσιγάρα, πένες κιθάρας, κονσέρβες, κέρματα και άλλα μικροδωράκια για την άλλη ζωή. Στη φωτογραφία ο επικρατέστερος ως ακριβής τάφος…
Στο ιστορικό (και πανάκριβο) Peabody Hotel του Μέμφις, η τραγουδίστρια της σόουλ και των μπλουζ Ντόροθυ Μουρ μας εξηγούσε πόσο χαίρεται που απολαμβάνει πλέον με τις εγγονές της την ατραξιόν του ξενοδοχείου ― μια γούρνα με πάπιες. Όταν ήταν μικρή, το ξενοδοχείο ήταν απαγορευμένο γι’ αυτήν, και για κάθε μαύρο, βάση των νόμων περί «φυλετικού διαχωρισμού».
Διόραμα φυτείας με το βαμβακοχώραφο και τις παράγκες των μαύρων σκλάβων που δούλευαν εκεί ― λαϊκή τέχνη από τον Έϊμος Ράσσελ.
Το «μπακάλικο της Μάργκαρετ» έξω από το Βικσμπουργκ του Μισσισσιπή είναι από τα κορυφαία δείγματα λαϊκής τέχνης. Όλα άρχισαν το 1985, όταν ο ο αιδεσιμότατος X.N. Ντένις έκανε πρόταση γάμου στην καλή του, και της υποσχέθηκε ότι αν δεχτεί, θα μεταμορφώσει το μπακαλικό της σε ένα έργο τέχνης που θα έρχονται από όλο τον κόσμο για να το θαυμάσουν. Αυτή δέχτηκε, και τα υπόλοιπα, όπως λένε οι αγγλοσάξωνες, είναι ιστορία. Το μπακάλικο ― που μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε σαν εκκλησάκι, μνημείο, και μουσείο λαϊκής τέχνης. Συναντήσαμε τον Ντένις το 2006. Το 2009 πέθανε η Μάργκαρετ του, και το 2012 πήγε και ο ίδιος να τη συναντήσει.
Μια ακόμα παράγκα κάπου στο Μισσισσιππή. Η συγκεκριμένη όμως στέκεται στην τοποθεσία όπου κάποτε ήταν το μαγαζί στο οποίο, το 1938, δηλητηριάσαν θανάσιμα λόγω ερωτικής αντιζηλίας τον Ρόμπερτ Τζόνσον. Σήμερα ζει εκεί μια οικογένεια ― με τα παιδιά τους, το παλιόμαξο, τη σκουριασμένη στέγη, και αλουμινόχαρτο για παράθυρο.