ΑΘΗΝΑ
07:40
|
22.11.2024
Είναι καιρός να εγκαταλείψουμε τη λύση των δύο κρατών και να μιλήσουμε για ίσα δικαιώματα Εβραίων και Παλαιστινίων.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Επί δεκαετίες υποστήριζα τον διαχωρισμό μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. Τώρα μπορώ να φανταστώ μια εβραϊκή εθνική εστία που δεν ταυτίζεται με την ιδέα ενός εβραϊκού κράτους.

του Peter Beinart*

Ήμουν 22 ετών το 1993, όταν ο Γιτζάκ Ράμπιν και ο Γιάσερ Αραφάτ έδωσαν τα χέρια στον κήπο του Λευκού Οίκου, χειρονομία που σήμανε την επίσημη έναρξη της ειρηνευτικής διαδικασίας που πολλοί ήλπιζαν ότι θα κατέληγε στη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους δίπλα στο Ισραήλ. Από τότε υποστηρίζω κάποιας μορφής επίλυση προς την κατεύθυνση της δημιουργίας δύο κρατών – αρχικά σε νυχτερινές αντιπαραθέσεις μεταξύ φίλων και, στη συνέχεια, σε άρθρα και ομιλίες μου.

Πίστευα στην ιδέα του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους, μιας και μεγάλωσα σε μια οικογένεια που είχε περιπλανηθεί από ήπειρο σε ήπειρο, καθώς κατέρρεαν οι εβραϊκές κοινότητες της διασποράς. Είδα την επίδραση του Ισραήλ πάνω στον παππού και τον πατέρα μου, οι οποίοι δεν ένιωθαν ποτέ αρκετά χαρούμενοι ή ασφαλείς παρά μόνο όταν βρίσκονταν στην αγκαλιά μιας κοινωνίας Εβραίων. Και ήξερα ότι το Ισραήλ ήταν πηγή παρηγοριάς και υπερηφάνειας για εκατομμύρια άλλους Εβραίους, οι οικογένειες μερικών από τους οποίους είχαν βιώσει τραύματα μεγαλύτερα από τα δικά μου.

Στα πρώτα ενήλικα χρόνια μου, βρέθηκα μια μέρα να περπατώ στην Ιερουσαλήμ διαβάζοντας ονόματα δρόμων που κατέγραφαν στιγμές της εβραϊκής ιστορίας, και ένιωσα και ο ίδιος αυτό το αίσθημα θαλπωρής και υπερηφάνειας. Ήξερα ότι το Ισραήλ είχε άδικο να αρνείται στους Παλαιστίνιους της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη την ιθαγένεια, το κράτος δικαίου, την ελεύθερη κυκλοφορία και το δικαίωμα ψήφου στη χώρα στην οποία ζούσαν. Όμως, το όνειρο μιας λύσης δύο κρατών που θα έδινε στους Παλαιστινίους μια δική τους χώρα με άφηνε να ελπίζω ότι θα μπορούσα να παραμείνω φιλελεύθερος και, την ίδια στιγμή, υποστηρικτής της εβραϊκής διεκδίκησης κρατικής οντότητας. Τα γεγονότα που μεσολάβησαν έχουν πλέον σβήσει αυτήν την ελπίδα.

Περίπου 640.000 Εβραίοι έποικοι ζουν σήμερα στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική Όχθη και οι ισραηλινές και αμερικανικές κυβερνήσεις έχουν απεκδύσει την παλαιστινιακή διεκδίκηση κρατικής οντότητας από το όποιο νόημά της. Το ειρηνευτικό σχέδιο της κυβέρνησης Τραμπ οραματίζεται ένα αρχιπέλαγος παλαιστινιακών πόλεων διασκορπισμένων σε μόλις το 70% της Δυτικής Όχθης υπό τον έλεγχο του Ισραήλ. Ακόμη και οι ηγέτες των υποτιθέμενων κεντροαριστερών κομμάτων του Ισραήλ δεν υποστηρίζουν ένα βιώσιμο, κυρίαρχο παλαιστινιακό κράτος. Η Δυτική Όχθη φιλοξενεί αυτή τη στιγμή τη νεότερη ιατρική σχολή του Ισραήλ. Εάν ο πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου εκπληρώσει τη δέσμευσή του να επιβάλει την ισραηλινή κυριαρχία σε τμήματα της Δυτικής Όχθης, θα επισημοποιήσει απλώς μια πραγματικότητα που ισχύει εδώ και δεκαετίες: στην πράξη, το Ισραήλ έχει προσαρτήσει τη Δυτική Όχθη εδώ και πολύ καιρό.

Το Ισραήλ, μια χώρα με εκατομμύρια Παλαιστινίους που στερούνται θεμελιωδών δικαιωμάτων, έχει σχεδόν πάρει την τελική του απόφαση. Τώρα κι εμείς, οι φιλελεύθεροι σιωνιστές, πρέπει να πάρουμε τη δική μας απόφασή. Είναι καιρός να εγκαταλείψουμε την παραδοσιακή λύση των δύο κρατών και να υιοθετήσουμε τον στόχο των ίσων δικαιωμάτων για τους Εβραίους και τους Παλαιστίνιους. Είναι πια καιρός να φανταστούμε μια εστία για τους Εβραίους που δεν θα είναι εβραϊκό κράτος.

Η ισότητα θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη μορφή ενός κράτους που θα περιλάμβανε το Ισραήλ, τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας και την Ανατολική Ιερουσαλήμ, όπως πρότειναν συγγραφείς όπως ο Γιουσέφ Μουναγιέρ και ο Έντουαρντ Σαΐντ· εναλλακτικά, θα μπορούσε να είναι μια συνομοσπονδία που θα επέτρεπε την ελεύθερη κυκλοφορία μεταξύ δύο βαθιά ενιαιοποιημένων χωρών (αναλύω αυτές τις επιλογές σε άρθρο μου στο Jewish Currents). Η διαδικασία επίτευξης της ισότητας θα ήταν μακρά και δύσκολη, και πιθανότατα θα συναντούσε την αντίσταση τόσο των Παλαιστινίων όσο και των Εβραίων σκληροπυρηνικών.

Δεν πρόκειται όμως για κάτι που πλανάται στη σφαίρα της φαντασίας. Η στόχευση της ισότητας φαντάζει τώρα πιο ρεαλιστική από εκείνη του διαχωρισμού. Ο λόγος είναι ότι η αλλαγή του status quo απαιτεί ένα όραμα αρκετά ισχυρό ώστε να δημιουργήσει ένα μαζικό κίνημα. Ένα κατακερματισμένο παλαιστινιακό κράτος υπό ισραηλινό έλεγχο δεν προσφέρει αυτό το όραμα. Η ισότητα το προσφέρει. Ολοένα και περισσότερο, ένα κράτος ισονομίας δεν είναι η λύση που προτιμούν μονάχα οι νέοι Παλαιστίνιοι. Είναι αυτή που προτιμούν και οι νέοι Αμερικανοί.

Οι επικριτές θα πουν ότι τα δι-εθνικά κράτη δεν λειτουργούν, αλλά το Ισραήλ είναι ήδη ένα δι-εθνικό κράτος: δύο λαοί, περίπου ισοπληθείς, ζουν κάτω από τον απόλυτο έλεγχο μίας κυβέρνησης (ακόμη και στη Γάζα, οι Παλαιστίνιοι δεν μπορούν να εισάγουν γάλα, να εξάγουν ντομάτες ή να ταξιδέψουν στο εξωτερικό χωρίς την άδεια των ισραηλινών αρχών). Και η πολιτικο-επιστημονική βιβλιογραφία είναι ξεκάθαρη: Οι διαιρεμένες κοινωνίες είναι πιο σταθερές και πιο ειρηνικές, όταν οι κυβερνήσεις εκπροσωπούν το σύνολο του λαού τους.

Αυτό δείχνει το μάθημα της Βόρειας Ιρλανδίας. Όταν οι Προτεστάντες και η βρετανική κυβέρνηση απέκλεισαν τους Καθολικούς, ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός εκτέλεσε περίπου 1.750 πολίτες στο διάστημα από το 1969 έως το 1994. Όταν οι Καθολικοί έγιναν ίσοι πολιτικοί εταίροι, η βία εν πολλοίς τερματίστηκε. Το ίδιο δείχνει επίσης και το μάθημα της Νότιας Αφρικής, όπου ο Νέλσον Μαντέλα υποστήριζε την ένοπλη πάλη, μέχρι την αναγνώριση του δικαιωματος ψήφου στους μαύρους πολίτες του κράτους.

Το μάθημα αυτό ισχύει και για το ισραηλινο-παλαιστινιακό ζήτημα. Ναι, υπάρχουν Παλαιστίνιοι που έχουν διαπράξει τρομοκρατικές ενέργειες. Το ίδιο όμως έχουν κάνει και τα μέλη πολλών άλλων καταπιεσμένων ομάδων. Η ιστορία δείχνει ότι όταν οι άνθρωποι αποκτούν την ελευθερία τους, η βία μειώνεται. Σύμφωνα με τον Μιχαέλ Μελχιόρ, ορθόδοξο ραβίνο και πρώην μέλος του ισραηλινού υπουργικού συμβουλίου, ο οποίος έχει διανύσει πάνω από μια δεκαετία οικοδομώντας σχέσεις με ηγέτες της Χαμάς, “δεν έχω ακόμη συναντήσει ούτε έναν που να μην είναι πρόθυμος να συνάψει ειρήνη”.

Ο Ραβίνος Μελχιόρ μου είπε πρόσφατα ότι εξακολουθεί να υποστηρίζει τη λύση των δύο κρατών, αλλά η σκοπιμότητα που υπηρετεί την επιλογή του αυτή, και η οποία υπερβαίνει κάθε στεγανή πολιτική διευθέτηση, συνίσταται στην πεποίθηση ότι οι Παλαιστίνιοι θα μπορούν να ζουν ειρηνικά δίπλα στους Εβραίους, όταν τους αναγνωριστούν τα θεμελιώδη τους δικαιώματα.

Η δυσκολία πολλών Εβραίων να κατανοήσουν μια τέτοια οπτική έγκειται στη μνήμη του Ολοκαυτώματος. Όπως έγραψε ο Ισραηλινός διανοητής και επιζών του Ολοκαυτώματος Γιεχούντα Ελκάνα το 1988, αυτό που “κινεί μεγάλο μέρος της ισραηλινής κοινωνίας σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της με τους Παλαιστινίους δεν είναι η προσωπική απογοήτευση, αλλά μια βαθιά υπαρξιακή αγωνία που τροφοδοτείται από μια συγκεκριμένη ερμηνεία των μαθημάτων του Ολοκαυτώματος”. Αυτός ο φακός του Ολοκαυτώματος οδηγεί πολλούς Εβραίους να πιστεύουν ότι κάθε τι που διαφοροποιείται από την εβραϊκή διεκδίκηση κρατικής οντότητας θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία.

Πριν από το Ολοκαύτωμα, ωστόσο, πολλοί κορυφαίοι ηγέτες του σιωνισμού δεν είχαν αυτήν την πεποίθηση. “Η φιλοδοξία ίδρυσης ενός έθνους-κράτους δεν είχε κεντρική θέση στο σιωνιστικό κίνημα πριν από τη δεκαετία του 1940”, γράφει ο ιστορικός του Εβραϊκού ανεπιστημίου Dmitry Shumsky στο βιβλίο του Πέρα από το έθνος-κράτος (Beyond the Nation-State). Η ιδέα ενός εβραϊκού κράτους έχει γίνει η κυρίαρχη μορφή του σιωνισμού. Δεν είναι όμως αυτή η ουσία του σιωνισμού: η ουσία του σιωνισμού είναι μια εβραϊκή εστία στη γη του Ισραήλ, μια ακμάζουσα εβραϊκή κοινωνία που να μπορεί να προσφέρει καταφύγιο και αναγέννηση για τους Εβραίους σε όλο τον κόσμο.

Αυτό αγαπούσαν ο παππούς και ο πατέρας μου – όχι ένα εβραϊκό κράτος, αλλά μια εβραϊκή κοινωνία, μια εστία για τους Εβραίους. Το Ισραήλ και η Παλαιστίνη μπορεί να αποτελέσουν ένα σπίτι για τους Εβραίους και για τους Παλαιστινίους εξίσου. Και η οικοδόμηση αυτού του σπιτιού μπορεί να φέρει απελευθέρωση όχι μόνο για τους Παλαιστινίους αλλά και για εμάς.

* Ο Peter Beinart είναι καθηγητής δημοσιογραφίας και πολιτικών επιστημών στο Newmark School of Journalism του Δημοτικού Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (CUNY), και συνεργάτης συνταξης στο διαδικτυακό περιοδικό JewishCurrents.

Πηγή: The New York Times.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα