Ο αρχηγός του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος και β’ αντιπρόεδρος της αυστριακή Βουλής, Νόρμπερτ Χόφερ, επιστρέφει στα παλιά μοτίβα του διχασμού και της υποκίνησης μίσους κατευθύνοντας τα ρατσιστικά πυρά του κατά των μουσουλμάνων.
“Δεν φοβάμαι τον κορονοϊό, ο κορονοϊός δεν είναι επικίνδυνος. Το Κοράνι, αγαπητοί μου, είναι πολύ πιο επικίνδυνο από τον κορονοϊό”, δήλωσε σε δημόσια συγκέντρωση κομματικών οπαδών, ο πρώην υπουργός Συγκοινωνιών του συνασπισμό των Ελευθέρων με το Λαϊκό Κόμμα του νυν καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς.
Σε απάντηση του θρησκευτικού ρατσισμού, η “Πρωτοβουλία Μουσουλμάνων Αυστριακών” κατέθεσε στην
Εισαγγελία της Βιέννης μήνυση εναντίον του Χόφερ για υποδαύλιση μίσους και για προσβολή θρησκευτικής διδασκαλίας.
Μήνυση εναντίον του για υποβάθμιση θρησκευτικών διδασκαλιών και υποκίνηση μίσους υπέβαλε και το νέο κόμμα “Κοινωνική Αυστρία του Μέλλοντος” της πρώην βουλευτή Μαρτίνα Μπίσμαν .
“Οι εξευτελιστικές δηλώσεις του Χόφερ και οι σκανδαλώδεις συγκρίσεις με την ισλαμική θρησκευτική κοινότητα είναι εντελώς απαράδεκτες” στηλίτευσε ο Κρίστιαν Ντόιτς, γενικός γραμματέας του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της αντιπολίτευσης, καλώντας τον Χόφνερ “να ζητήσει συγγνώμη για τις δυσφημιστικές του προκλήσεις”.
“Η Υπόθεση Ίμπιζα και τα φερόμενα σκάνδαλα ναρκωτικών γύρω από τον πρώην κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του Κόμματος των Ελευθέρων πιέζουν με τέτοιο τρόπο το κόμμα, ώστε για να βγει από την πολιτική ασημαντότητά του και να προσελκύσει την προσοχή επιστρέφει στα παλιά μοτίβα του, τον διχασμό, τη δυσφήμιση και την υποδαύλιση μίσους”, τονίζει ο Κρίστιαν Ντόιτς.
Σημειώνεται ότι ο Νόρμπερτ Χόφερ, διαδέχθηκε πέρυσι στην αρχηγία του κόμματός του τον παραιτηθέντα, εξαιτίας του σκανδάλου διαφθοράς και πολιτικής συναλλαγής -“Υπόθεση Ίμπιζα- αντικαγκελάριο και αρχηγό των Ελευθέρων Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε.
Ο Νόρμπερτ Χόφερ ήταν υποψήφιος του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων στις προεδρικές εκλογές του 2016, τις οποίες τελικά και έχασε, γεγονός που ανακούφισε ολόκληρη την Ευρώπη.
Οι εκλογές αυτές σημαδεύτηκαν από τον μακροβιότερο στην ιστορία προεκλογικό αγώνα διάρκειας δώδεκα μηνών, κατά τη διάρκεια του οποίου η ακροδεξιά εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο το φλέγον προσφυγικό θέμα.