Πυρετώδεις εργασίες παρατηρούνται στην Ακρόπολη των Αθηνών τις τελευταίες ημέρες, εν όψει της επίσημης παρουσίασης του νέου φωτισμού της, σήμερα Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου. Η φιέστα, διότι περί αυτού πρόκειται, θα γίνει παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνας Μενδώνη και του Προέδρου του Ιδρύματος Ωνάση, Αντώνη Σ. Παπαδημητρίου.
Η εκδήλωση, που τυγχάνει εξαιρετικά μεγάλης προβολής από τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, θα παρουσιαστεί ζωντανά, σε live streaming, τόσο από τη σελίδα του υπουργείου Πολιτισμού, όσο και από το κανάλι YouTube του χορηγού (Ίδρυμα Ωνάση), ενώ θα μεταδοθεί σε απευθείας μετάδοση και από την ΕΡΤ1.
Ο νέος φωτισμός της Ακρόπολης προβάλλεται ως το πρώτο από μία σειρά έργων, συνολικού κόστους 1,5 εκατ. ευρώ, που πραγματοποιούνται από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού σε σύμπραξη με το Ίδρυμα Ωνάση, με στόχο τη συνολική αναβάθμιση των υποδομών και των παρεχομένων υπηρεσιών της Ακρόπολης.
Το άλλο μεγάλο έργο που συμπεριλαμβάνεται στην σύμπραξη αυτή είναι το αναβατόριο για τους αναπήρους, έργο στο οποίο έχουμε εκτενώς αναφερθεί σε προηγούμενα δημοσιεύματά μας και το οποίο ακόμη περιμένει να παραδοθεί στο κοινό, μετά από αλλεπάλληλες αναβολές.
Ακύρωσαν οι ξένοι καλεσμένοι
Στην τελετή της Τετάρτης επρόκειτο να παραστούν, προσδίδοντάς της διεθνές κύρος, και η πρωθυπουργός της Δανίας Μέτε Φρέντερικσεν, ο καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτζ και ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε. Η άφιξή τους, ωστόσο, στην Αθήνα ματαιώθηκε χωρίς να υπάρχουν επίσημες σχετικές ανακοινώσεις. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της τηλεόρασης του STAR, η ακύρωση της άφιξης των τριών υψηλών προσκεκλημένων οφείλεται στην κρίσιμη κατάσταση που διαμορφώνεται στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, λόγω της αύξησης των κρουσμάτων κορονοϊού.
Δεν αποκλείεται, πάντως, η ακύρωση αυτή να σχετίζεται και με την ραγδαία αύξηση των θετικών κρουσμάτων και στην Αττική, όπου έχει σημάνει συναγερμός, καθώς έχουμε εισέλθει σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση επιδημιολογικά, με επιδεινούμενα όχι μόνο τα ποσοτικά αλλά και τα ποιοτικά στοιχεία των κρουσμάτων, με εκτίναξη του αριθμού των διασωληνώσεων και της θνησιμότητας.
Κορονοϊός στην Ακρόπολη
Αλώβητη από τα χτυπήματα του κορονοϊού δεν έμεινε, άλλωστε, ούτε η ίδια η Ακρόπολη. Παρά το σιωπητήριο για το θέμα που έχει επιβάλει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, τα λιγοστά μέχρι σήμερα σχετικά δημοσιεύματα, αναφέρονται σε 4 τουλάχιστον κρούσματα σε υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού στον Βράχο της Ακρόπολης – ένα στην Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ) και τρία στο φυλακτικό προσωπικό που υπηρετεί στην Ακρόπολη.
Ενδεικτικό της διαφαινόμενης προσπάθειας απόκρυψης των κρουσμάτων είναι η ανησυχία που εκφράζουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στο υπουργείο Πολιτισμού, ανησυχία που, όπως σημειώνουν σε ανακοίνωσή τους “εντείνεται από τις παλινωδίες των αρμόδιων υπηρεσιακών παραγόντων στη διαχείριση του θέματος, αλλά και την εκκωφαντική “αφωνία” τους απέναντι στις πληροφορίες από τους ίδιους τους εργαζόμενους και τα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για πολλαπλάσια κρούσματα από όσα επισήμως έχουν ανακοινωθεί”.
Αξίζει να σημειωθεί πως, πράγματι, το υπουργείο Πολιτισμού δεν έχει μέχρι σήμερα ανακοινώσει ή διαψεύσει τίποτα επισήμως για το θέμα, μολονότι το πρώτο δημοσίευμα που μιλούσε για τέσσερα κρούσματα (και όχι για ένα που έχει επισήμως γνωστοποιηθεί) ήρθε στο φως το προηγούμενο Σάββατο.
Η σιωπή του υπουργείου Πολιτισμού οδηγεί πολλούς να αναρωτιούνται εύλογα αν η προσπάθεια συγκάλυψης της αλήθειας για το εύρος της εξάπλωσης του κορονοϊού συνδέεται με την προγραμματισμένη φιέστα, η οποία και θα έπρεπε να ακυρωθεί στην περίπτωση που η Ακρόπολη έκλεινε λόγω των αυξημένων κρουσμάτων.
Γιατί (της) αλλάζουν τα φώτα;
Προς τι όμως η σπουδή για το ίδιο το έργο της αναβάθμισης του φωτισμού στον Βράχο της Ακρόπολης; Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως ο προηγούμενος φωτισμός, που σχεδιάστηκε και ανατέθηκε το 2004, μετά από πρωτοβουλία του Μιχάλη Κακογιάννη, στον διεθνούς φήμης ειδικό σε θέματα φωταγωγήσεων και ανάδειξης μέσω φωτισμών των μνημείων στις πόλεις, Πιερ Μπιντό, ήταν εντυπωσιακός.
Ωστόσο, είχε αφεθεί στην τύχη του. Η κακή συντήρηση των φωτιστικών και ο ελλιπής καθαρισμός τους αφαιρούσαν, χρόνο με τον χρόνο, από την ποιότητα της εικόνας που βλέπαμε. Θα μπορούσε να έχει προκριθεί από το υπουργείο Πολιτισμού η λύση της επιδιόρθωσης των φθαρμένων υλικών και της αποκατάστασης της αρχικής μελέτης.
Αντ’ αυτού και δίχως καν να εξετάσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, που θα είχε προφανώς απείρως μικρότερο κόστος και εξασφαλισμένα ποιοτικά αποτελέσματα, προχώρησε σε μια αμφιλεγόμενη απόφαση: εξήγγειλε τον Οκτώβριο του 2019, σε πανηγυρικό κλίμα, από το Μαξίμου και παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, την εμπλοκή του Ιδρύματος Ωνάση σε έργα αναβάθμισης των υποδομών στον λόφο της Ακρόπολης, μεταξύ των οποίων και ο φωτισμός.
Για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και την Λίνα Μενδώνη, αλλά και για το Ίδρυμα Ωνάση, ο φωτισμός και η πρόσβαση των ΑμεΑ στην Ακρόπολη έδωσαν μια καλή ευκαιρία για να υπογραμμίσουν, σε πραγματικό και συμβολικό επίπεδο, τις πολιτικές τους προτεραιότητες: εμπλοκή των ιδιωτών σε θέματα διαχείρισης και προβολής των μνημείων της χώρας, όπως και σε καθετί λογίζεται ως δημόσια περιουσία και δημόσιο αγαθό, για τα οποία την αποκλειστική ευθύνη θα έπρεπε να έχει η πολιτεία.
Από την άποψη αυτή, η επιλογή της Ακρόπολης μόνο τυχαία δεν ήταν, καθώς θεωρείται το κορυφαίο μνημείο της χώρας, εγγεγραμμένο, άλλωστε, στη λίστα των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO. Γι’ αυτόν άλλωστε τον λόγο ουδέποτε μέχρι σήμερα είχε διανοηθεί κανείς να ζητήσει χρήματα από ιδιώτη ή να δεχτεί δωρεές ή χορηγίες για οποιαδήποτε παρέμβαση ή έργο εκτελείται εκεί.
Η εθνική μας φωτίστρια ξαναβαπτίζεται
Ο νέος φωτισμός του Βράχου της Ακρόπολης ανατέθηκε, όχι από το υπουργείο Πολιτισμού, αλλά απευθείας από το Ίδρυμα Ωνάση, στην επονομασθείσα και “εθνική φωτίστρια” Ελευθερία Ντεκώ. Η γνωστή και έμπειρη στους θεατρικούς φωτισμούς (αλλά όχι και σε αυτούς που αναδεικνύουν μνημεία) σχεδιάστρια φωτισμού δήλωσε: “Ολοκληρώνοντας αυτό το έργο νιώθω ότι ξαναβαπτίστηκα. Ήταν το πραγματικό μου βάπτισμα στον πολιτισμό της χώρας μας”. Δεν έχουμε λόγο να διαφωνήσουμε επ’ αυτού.
Στο ίδιο δελτίο τύπου που εμπεριέχει την παραπάνω φράση, διαβάζουμε και τη δήλωση της Λίνας Μενδώνη: “Εν μέσω της πανδημίας είναι πολύ σημαντικό η Αθήνα να μπορεί να προσφέρει στους κατοίκους και τους επισκέπτες της, αλλά και απανταχού στον πλανήτη, μια νέα, αναβαθμισμένη εικόνα του Ιερού Βράχου”. Πράγματι, αυτό που ακριβώς έλειπε από την Αθήνα της βαθιάς οικονομικής και υγειονομικής κρίσης ήταν ο νέος φωτισμός της Ακρόπολης… Το ένα από τα δύο σκέλη του “άρτος και θεάματα”. Το άλλο σκέλος αναζητείται ακόμη.
Επί της ουσίας του νέου φωτιστικού εγχειρήματος, όπως διαβάζουμε στο αυτό κείμενο “η νέα μελέτη του φωτισμού διαβαθμίζει τις εντάσεις και τις αποχρώσεις του λευκού, μεταξύ των εξωτερικών και εσωτερικών μερών των μνημείων ώστε να αναδεικνύονται τα αρχιτεκτονικά τους στοιχεία και να γίνονται αντιληπτά, το ανάγλυφο, το βάθος και η πλαστικότητά τους”.
Επί αυτών των επισημάνσεων θα γραφτούν τις επόμενες μέρες πολλά, άλλα κριτικά και άλλα απολογητικά. Ήδη πάντως, από όσους παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς το θέμα και τις πρόβες τις προηγούμενης περιόδου, εκφράζονται σοβαρές επιφυλάξεις για το τελικό αποτέλεσμα.
Από πολλούς σημειώνεται με έμφαση πως ο λευκός φωτισμός που έχει επιλεγεί τώρα, έναντι του θερμού φωτός που κυριαρχούσε στον φωτισμό του Μπιντό αγκαλιάζοντας τους όγκους και προσδίδοντας ατμοσφαιρικότητα και μια αίσθηση οικειότητας, δίνει μια απόκοσμη και ψυχρή όψη στα φωτιζόμενα μνημεία. Ο ψυχρός φωτισμός “καίει” το λευκό του Παρθενώνα και παραποιεί την εικόνα του Βράχου.
Σε κάθε περίπτωση, για άλλη μια φορά, θα συζητάμε εκ των υστέρων και εκ του αποτελέσματος για μια λύση που επιβλήθηκε, χωρίς να προηγηθεί κανενός είδους διάλογος ή διαβούλευση. Όπως ακριβώς έγινε με τους φωτισμούς των κεντρικών οδικών αρτηριών της Αθήνας τα Χριστούγεννα, τον Μεγάλο Περίπατο του Κώστα Μπακογιάννη και την διαμόρφωση της πλατείας Ομονοίας.
Και μάλιστα μια “λύση” που στοίχισε πολλά, όχι μόνο σε χρήμα αλλά κυρίως σε αυτο-υπονόμευση του ρόλου που η επίσημη πολιτεία έχει εκ του νόμου και του συντάγματος για την προστασία και ανάδειξη του μνημειακού πλούτου της χώρας.