Μετά το τουρκολιβυκό μνημόνιο, η κυβέρνηση της Τρίπολης, υπό τον Φαγιέζ αλ Σάρατζ, υπέγραψε νέα συμφωνία αξίας 35 δισ. δολαρίων με την Άγκυρα ανοίγοντας την αγορά της Λιβύης στους Τούρκος εργολάβους.
Η νέα συμφωνία υπογράφηκε από την υπουργό Εμπορίου της Τουρκίας, Ρουχσάρ Πεκτζάν και τον υπουργό Ανάπτυξης της κυβέρνησης Εθνικής Συμφιλίωσης, Al-Taher Al-Juhaimi και είναι “βούτυρο στο ψωμί” του Ερντογάν που παρακολουθεί την ελεύθερη πτώση της τουρκικής λύρας έναντι του δολαρίου καθώς 100 περίπου τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες αναμένεται να αναλάβουν την ανοικοδόμηση της Λιβύης.
Η συμφωνία δίνει τη δυνατότητα στις τουρκικές εταιρείες, που εγκατέλειψαν τη χώρα εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου το 2011 να συνεχίσουν τα έργα τους από εκεί που σταμάτησαν, δίνοντάς τους μάλιστα και αποζημίωση για τις ζημιές που υπέστησαν εξαιτίας της αιφνίδιας διακοπής των εργασιών τους.
“Η συμφωνία που υπογράψαμε χρησιμεύει ως κατευθυντήριο έγγραφο για τις διμερείς διαπραγματεύσεις μεταξύ των εταιρειών μας και των εργοδοτών της Λιβύης για την επίτευξη λύσης. Σήμερα, οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες έχουν αναλάβει έργα αξίας 407 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε 127 χώρες σε περισσότερα από 10.000 έργα σε όλο τον κόσμο. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εξωστρέφεια των τουρκικών κατασκευαστικών εταιρειών ξεκίνησε για πρώτη φορά με τη Λιβύη. Ο συνολικός όγκος των έργων που έχουμε αναλάβει στη Λιβύη έφτασε τα 28,6 δισεκατομμύρια δολάρια. Ελπίζω να συνεχίσει να αυξάνεται από τώρα και στο εξής” ανέφερε ο Τούρκος υπουργός Εμπορίου Ρουχσάρ Πεκτζάν μετά την υπογραφή της συμφωνίας..
Ο Mithat Yenigün, πρόεδρος της Τουρκικής Ένωσης Εργολάβων, υπενθύμισε ότι εξαιτίας του εμφυλίου οι τουρκικές εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στη Λιβύη από το 2011 αναγκάστηκαν να αφήσουν τις εργασίες τους ημιτελείς, με αποτέλεσμα τη λεηλασία των εργοταξίων τους και την επιστροφή στην Τουρκία περίπου 25 χιλιάδων Τούρκων μηχανικών και εργαζομένων.
Η συμφωνία προβλέπει επίσης την κατασκευή νέων υποδομών συνολικού ύψους 16 δις. δολαρίων, καθώς και την ολοκλήρωση των ημιτελών έργων αξίας 19 δις. δολαρίων.