Ο παράγοντας “Λιβύη” εξακολουθεί να αποτελεί ένα επιπλέον πρόβλημα για τις σχέσεις ανάμεσα στην Ε.Ε. και την Τουρκία και δευτερευόντως για τη συνοχή των ίδιων των μελών της Ένωσης και του ΝΑΤΟ, όσον αφορά τα αντικρουόμενα συμφέροντά τους στην περιοχή. Το πρόσφατο ανακοινωθέν των τριών “μεγάλων” της Ευρώπης (Γαλλίας, Γερμανίας και Ιταλίας), αντανακλά τη μέγιστη ανησυχία που προκαλεί η κλιμάκωση της εμπόλεμης κατάστασης στη Λιβύη, αλλά συνάμα, σε δεύτερο επίπεδο, οι επιμέρους πολιτικές αποκαλύπτουν τις βαθιές διαφορές των ενδιαφερομένων στην προσέγγιση του λιβυκού ζητήματος.
Ενώ ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν διαρρήδην αξιώνει την αποπομπή της Τουρκίας από τα πολεμικά τεκταινόμενα στη βορειοαφρικανική χώρα, η Ιταλία (άμεσα ενδιαφερόμενη, τόσο για το προσφυγικό, όσο και εμπορικά) προάγει μία συνεργασία με την κυβέρνηση Σάρατζ στην Τρίπολη, σε συνδυασμό με μία πολιτική κατευνασμού της Άγκυρας, του κύριου χορηγού δηλαδή του λιβυκού καθεστώτος.
Την παραμονή της Συνόδου Κορυφής, στις 17 Ιουλίου, η υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας, Λουτσιάνα Λαμορτζέζε μετέβη στην Τρίπολη για να συζητήσει τη βοήθεια προς το λιβυκό Λιμενικό Σώμα, που υποσχέθηκε η Ρώμη, αλλά και την παροχή 30 ειδικά εξοπλισμένων οχημάτων για τον έλεγχο των ανατολικών συνόρων της Λιβύης, δηλαδή εκείνων με την Αίγυπτο, που αποτελεί σύμμαχο του ηττούμενου ανταγωνιστή της εξουσίας και “φίλο” της Ελλάδας και των συμφερόντων της, στρατάρχη Χάφταρ.
Μία απόφαση που εντάσσεται στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης με την Αίγυπτο για την υπόθεση της διατεταγμένης εξολόθρευσης του Ιταλού πράκτορα της CIA Ρετζένι, που έχει δηλητηριάσει τις σχέσεις Ρώμης-Καΐρου, η οποία αντανακλά και σε ευρύτερο επίπεδο στις συνεργασίες στην περιοχή. Κάτι που ενδιαφέρει και την Ελλάδα φυσικά, καθώς η Αίγυπτος συνιστά έναν βασικό συνεταίρο της Αθήνας.
Οι πολιτικές της Γαλλίας, που θεωρεί πως η Βόρειος Αφρική αποτελεί τον φυσικό χώρο επιρροής της, έρχονται όμως στο λιβυκό ζήτημα σε ευθεία σύγκρουση με την πολιτική της Ιταλίας, που επιδιώκει να επανέλθει στην βορειοαφρικανική χώρα ως παράγοντας οικονομικής και πολιτικής επιρροής. Ακόμη και στα εξοπλιστικά, όπου, παρά την αντιπαράθεση με την Αίγυπτο για την υπόθεση Ρετζένι, η Ιταλία προσπέρασε τη Γαλλία και πωλεί φρεγάτες Fremm Bergamini στο Κάιρο. Άλλωστε, μόλις πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας, Λουΐτζι Ντι Μάγιο επανέλαβε πως η Ιταλία πρέπει πάση θυσία να διαφυλάξει τα συμφέροντά της στην περιοχή.
Συμφέροντα που μεταφράζονται και σε ενεργειακές συμφωνίες, τις οποίες, εν αντιθέσει προς τη Γαλλία, η μακρά συμμαχία με τον Αλ Σάρατζ (ακόμη και σε περιόδους πολύ δύσκολες για την κυβέρνηση της Τρίπολης στον εμφύλιο πόλεμο) μπορεί να προσφέρει στη Ρώμη χρυσοφόρα συμβόλαια στον πετρελαϊκό τομέα. Συμφωνίες που στην Ιταλία από καιρού θεωρούνται πολύ περισσότερο απτές από την αβέβαιη συμμαχία του ΤΑΡ, που ήδη υπόρρητα σε κάθε πολιτικό κύκλο της Ιταλίας αντιμετωπίζεται ως περίπου νεκρή.
Η κίνηση της Λαμορτζέζε, παρά τις αντιδράσεις που συναντά σε πολλούς εσωτερικούς κύκλους της κυβέρνησης ενάντια στην υλική ενίσχυση των δυνάμεων του Σάρατζ, προφανή στόχο έχει να επιτύχει μία ευνοϊκότερη αντιμετώπιση της Ρώμης όσον αφορά το προσφυγικό. Ένα ζήτημα, που έχει μετατραπεί σε μεγάλο πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα στην Τουρκία και την Ε.Ε., ήδη έχει βρει ακόμη έναν μοχλό πίεσης προς όφελος της Άγκυρας. Το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο και οι νίκες του Σάρατζ στο πεδίο της μάχης, ανοίγουν έναν σημαντικότερο δίαυλο για την προσπέλαση προσφύγων και μεταναστών στην Ευρώπη μέσω Ιταλίας. Μόνον τον Ιούλιο καταγράφηκαν 2.756 αφίξεις, περισσότερες από τις 1.969 στο αντίστοιχο διάστημα του 2019 και από τον Ιούλιο του 2018 (1.831). Το ποιοτικό χαρακτηριστικό όμως των αφίξεων τούτων είναι πως οι μισοί από τους μετανάστες προέρχονται από το Μπανγκλαντές, κοντολογίς από μία χώρα που παραδοσιακά οι πολίτες της περνούν στην Ευρώπη μέσω Τουρκίας.
Η τριμερής ανακοίνωση για τη Λιβύη αποτελεί ίσως μόνο ένα ευχολόγιο, ίσως ακόμη μία διαμεσολαβητική προσπάθεια της Γερμανίας (μετά την αποτυχία της συνόδου στο Βερολίνο για τη Λιβύη) για να συγκερασθούν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις στο λιβυκό ζήτημα. Διαφορές που ενόψει των σκληρών διαπραγματεύσεων για το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε., μπορεί να δηλητηριάσουν το κλίμα και την ενότητα όσων χωρών θέλουν να παρακάμψουν την αντίθεση των “λιτοδίαιτων” χωρών, που συναρτούν την εκταμίευση της βοήθειας προς τις πιο ευάλωτες χώρες με σκληρά “μνημονιακού τύπου” μέτρα. Η συνοχή του μετώπου Γαλλίας-Ιταλίας, με τη συνέργεια της Γερμανίας, είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την επιτυχία των διαπραγματεύσεων για την οικονομία της Ε.Ε., όμως η αντικρουόμενη πολιτική τους στη Λιβύη, με άξονα την προσέγγισή τους στις σχέσεις με την Τουρκία (σκληρή από τη Γαλλία, κατευναστική από την Ιταλία), μπορεί να αποδειχθεί επιζήμια σε μία τέτοια στιγμή. Με επιπτώσεις και στα δύο μέτωπα, που μπορεί να έχουν μεγάλες επιπτώσεις: οικονομικές, γεωπολιτικές και στο προσφυγικό και κυρίως για τις σχέσεις μας με την Άγκυρα.