ΑΘΗΝΑ
22:36
|
19.04.2024
Τα αίτια της θριαμβευτικής πορείας της Άρντερν πρέπει να αναζητηθούν στην επιτυχή διαχείριση κρίσεων.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

H θριαμβευτική επικράτηση της πρωθυπουργού της Νέας Ζηλανδίας, Τζασίντα Άρντερν, στις εκλογές της 17ης Οκτωβρίου δεν εξέπληξε κανέναν. Τα δημοσκοπικά ευρήματα, από την αρχή της άνοιξης και έπειτα δεν άφησαν το παραμικρό περιθώριο αμφισβήτησης της παντοδυναμίας του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος. Η μοναδική έκπληξη είχε να κάνει με το εύρος της εκλογικής νίκης – με το τελικό 49,15% να συνιστά την τρίτη καλύτερη επίδοση στην εκατονταετή ιστορία του κόμματος. Η νέα κυβέρνηση της Άρντερν είναι η πρώτη μετά την αλλαγή του εκλογικού νόμου και την θέσπιση της μικτής αναλογικής το 1996 που δεν χρειάζεται τη συμμετοχή ή υποστήριξη μικρότερων κομμάτων για να ασκήσει πολιτική.

Προσπαθώντας να καταλάβει κανείς το τι οδήγησε σε μια τόσο μεγάλη νίκη θα ήταν λάθος να εστιάσει αποκλειστικά στις αδιαμφισβήτητες επικοινωνιακές δυνατότητες της 40χρονης πολιτικού. Δυνατότητες, οι οποίες κάποιοι κακόπιστοι διατείνονται πως υπερτονίστηκαν, όταν μερίδα του διεθνούς τύπου (προεξάρχουσας της Vogue) αποφάσισε να “επενδύσει” στην ανερχόμενη “Αγία Τζασίντα”, προβάλλοντάς την ως τον “αντι-Τραμπ” και αντίδοτο στον λαϊκισμό.

Ούτε όμως μια απλή αναγωγή στην συνέπεια λόγων και έργων ως πολιτική αρετή (με την αυστηρή της τουλάχιστον έννοια) που επιβραβεύεται από το εκλογικό σώμα αρκεί. Το αντίθετο μάλλον. Με βάση τις προεκλογικές υποσχέσεις περί “μεταμορφωτικής κυβέρνησης” που δόθηκαν το 2017, όταν η Νεοζηλανδή πολιτικός αναλάμβανε την εξουσία συνεργαζόμενη με το εθνικιστικό κόμμα NZFirst και με την στήριξη των Πρασίνων, τα πεπραγμένα της λαοφιλούς ηγέτιδας κρίνονται τουλάχιστον αναντίστοιχα των προσδοκιών που καλλιέργησε για δραστική μείωση της φτώχειας και της αστεγίας και αποφασιστική στροφή προς καθαρότερες μορφές ενέργειας.

Στο πεδίο της ενίσχυσης του κράτους κοινωνικών παροχών, η αρχική δέσμευση για αύξηση μιας σειράς προνοιακών επιδομάτων (επίδομα αναζήτησης εργασίας, επίδομα μονογονεϊκής οικογένειας κ.α.) τηρήθηκε κατ’ ελάχιστον, αφού αντί για 47% οι αυξήσεις μετά βίας ξεπέρασαν το 3% (για την ακρίβεια 3,09%). Το πρόγραμμα για τη δημιουργία χιλιάδων νέων προσιτών οικονομικά κατοικιών στέφθηκε και αυτό από παταγώδη αποτυχία, αφού έως τον Αύγουστο μόλις 452 οικίες είχαν παραδοθεί, πολύ μακριά από τον στόχο των χιλίων ανά έτος, με αποτέλεσμα την αναπροσαρμογή των στόχων προς τα κάτω. Και η υπόσχεση για εξάλειψη της παιδικής φτώχειας δεν μοιάζει να τηρήθηκε, αν κανείς αναλογιστεί ότι στην τελευταία έκθεση της Unicef για την ευημερία των παιδιών σε 41 χώρες υψηλού εισοδήματος η Νέα Ζηλανδία κατατασσόταν μόλις 35η.

Ακόμη και στο μέτωπο της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, παρότι ανακλήθηκαν οι μελλοντικές ερευνητικές άδειες για κοιτάσματα πετρελαίου και εν γένει υδρογονάνθρακες, οι υφιστάμενες και εν ενεργεία άδειες (μερικές εκ των οποίων έχουν διάρκεια δεκαετιών) έμειναν ανέγγικτες. Και ενώ έγινε δεκτή η νομοθετική πρόταση των Πρασίνων (Zero Carbon Amendment Act) για την μείωση κατά 30% και κατόπιν μηδενισμό των εκπομπών άνθρακα έως το 2050, η κατάρτιση ενός οδικού χάρτη που να περιλαμβάνει συγκεκριμένες δράσεις παραπέμφθηκε στο αόριστο μέλλον και με την απαραίτητη τεχνοκρατική συνδρομή μιας “ανεξάρτητης κλιματικής επιτροπής”.

Παρά όμως τις πολλαπλές αποτυχίες να ανταποκριθεί στις υποσχέσεις της, η Άρντερν είχε την τύχη όλες αυτές να περάσουν απαρατήρητες. Και αυτό, γιατί υποσκελίστηκαν από την πρωθυπουργική αντίδραση σε τρεις διαδοχικές και χωρίς προηγούμενο κρίσεις.

Η πρώτη μεγάλη κρίση ήταν η τρομοκρατική επίθεση λευκού εξτρεμιστή ρατσιστή σε δύο τζαμιά της πόλης Κράισττσερτς. Η επίθεση, την οποία ο ακροδεξιός δολοφόνος βιντεοσκοπούσε ζωντανά μέσω Facebook, είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 51 ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 50. Η Άρντερν εκτός από την έκφραση συμπαράστασης στις οικογένειες των δολοφονημένων και την απερίφραστη καταδίκη του ρατσιστικού φαινομένου, προχώρησε στην απαγόρευση πώλησης πυροβόλων όπλων στρατιωτικού χαρακτήρα και πρωτοστάτησε στην υιοθέτηση της Πρωτοβουλίας του Κράισττσερτς κατά του ρατσισμού, της ακροδεξιάς και της μισαλλοδοξίας που έθετε τις εταιρείες κοινωνικών δικτύων προ των ευθυνών τους.

Τον Δεκέμβρη ακολούθησε η δεύτερη δοκιμασία για την κυβέρνηση των Εργατικών. Η έκρηξη του ηφαιστείου Ουακάρι στη Λευκή Νήσο είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο είκοσι έξι τουριστών και τον τραυματισμό άλλων είκοσι. Η γρήγορη ανταπόκριση της κυβέρνησης, ώστε να υποστηριχθούν οι οικογένειες των θυμάτων και η προσωπική παρουσία της πρωθυπουργού στο πλευρό των διασωστικών συνεργείων, καταγράφηκε ως ακόμη μια επιτυχία. Όσο για την πρόσφατη και εν εξελίξει ακόμη πανδημική κρίση, η χώρα μπορεί να υπερηφανεύεται πως αποτελεί success story. Η συνδυασμένη στρατηγική της αυστηρής καραντίνας, του περιορισμού των μετακινήσεων από και προς το νησιωτικό κράτος και της διενέργειας μαζικών διαγνωστικών τεστ είχε ως αποτέλεσμα η Νέα Ζηλανδία να είναι ελεύθερη από την μετάδοση του ιού στην κοινότητα, γεγονός που φαντάζει ανέφικτο για πολλές άλλες χώρες της υφηλίου. Αλλά και στο μέτωπο της οικονομίας οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για την στήριξη του εισοδήματος των εργαζομένων πήραν τη μορφή ενός πακέτου δημοσιονομικής τόνωσης που ανήλθε στο 17% του ΑΕΠ της νεοζηλανδικής οικονομίας.

Επιπλέον των κυβερνητικών επιδόσεων, η αντιπαραβολή με τους παραπαίοντες αντιπάλους του Εθνικού Κόμματος (προαιώνιου αντιπάλου των Εργατικών επί σχεδόν ένα αιώνα) λειτούργησε ως φυσικό προωθητικό της επανεκλογής Άρντερν. Η πρώτη κρισιακή συγκυρία βρήκε την μεγάλη συντηρητική παράταξη να απολογείται για την άρνησή της να συνυπογράψει το Σύμφωνο Μετανάστευσης του ΟΗΕ, στο οποίο μάλιστα ο μακελάρης του Κράισττσερτς έκανε ειδική αναφορά, με τον τότε ηγέτη Σάιμον Μπρίτζες να επικαλείται επιεικώς γελοίες δικαιολογίες. Το περιστατικό δημιούργησε ένταση ανάμεσα στους φιλελεύθερους του κόμματος και την συντηρητική τάση, με τους πρώτους να τονίζουν την ανάγκη να κρατηθούν αποστάσεις από την αντιμεταναστευτική ρητορική και τους οπαδούς της δεξιάς πτέρυγας να μένουν ασυγκίνητοι από τακτικισμούς.

Έκτοτε, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με την ενότητά του να έχει διαρραγεί ποτέ δεν μπόρεσε να συνέλθει, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στην αλλαγή τριών ηγετών σε λίγο περισσότερο από δύο χρόνια. Ηγετών που αδυνατώντας να παρουσιάσουν οποιαδήποτε πειστική εναλλακτική, έμειναν στην Ιστορία ως ακούσιοι συντελεστές του θριάμβου των αντιπάλων τους.

Για τους πιο καχύποπτους βέβαια υπάρχουν, όσο δύσκολο κι αν είναι σε κάποιον να το φανταστεί, γκρίζα σημεία στην επικράτηση της Άρντερν. Το πρώτο αφορά την πανδημική διάσταση και την αβεβαιότητα (σε οικονομικό και υγειονομικό επίπεδο) που τη συνοδεύει, από την οποία ούτε η επιτυχημένη νεοζηλανδική περίπτωση είναι σίγουρο πως θα βγεί αλώβητη μακροπρόθεσμα. Το δεύτερο έρχεται ως απότοκο της πρόσφατης εκλογικής επιτυχίας. Ακριβώς επειδή το νέο υπουργικό συμβούλιο δεν υπόκειται στους συμβιβασμούς μιας κυβέρνησης συνεργασίας και η πρωθυπουργός κατέστησε εξαρχής σαφές πως πρόκειται για κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος και μόνο, υπάρχει αρκετός χώρος ώστε η αναπόφευκτη αργά ή γρήγορα κυβερνητική φθορά να κεφαλοποιηθεί από δυνάμεις όχι μόνο στα δεξιά (με πάντα υπολογίσιμο, ακόμη και σε φάση υποχώρησης, το Εθνικό Κόμμα) αλλά και εξ αριστερών της κυβερνώσας παράταξης, όπου το ενισχυμένο Πράσινο Κόμμα αποτελεί πια τον βασικό ανταγωνιστή.

Όλα αυτά βέβαια δείχνουν ακόμη πολύ μακρινά. Προς το παρόν, η πρωθυπουργός απολαμβάνει τα διθυραμβικά σχόλια του φιλελεύθερου Τύπου, που το τελευταίο διάστημα την έχει χαρακτηρίσει την πλέον αποτελεσματική και αυθεντική ηγέτη κράτους. Το σίγουρο είναι πως μέχρι να αμφισβητηθεί η κυριαρχία της στο εσωτερικό της χώρας η Τζασίντα Άρντερν αποτελεί την πιο αναγνωρίσιμη (ίσως και την μόνη αναγνωρίσιμη) περίπτωση ηγέτη του απομακρυσμένου νησιωτικού κράτους, κατορθώνοντας να βάλει τη Νέα Ζηλανδία στον παγκόσμιο χάρτη για κάποιον άλλο λόγο πέρα από αυτόν του σκηνικού για υπερπαραγωγές του Χόλιγουντ.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα