Ένας «σεισμός» για το οργανωμένο έγκλημα: οι δικαστικές και αστυνομικές αρχές της Γαλλίας και της Ολλανδίας ανακοίνωσαν σήμερα ότι διέλυσαν ένα παγκόσμιο δίκτυο κρυπτογραφημένων επικοινωνιών με την ονομασία EncroChat, το οποίο χρησιμοποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά από εγκληματικές οργανώσεις.
Λαθρεμπόριο ναρκωτικών, δολοφονίες, ξέπλυμα χρημάτων, εκβιασμοί, απαγωγές… Η κοινή αυτή επιχείρηση οδήγησε σε «πολλές συλλήψεις» σε ευρωπαϊκές χώρες και εμπόδισε την πραγματοποίηση πολλών εγκληματικών πράξεων, εξήγησαν οι γαλλικές και οι ολλανδικές αρχές σε συνέντευξη Τύπου που δόθηκε στη Χάγη της Ολλανδίας, στην έδρα του Eurojust, του οργανισμού δικαστικής συνεργασίας των ευρωπαϊκών χωρών.
«Είναι σαν να βρισκόμασταν απ’ ευθείας στο τραπέζι των συζητήσεων εγκληματιών», συνόψισε η Ζανίν φαν ντεν Μπεργκ, η αρχηγός της ολανδικής αστυνομίας, και «αυτό είναι που καθιστά την έρευνα αυτή μοναδική». «Χρησιμοποιήσαμε το γεγονός ότι οι εγκληματίες εμπιστεύονται τυφλά την κρυπτογραφημένη επικοινωνία και μιλούν ελεύθερα», πρόσθεσε ο συνάδελφός της Άντι Κράαγκ, ο οποίος παρομοίασε τις πληροφορίες αυτές με «ένα χρυσωρυχείο που μας προσφέρει αποδείξεις για τις οποίες θα είχαμε χρειαστεί χρόνια υπό κανονικές συνθήκες».
Η εισαγγελέας της Λίλλης Καρόλ Ετιέν, ο υποδιευθυντής της δικαστικής αστυνομίας της γαλλικής Χωροφυλακής Ζαν-Φιλίπ Λεκούφ και ο ολλανδός γενικός εισαγγελέας Τζον Λούκας συμμετείχαν κυρίως στη συνέντευξη αυτή.
Η κοινή γαλλο-ολλανδική έρευνα, υπό την αιγίδα της Eurojust, η οποία άρχισε το 2019 από τη Γαλλία και με την υποστήριξη της Europol, της ευρωπαϊκής εγκληματολογικής υπηρεσίας, επέτρεψε τους τελευταίους μήνες να υποκλαπούν και να αποκωδικοποιηθούν σε πραγματικό χρόνο, εν αγνοία των εγκληματιών, «περισσότερα από 100 εκατομμύρια μηνύματα» που είχαν ανταλλαγεί μέσω της EncroChat μεταξύ εγκληματιών σε όλο τον κόσμο.
Αυτή η μεγάλης έκτασης διείσδυση έλαβε τέλος στις 13 Ιουνίου όταν το δίκτυο αντελήφθη, σύμφωνα με μήνυμα «συναγερμού» που απηύθυνε σε όλους τους πελάτες του, πως είχε «παραβιασθεί παρανόμως» από «κυβερνητικές οντόητες» και τους συνέστησε τότε να ξεφορτωθούν «αμέσως» τα τηλέφωνά τους. Όμως ήταν «πολύ αργά γι’ αυτούς», διότι «είχαμε ήδη πρόσβαση σε εκατομμύρια μηνύματα», υπογράμμισε ο Κράαγκ.
«Διαρροές» στους κόλπους των δυνάμεων της τάξης;
Σύμφωνα με τις αρχές, σχεδόν το σύνολο των πελατών της EncroChat («από 90% έως 100%») συνδέονται με το οργανωμένο έγκλημα. Περίπου 50.000 από τα τηλέφωνα αυτά ήταν σε χρήση το 2020.
Η χρήση αυτών των κρυπτογραφημένων τηλεφώνων από εγκληματίες είχε εντοπισθεί από το 2017 στη Γαλλία στη διάρκεια επιχειρήσεων εναντίον του οργανωμένου εγκληματος από το Ινστιτούτο Εγκληματολογικής Έρευνας της Χωροφυλακής, το οποίο εργάσθηκε στη συνέχεια πάνω στη λειτουργία αυτών των κωδικοποιημένων επικοινωνιών.
Από το 2018 και μετά η έρευνα διεξήχθη από την εισαγγελία της Λίλλης, επειδή οι σέρβερ που εξασφάλιζαν τη λειτουργία της EncroChat εντοπίσθηκαν στην περιοχή της αρμοδιότητάς της.
Οι ολλανδικές αρχές διαβεβαιώνουν πως η διείσδυση στην EncroChat επέτρεψε να εμποδισθεί η διάπραξη «δεκάδων βίαιων εγκληματικών πράξεων», ανάμεσα στις οποίες απαγωγές, φόνοι και πυροβολισμοί.
«Προκαλεί σοκ να διαπιστώνει κανείς με πόση ευκολία και χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό συζητούνται και σχεδιάζονται αυτού του είδους οι σοβαρές εγκληματικές πράξεις» στην EncroChat, επιμένουν οι Ολλανδοί. «Αυτή η επιχείρηση, που προχώρησε και συντονίσθηκε σε διεθνές επίπεδο, είχε την επίδραση ενός σεισμού για το οργανωμένο έγκλημα».
Μόνο στην Ολλανδία, η έρευνα επέτρεψε τη σύλληψη «περισσοτέρων των 100 υπόπτων», την κατάσχεση «άνω των 8.000 κιλών κοκαΐνης και 1,2 τόνου κρυσταλλικής μεθαμφεταμίνης», τη διάλυση «19 εργαστηρίων συνθετικών ναρκωτικών», την κατάσχεση «δεκάδων αυτόματων πυροβόλων όπλων», «ρολογιών πολυτελείας» «25 αυτοκινήτων, μερικά από τα οποία περιέχουν κρύπτες», καθώς και «σχεδόν 25 εκατομμύρια ευρώ σε μετρητά».
Όμως οι έρευνες, τα αποτελέσματα των οποίων θα εξακολουθήσουν να χρησιμεύουν «για χρόνια», αποκάλυψαν επίσης «ενδείξεις διαρροής στο επίπεδο των αστυνομικών υπηρεσιών», οι οποίες «αντμετωπίζονται πολύ σοβαρά», υπογράμμισε η φαν ντεν Μπεργκ. Κατέδειξαν «ξεκάθαρα τον ρόλο της διαφθοράς σε όλο το μήκος της αλυσίδας του παράνομου εμπορίου», υπογράμμισε και ο Βιλ φαν Χέμερτ, αναπληρωτής διευθυντής επιχειρήσεων στη Europol.