ΑΘΗΝΑ
05:58
|
27.04.2024
Το κυρίαρχο ζήτημα παραμένει ο τρόπος και ο χρόνος της απάντησης που θα επιλέξει να δώσει η Ισλαμική Δημοκρατία, η οποία βρίσκεται σε δίλλημα.
Iranian security and rescue staff work at the site of an explosion at the Sina At'har health centre in the upmarket northern neighbourhood of Tajrish in the capital Tehran on July 1, 2020. - Iranian police questioned four people as part of investigations into a powerful explosion that killed 19 people at a Tehran clinic the night before, state media reported. (Photo by ATTA KENARE / AFP) (Photo by ATTA KENARE/AFP via Getty Images)
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η έκρηξη που σημειώθηκε νωρίς τις πρώτες ώρες της Κυριακής στον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην ιρανική επαρχία του Ισφαχάν αποτελεί ακόμη ένα επεισόδιο στην σειρά μυστηριωδών ύποπτων περιστατικών που έχουν στόχο τις υποδομές της χώρας. Εκρήξεις και πυρκαγιές έχουν εκδηλωθεί σε βιομηχανικές, πυρηνικές εγκαταστάσεις, λιμάνια, ακόμη και σε κλινική που βρίσκεται στο νότιο τμήμα της Τεχεράνης από τις αρχές του προηγούμενου μήνα. Ήδη από τις αρχές Ιουνίου τα κρούσματα πυρκαγιών σε αγροτικές εκτάσεις και δασικές περιοχές ήταν ιδιαίτερα αυξημένα. Στις 26 του ίδιου μήνα μαζικής έκρηξη σημειώθηκε σε μονάδα παραγωγής πυραύλων λίγο έξω από την πρωτεύουσα Τεχεράνη και τέσσερις μέρες αργότερα 19 άνθρωποι πέθαναν κατά τη διάρκεια έκρηξης σε ιατρική κλινική που βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της πόλης. Και μόλις στις 16 Ιουλίου επτά πλοία τυλίχτηκαν στις φλόγες στο λιμάνι της πόλης Μπουσέχρ, έπειτα από την εκδήλωση πυρκαγιάς.

Η πλέον εμβληματική όμως ανάμεσα στα άλλα ανεξήγητα και σχεδόν διαδεχόμενα το ένα το άλλο περιστατικά ήταν αναμφισβήτητα η πυρκαγιά στον υπόγειο πυρηνικό σταθμό που βρίσκεται στην πόλη της Νατάνζ. Οι ίδιες τις ιρανικές αρχές παραδέχτηκαν δια στόματος του εκπροσώπου Τύπου του Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας του Ιράν, Μπεχρούζ Καμαλβαντί, πως πρόκειται για μεγάλη καταστροφή που συνιστά μεγάλο πισωγύρισμα ως προς τις πυρηνικές ικανότητες της χώρας, καθώς θεωρείται σχεδόν βέβαια η επιβράδυνση της δυνατότητας σχεδιασμού και παραγωγής συσκευών φυγοκέντρισης μέσω των οποίων καθίσταται εφικτή η έγχυση ουρανίου για βιομηχανική και στρατιωτική χρήση.

Είναι ασφαλώς γεγονός πως οι υποδομές της χώρας βρίσκονται σε κακή κατάσταση λόγω των επαχθών οικονομικών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί την τελευταία διετία από τις ΗΠΑ (με Ιρανούς αξιωματούχους να ομολογούν την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση) και οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης “στραγγίζουν την οικονομία”, αμφισβητώντας ευθέως τις δυνατότητα να συντηρηθούν ευαίσθητες εγκαταστάσεις που απαιτούν υψηλό κόστος συντήρησης. Ούτε οι εκτεταμένες δασικές πυρκαγιές αποτελούν ασυνήθιστο φαινόμενο. Ωστόσο, μια τόσο πυκνή εμφάνιση τόσων πολλών περιστατικών σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα αφήνει μικρό περιθώριο στην πιθανότητα του ατυχήματος. Και δεδομένου του γεωπολιτικού κλίματος, είναι εύλογο όταν τίθεται η ερώτηση “cui bono?” τα βλέμματα να στρέφονται σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις.

Πιθανοί δράστες όπως η Σαουδική Αραβία και διάφορα αυτονομιστικά κινήματα (Κούρδων, Αράβων ή Βαλούχων μαχητών) εντός Ιράν, ενώ έχουν το κίνητρο δεν φαίνεται σε καμία περίπτωση να διαθέτουν την δυνατότητα να στηρίξουν επιχειρησιακά μιας τέτοιας κλίμακας επίθεση. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις των αυτονομιστικών ομάδων, που συχνά φέρουν την υποψία της ξένης υποστήριξης, είναι μια πραγματικότητα απόλυτα διαχειρίσιμη για τις ιρανικές αρχές. Όσο για το Ριάντ, το οποίο βλέπει την πανδημική κρίση να του αφήνει μεγάλα δημοσιονομικά προβλήματα, το σκηνικό της αντιπαράθεσης με την Τεχεράνη περιοριζόταν παραδοσιακά στον Περσικό Κόλπο ή την Ερυθρά Θάλασσα. Και με τους Σιίτες αντάρτες Χούθι της Υεμένης να έχουν καταφέρει με την ιρανική βοήθεια να ταπεινώσουν το βασίλειο των Σαούντ είναι σχεδόν απίθανο η σαουδαραβική πλευρά να διάλεγε αυτή τη στιγμή για να συγκρουστεί με τους Ιρανούς.

Έτσι, Ιρανοί αξιωματούχοι και ειδικοί της μεσανατολικής πολιτικής δεν άργησαν να συμπεράνουν πως το μπαράζ επιθέσεων έχει τη σφραγίδα του Ισραήλ, με ή χωρίς την σύμπραξη των ΗΠΑ. Και αν μια πληροφορία ανώνυμου αξιωματούχου υπηρεσίας πληροφοριών έκανε λόγο για σκόπιμο εμπρησμό με αυτουργό το κράτος του Ισραήλ, ήταν οι αντιδράσεις των ισραηλινών κυβερνητικών στελεχών που στα μάτια αρκετών επιβεβαίωσαν την εμπλοκή της χώρας. Σε δηλώσεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν το λιγότερο διφορούμενες, ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών, Γκάμπι Ασκενάζι, διαβεβαίωσε πως “το Ισραήλ αναλαμβάνει δράση ενάντια στην ιρανική πυρηνική απειλή, αλλά τι είδους δράση δεν χρειάζεται να ειπωθεί”. Σε παρόμοιο τόνο, ο Υπουργός Άμυνας, Μπένι Γκαντζ, ισχυρίστηκε ότι “το Ισραήλ θα κάνει τα πάντα για να σταματήσει το Ιράν να γίνει πυρηνική δύναμη, κάθε περιστατικό το οποίο προκύπτει στο Ιράν δεν θα πρέπει να συνδέεται απαραίτητα με εμάς”.

Όπως παρατηρεί άλλωστε και η Ντάλια Ντάσσα Κέι, διευθύντρια του Κέντρου Μεσανατολικής Πολιτικής της δεξαμενής σκέψης Rand, “ακολουθείται ένα μοτίβο κλιμάκωσης και ένα πλαίσιο που παραπέμπει στην ύπαρξη κινήτρου από την ισραηλινή πλευρά με στόχο τους Ιρανούς”.

Η ευαλωτότητα του Ιράν στην παρούσα φάση (εξαιτίας αφενός της συγκυρίας του κορονοϊού, αφετέρου των οικονομικών κυρώσεων) προσφέρει λοιπόν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία στην κυβέρνηση των Νετανιάχου-Γκανζ να βάλει στο στόχαστρο πυρηνικά και στρατιωτικά προγράμματα, αλλά και πάσης φύσεως υποδομές, καταφέρνοντας με αυτόν τον τρόπο και δίχως να υπάρχει ο φόβος των αντιποίνων να γυρίσει δεκαετίες πίσω το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Επιπλέον, η ολοένα και μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι ο Τζο Μπάιντεν Πρόεδρος των ΗΠΑ τον Νοέμβριο εξαναγκάζει την ισραηλινή κυβέρνηση να αναλάβει ταχύτερα εκείνες τις πρωτοβουλίες που θα εξωθήσουν την Ισλαμική Δημοκρατία στην ανάληψη δράσης και θα απομακρύνουν το ενδεχόμενο μιας νέας συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, παρουσιάζοντας το τελευταίο ως bête noire για όλη τη Μέση Ανατολή και τελειωμένη υπόθεση για τους θιασώτες της ιστορικής συμφωνίας JCPOA του 2015.

Αλλά και για τις ΗΠΑ, που έχουν γράψει τις ενδοξότερες σελίδες των εγχειριδίων που αφορούν τις τακτικές δολιοφθοράς, η όλη συγκυρία φαντάζει ιδανική για να στείλει το μήνυμα στην Τεχεράνη (ενόψει και των συνομιλιών στον ΟΗΕ τον Οκτώβρη όπου θα επανεξεταστεί το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του 2015 για εμπάργκο στις πωλήσεις συμβατικών όπλων στο Ιράν) πως είναι τόσο εκτεθειμένη, όσο επιθυμεί η Ουάσιγκτον.

Επίσης, αν και η περίπτωση το Τελ Αβίβ να αυτενέργησε (περισσότερο με την ανοχή παρά με την συμμετοχή της υπερδύναμης) δεν θα πρέπει να αποκλειστεί, δεν θα πρέπει επίσης να λησμονείται πως οι δύο χώρες έχουν συνεργαστεί και πάλι το 2009 κατά τη διάρκεια κυβερνοεπίθεσης με όπλο τον ψηφιακό ιό Stuxnet και στόχο και πάλι τις συσκευές φυγοκέντρισης του Ιράν.

Το ζήτημα όμως από εδώ και πέρα είναι ο τρόπος και ο χρόνος της απάντησης που θα επιλέξει να δώσει η Ισλαμική Δημοκρατία, η οποία αντιμετωπίζει το εξής δίλημμα: αν θα κρατήσει, ενόψει και συνομιλιών στον ΟΗΕ και αμερικανικών εκλογών, χαμηλό προφίλ, ακολουθώντας την προσφιλή τακτική των πλαγίων χτυπημάτων ισραηλινών στρατιωτών και εγκαταστάσεων μέσω συμμαχικών πολιτοφυλακών και στοχοποιώντας χαμηλής διαβάθμισης (μαλακούς) στόχους όπως έκανε το 2012 ως αντίποινα για δολοφονίες Ιρανών πυρηνικών επιστημόνων ή αν θα επιλεγεί μια πιο άμεση και εμφατική ενέργεια.

Προς το παρόν η πρώτη εκδοχή (ίσως συνοδευόμενη από την σύσφιξη των σχέσεων με Ρωσία και Κίνα) φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Αλλά σε βάθος χρόνου, με συσσωρευμένα τα εσωτερικά προβλήματα, με τους σκληροπυρηνικούς συντηρητικούς να κερδίζουν επιρροή και την κοινωνική πίεση να εντείνεται, αν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ συνεχίσουν να ακολουθούν την στρατηγική της έντασης, η πολυτέλεια της μη απάντησης θα ισοδυναμεί με ταπείνωση. Μένει να διαπιστώσουμε το επόμενο διάστημα αν το Ιράν θα περιμένει τις φθινοπωρινές εξελίξεις ή θα αποφασίσει να μην θεωρεί πια τη μακροθυμία πολιτική αρετή.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα