Σημαντικές, πιθανώς «τεκτονικές» αλλαγές στην περιοχή της ευρύτερης Μέσης Ανατολής φαίνεται να δρομολογεί η απόφαση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ) και του Ισραήλ στις 13 Αυγούστου να προχωρήσουν το φθινόπωρο του 2020 σε συμφωνία ομαλοποίησης των σχέσεων.
Η εξέλιξη εκτιμάται ως ιστορική, όχι μόνον διότι αναμένεται να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε πιθανή διμερή ειρηνευτική συμφωνία μίας αραβικής χώρας με το Ισραήλ, μετά από εκείνη του 1979 με τη Αίγυπτο και του 1994 με την Ιορδανία. Ούτε επειδή αφορά την επιλογή δύο κρατών να συνάψουν (και επισήμως…) σχέσεις απέναντι σε κοινούς γεωπολιτικούς αντιπάλους (Ιράν, Τουρκία), παρά τις ιστορικές διαφορές στο φόντο του ανεπίλυτου παλαιστινιακού ζητήματος και της ισραηλινο-παλαιστινιακής διένεξης.
Είναι ιστορική γιατί δείχνει πως αφορά τις αλλαγές που διαδραματίζονται εδώ και χρόνια στην ευρύτερη περιοχή με βασικό καταλύτη ή «αποδέκτη» το παλαιστινιακό ζήτημα και τις ευρύτερες αντιπαραθέσεις σε περιφερειακό γεωπολιτικό επίπεδο, όπως οι μακροχρόνιες συγκρούσεις σε Συρία και Λιβύη και οι ανταγωνισμοί για τα ενεργειακά κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Το σχέδιο Τραμπ και η “Παγίδα του Θουκυδίδη”
Ορισμένα από τα πρώτα πράγματα που μπορεί να διαπιστώσει ή να παρατηρήσει σε αυτή την αρχική (και ρευστή!) φάση της νέας κατάστασης που διαμορφώνεται στην ευρύτερη Μέση Ανατολή είναι πως, παρά τις αρχικές αρνητικές αντιδράσεις ή «μούδιασμα» πολλών χωρών που είχαν συνταχθεί με τα δίκαια του παλαιστινιακού λαού, το σχέδιο Τραμπ περί «συμφωνίας του αιώνα» προωθείται σταθερά. Και προωθείται στο πλαίσιο της de facto «επιβεβλημένης» επιλογής των ΗΠΑ να «σταθεροποιήσουν», όπως και εάν μπορέσουν, την κατάσταση στη Μέση Ανατολή (τώρα που δεν εξαρτώνται πλέον ενεργειακά, όπως στο παρελθόν!). Μεταξύ άλλων ώστε να μεταθέσουν, μελλοντικά, το κύριο βάρος της προσοχής τους στην μεγάλη και πολυσύνθετη κόντρα που έχουν εγκαινιάσει τα τελευταία χρόνια με την Κίνα, την οποία αναμένεται να κλιμακώσουν, ανεξαρτήτως του νικητή των επικείμενων αμερικανικών προεδρικών εκλογών της 3ης Νοέμβρη. Κάτι που προβλέπουν, εδώ και χρόνια, αρκετοί αναλυτές υπό το πρίσμα της λεγόμενης «παγίδας του Θουκυδίδη», που εν ολίγοις θεωρεί πως όταν μια ισχυρή κυρίαρχη δύναμη αντιλαμβάνεται την άνοδο μιας άλλης που απειλεί να την επισκιάσει, μοιραία οδηγείται σε σύγκρουση μαζί της.
Μεταξύ ορισμένων εξελίξεων και συμπερασμάτων που μπορεί να βγάλει κανείς στην παρούσα αρχική φάση διαπραγμάτευσης που εγκαινίασαν Ισραηλινοί και Εμιρατιανοί στο Άμπου Ντάμπι τη Δευτέρα, 31 Αυγούστου, αφορούν τουλάχιστον δύο ενδιαφέροντα θέματα:
_Α. Το παλαιστινιακό ζήτημα. Μολονότι παραμένει ανεπίλυτο, εκ των πραγμάτων δεν αποτέλεσε τροχοπέδη στην επιθυμία των ΗΑΕ να ανακοινώσουν επικείμενη ομαλοποίηση σχέσεων με το Ισραήλ. Υψηλόβαθμοι Εμιρατιανοί αξιωματούχοι διατείνονται παρόλα αυτά πως δεν πρόδωσαν τον παλαιστινιακό λαό, εξηγώντας πως επιλέγουν να προωθήσουν την επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος και τα γεωπολιτικά συμφέροντα της χώρας τους κατηγορώντας εμμέσως πλην σαφώς την Παλαιστινιακή ηγεσία (και σε Λωρίδα Γάζας και σε Δυτική Όχθη) για «καθήλωση» σε άκαρπη άκαμπτη στάση και σε μη ρεαλιστικά αιτήματα, όπως π.χ. η επιστροφή των πολλών χιλιάδων προσφύγων καθώς έχουν περάσει 53 χρόνια από τον πόλεμο του 1967… Θεωρούν εν ολίγοις πως στην περιοχή πλέον έχουν διαμορφωθεί νέα δεδομένα που καθιστούν «πεπαλαιωμένη» τη λεγόμενη «Αραβική Διπλωματική Πρωτοβουλία» του 2002-03 που μεταξύ άλλων προωθούσε την επίλυση του παλαιστινιακού (με ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την Α. Ιερουσαλήμ και επιστροφή προσφύγων) με αντάλλαγμα την ομαλοποίηση σχέσεων αραβικών και μουσουλμανικών χωρών με το Ισραήλ. Ο πρώην επικεφαλής των Παλαιστινίων διαπραγματευτών και μέλος της ΕΕ του Οργανισμού για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) Σαέμπ Ερεκάτ με άρθρο του στα μέσα Αυγούστου στην ιστοσελίδα της PLO είχε αποδοκιμάσει τη στάση των ΗΑΕ και ορισμένων άλλων μοναρχιών του Κόλπου που έχουν παρασκηνιακά σχέσεις με το Ισραήλ μιλώντας για πρώτη φορά για τη…“γέννηση Αράβων Σιωνιστών”!
_Β. Το σκληρό παζάρι που έχει ξεκινήσει (αρχικά στο παρασκήνιο) για την πιθανή πώληση στα ΗΑΕ των αμερικανικών μαχητικών τελευταίας γενιάς, F35, που διαθέτει ήδη η ισραηλινή πολεμική αεροπορία και χρησιμοποιεί μεταξύ άλλων σε «χειρουργικές» αεροπορικές επιδρομές μεταξύ άλλων σε Συρία (και λιγότερο) σε Ιράκ.
Σε ό,τι αφορά την πώληση αεροσκαφών F35 προς τα ΗΑΕ, το ζήτημα προκαλεί «πονοκέφαλο» στην κυβέρνηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου, που δήλωσε το βράδυ της 31ης Αυγούστου πως τάχα “δεν γνώριζε” πως είχαν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις Αμερικανών και Εμιρατιανών, πριν ανακοινωθεί στις 13 Αυγούστου η επικείμενη συμφωνία ομαλοποίησης σχέσεων Ισραήλ-ΗΑΕ.
Υποσχέσεις για “ποιοτική” στρατιωτική υπεροπλία του Ισραήλ
Επιπροσθέτως, οι τριβές που προκαλεί η υπόθεση ανάμεσα στις σχέσεις του Ισραήλ με τις ΗΠΑ και τα ΗΑΕ αντανακλάστηκε και στις επανειλημμένες αναφορές του Αμερικανού σύμβουλου Εθνικής Ασφάλειας Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν και του Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρού του προέδρου Τραμπ και συμβούλου στο Λευκό Οίκο (που θεωρείται από τους αρχιτέκτονες της «συμφωνίας του αιώνα»). Και οι δύο έκαναν παρεμφερείς δηλώσεις κατά την άφιξή τους στο αεροδρόμιο του Άμπου Ντάμπι στις 31 Αυγούστου. Αμφότεροι αναφέρθηκαν στη «δέσμευση» των ΗΠΑ για διατήρηση της «ποιοτικής στρατιωτικής υπεροπλίας» του Ισραήλ “ακόμη και εάν” προχωρήσει η πώληση αμερικανικών F35 στα Εμιράτα. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Με το να πωληθούν π.χ. στο Άμπου Ντάμπι υπό περιοριστικούς όρους και «κλειδωμένες» κάποιες πιθανώς κρίσιμες (τεχνολογικά) δυνατότητες και όπλα. Είχε γίνει άλλωστε αναλόγως και στην περίπτωση πώλησης των συγκεκριμένων αεροσκαφών προς την Τουρκία, έως ότου οι αμερικανο-τουρκικές κόντρες φρέναραν την παράδοσή τους στον τουρκικό στρατό…
Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο πως οι ΗΠΑ θέλουν να προωθήσουν για διάφορους λόγους ένα νέο, χρυσοφόρο στρατιωτικό εξοπλιστικό πακέτο στα ΗΑΕ, πουλώντας (κυρίως) τα μαχητικά F35 (δεδομένου και του κόστους που συνιστά το «πάγωμα’ της παράδοσης των συγκεκριμένων μαχητικών προς την Τουρκία). Θεωρούν ότι τα ΗΑΕ «έχουν δικαίωμα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους απέναντι στο Ιράν» και ότι πιθανώς να είναι πιο αποφασισμένα να πράξουν κάτι τέτοιο σε σύγκριση με την πιο «συντηρητική» σε ανάλογες ενέργειες Σαουδική Αραβία. Εάν τα ΗΑΕ κάνουν την αρχή, είναι βέβαιο πως αυτό θα ανοίξει την “όρεξη” και άλλων πλούσιων μοναρχιών του Κόλπου που λογαριάζονται ως “πιστοί εταίροι” των ΗΠΑ με κοινό αντίπαλο το Ιράν. Ιδιαίτερα εάν αποφασίσουν σύντομα να ομαλοποιήσουν ομοίως τις σχέσεις με το Ισραήλ ακόμη και πιο “δύσκολες” αραβικές χώρες όπως το Μπαχρέιν, το Ομάν, το Κουβέιτ, ή το Σουδάν…
Επιπροσθέτως και τα ΗΑΕ επιδιώκουν διακαώς την αγορά των υπερσύγχρονων αεροσκαφών καθώς έχουν ανοίξει «πολλούς λογαριασμούς» με πολέμους στην ευρύτερη περιοχή που εκτείνονται από την Υεμένη ως τη Λιβύη και την ελληνο-τουρκική κόντρα στην Ανατολική Μεσόγειο, χαράσσοντας τη δική τους δυναμική γραμμή. Ανεξαρτήτως ενίοτε των σχεδίων και αποφάσεων της (επίσης σουνιτικής) Σαουδικής Αραβίας…
Άλλωστε ο Αμερικανός Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν, το είπε όσο πιο καθαρά γινόταν στις 31Αυγούστου στο Άμπου Ντάμπι, παίρνοντας σαφείς αποστάσεις από τον έτερο σημαντικό εταίρο τους στον Κόλπο, τη Σαουδική Αραβία: «Ισραήλ και ΗΑΕ», τόνισε «συγκροτούν μαζί με τις ΗΠΑ ενιαίο μέτωπο κατά του Ιράν». «Είναι οι πιο ικανοί και αξιόπιστοι εταίροι των ΗΠΑ στην περιοχή»…