του Τάκη Αργείτη
Ο Κιρ Στάρμερ είχε δείξει εξαρχής ότι ήθελε να ξεμπερδεύει με την κληρονομιά του Τζέρεμι Κόρμπιν στο βρετανικό Εργατικό Κόμμα. Άλλωστε, αυτό ήταν και το βασικό στίγμα της πολιτικής εκστρατείας του για την ηγεσία του κόμματος. Ότι δηλαδή οι Εργατικοί έπρεπε να “διορθώσουν” την πορεία τους και να εγκαταλείψουν την αριστερή στροφή της ηγεσίας τα προηγούμενα χρόνια.
Μάλιστα, ο Στάρμερ, που είχε βολιδοσκοπηθεί για την ηγεσία και το 2015, ποτέ δεν είχε στηρίξει τον Κόρμπιν, ενώ το 2016 είχε παραιτηθεί από τη θέση του σκιώδους υπουργού Μετανάστευσης, υποστηρίζοντας ότι χρειαζόταν νέα ηγεσία. Μόνο μετά τη δεύτερη εκλογή του Κόρμπιν στην ηγεσία το 2016 ο Στάρμερ δέχτηκε να πάρει τη θέση του σκιώδους υπουργού για το Brexit.
Όμως, όταν ο Τζέρεμι Κόρμπιν παραιτήθηκε από την ηγεσία μετά τη μεγάλη ήττα των Εργατικών στις εκλογές του 2019 (ως αποτέλεσμα μεταξύ άλλων και της αντιφατικής θέσης του κόμματος ως προς το Brexit), οπότε τέθηκε ξανά θέμα ηγεσίας, ο Στάρμερ έσπευσε να καταθέσει την υποψηφιότητά του. Μπόρεσε να έχει την υποστήριξη αρκετών τοπικών οργανώσεων όπως και του μεγαλύτερου συνδικάτου της χώρας, του Unison.
Απέναντί του κυρίως είχε να αντιμετωπίσει τη βασική υποψήφια που διεκδίκησε να εκπροσωπήσει την πολιτική κληρονομιά του Κόρμπιν, τη Ρεμπέκα Λονγκ-Μπέιλι, που είχε την υποστήριξη του Momentum, της βασικής πολιτικής τάσης που εργάστηκε υπέρ της εκλογής του Κόρμπιν, αλλά και την Λίζα Νάντυ που επίσης προσπάθησε να αποτελέσει μια κεντροαριστερή απάντηση στον Κόρμπιν.
Η νίκη του Στάρμερ στις εσωκομματικές εκλογές ήταν μεγάλη, εν μέρει και γιατί η απουσία του Κόρμπιν από τη λίστα των υποψηφιοτήτων δεν μπόρεσε να διαμορφώσει την ίδια τάση συσπείρωσης ενός ευρύτερου δυναμικού.
Η υπονόμευση του Κόρμπιν
Η εκλογή του Στάρμερ δεν ήρθε μόνο ως αντίδραση της εκλογικής βάσης. Πιο σωστό θα ήταν να πούμε ότι η εκλογική ήττα των Εργατικών ήταν και αποτέλεσμα της διαρκούς υπονόμευσης του Κόρμπιν από τμήμα του μηχανισμού του κόμματος και μιας προσπάθειας η ήττα αυτή να οδηγήσει και σε αλλαγή ηγεσίας. Άλλωστε, σχέδια και συζητήσεις για την ανατροπή του Κόρμπιν κυκλοφορούσαν εντός των Εργατικών ήδη από το 2016. Μεγάλο μέρος του μηχανισμού του κόμματος τον θεωρούσε υπερβολικά αριστερό, όπως και θεωρούσε υπεραριστερό οποιονδήποτε δεν ακολουθούσε μια γραμμή ανάλογη με αυτή του Τόνι Μπλαιρ. “Όποιος είναι αριστερότερα του Γκόρντον Μπράουν είναι τροτσκιστής”, είναι μια φράση που αποδίδει το κλίμα που επικρατούσε σε κρίσιμα τμήματα του κομματικού μηχανισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάχθηκαν οι κατηγορίες εναντίον της ηγεσίας του κόμματος για αντισημιτισμό ή για ανοχή στον αντισημιτισμό. Παρότι εντός του κόμματος υπήρχαν μεμονωμένα κρούσματα αντισημιτικών αναφορών, ήταν προφανές ότι ήταν παράλογο να στοχοποιείται ο Κόρμπιν για αντισημιτισμό. Όμως, το πολιτικό κόστος ήταν σημαντικό.
Αντίστοιχα, στη συγκυρία του Brexit, παρότι ο Κόρμπιν έμοιαζε να είναι ο μόνος που μπορούσε να παρουσιάσει μια πρόταση για μια συμφωνία εξόδου που να εγγυάται τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων αλλά και των εργαζομένων που δεν ήταν Βρετανοί πολίτες, στο τέλος η πίεση να συνδεθούν οι Εργατικοί με το ευρύτερο μπλοκ όσων ήθελαν να αναιρέσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2016, στοίχισε εκλογικά.
Η προσπάθεια αλλαγής πολιτικής κατεύθυνσης
Όμως, ο Στάρμερ αναζητούσε αφορμές ώστε να μπορέσει να προχωρήσει σε εκκαθαρίσεις. Αυτό έκανε και αποπέμποντας την Ρεμπέκα Λονγκ-Μπέιλι από τη θέση της σκιώδους υπουργού Παιδεία».
Αφορμή ήταν ότι η Λονγκ-Μπέιλι αναδημοσίευσε στο twitter μια συνέντευξη της ηθοποιού Μαξίν Πικ. Η Πικ, γνωστή για τις αριστερές θέσεις της, παραδοσιακή ψηφοφόρος των Εργατικών και οπαδός του Κόρμπιν, στη συνέντευξή της αναφέρθηκε πέραν των άλλων και στη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, υποστηρίζοντας ότι τη συγκεκριμένη τεχνική κεφαλοκλειδώματος την είχαν διδαχθεί οι Αμερικανοί αστυνομικοί σε σεμινάρια των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, κάτι που οι αρχές του Ισραήλ αρνούνται
Πάντως είναι γεγονός ότι παρότι η τεχνική αυτή δεν περιλαμβάνεται στα επίσημα εγχειρίδια του Ισραήλ, εντούτοις έχει χρησιμοποιηθεί κατά τις συλλήψεις Παλαιστινίων, ενώ στελέχη των ισραηλινών υπηρεσιών ασφαλείας έχουν συμμετάσχει σε εκπαιδευτικά προγράμματα αμερικανικών αστυνομικών δυνάμεων.
Ωστόσο, για τον Στάρμερ, το retweet της Λονγκ-Μπέιλι στη συγκεκριμένη αναφορά της Πικ, ήταν αρκετή για την αποπομπή της ανθυποψήφιάς του για την ηγεσία. Είχε προηγηθεί ανακοίνωση της βασικής εβραϊκής οργάνωσης στο Ηνωμένο Βασιλείου, του Board of Deputies of British Jews (η οποία είχε χαιρετίσει και την εκλογή του Στάρμερ), με την οποία ζητούσε από την Λονγκ-Μπέιλι να διαγράψει το σχετικό tweet και να ζητήσει συγγνώμη, γιατί η συνέντευξη εμπεριείχε μια… “αντισημιτική θεωρία συνωμοσίας”. Η Λονγκ-Μπέιλι σε νεότερη ανάρτησή της διευκρίνιζε ότι αναμετάδωσε τον σύνδεσμο λόγω των επιτευγμάτων της Μαξίν Πικ και επειδή αυτή επιμένει να στηρίζει το Εργατικό Κόμμα, χωρίς απαραιτήτως να ενστερνίζεται οτιδήποτε λέγεται στη συνέντευξη. Ωστόσο, το Board of Deputies of British Jews επανήλθε και υποστήριξε ότι η απάντηση της ήταν αξιοθρήνητη (pathetic). Και παρότι η Λονγκ-Μπέιλι προσπαθούσε να κάνει, σε συνεννόηση με το κόμμα, μια νέα δήλωση που να αποτυπώνει πλήρως τη θέση της, ο Στάρμερ προτίμησε να την αποπέμψει.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο Στάρμερ απλώς βρήκε τώρα την ευκαιρία, παρότι εμφανώς δύσκολα μπορεί να κατηγορηθεί η Λονγκ-Μπέιλι για αντισημιτισμό. Όμως το πόσο μακριά μπορεί να οδηγηθεί η προσχηματική και καταχρηστική αξιοποίηση των κατηγοριών περί αντισημιτισμού αποτελεί πλέον αντικείμενο πανευρωπαϊκής εμβέλειας.
Ο Τάκης Αργείτης είναι φιλόλογος και εργάζεται στην ιδιωτική εκπαίδεση. Ενδιαφέρεται για την διεθνή επικαιρότητα.