ΑΘΗΝΑ
18:40
|
07.11.2024
Τα συμπεράσματα και οι προτάσεις της έκθεσης που κατατέθηκε στη Βουλή μετά από έξι μήνες.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Μεροληψία, απροθυμία συνεργασίας με ανεξάρτητες αρχές, όπως αυτή του Συνηγόρου του Πολίτη, συγκαλύψεις σε αποφάσεις των πειθαρχικών οργάνων και πολλά άλλα καταλογίζει στην Ελληνική Αστυνομία το πόρισμα της επιτροπής Αλιβιζάτου για την αστυνομική βία στη χώρα.

Το έξι σελίδων πόρισμα κατατέθηκε στη Βουλή στο πλαίσιο συζήτησης επίκαιρων ερωτήσεων των βουλευτών Κώστα Μάρκου (ΣΥΡΙΖΑ) και Κρίτωνα Αρσένη (ΜέΡΑ25). Το πόρισμα είχε παραδοθεί στον αρμόδιο υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, τον περασμένο Μάιο, πριν δηλαδή από έξι μήνες.

Τα συμπεράσματα του πορίσματος είναι:

«1. Απροθυμία των ανακριτικών οργάνων της ΕΛΑΣ να συνεργαστούν με τον Συνήγορο του Πολίτη. Επισημαίνεται ιδίως η μη λήψη καταθέσεων από κρίσιμους μάρτυρες, η μη υποβολή καίριων ερωτήσεων και η παράλειψη της εξέτασης των ιατρών που επιλήφθηκαν των υποθέσεων

2. Μεροληψία των ανακριτικών αστυνομικών οργάνων, η οποία εκδηλώνεται με την κατά σύστημα αποδοχή εντυπωσιακά «όμοιων» καταθέσεων από τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς και την απόδοση πολύ μεγαλύτερης βαρύτητας στις μαρτυρικές καταθέσεις πολιτών χωρίς αυτό να δικαιολογείται

3. Συστηματική καθυστέρηση στην υποβολή εγγράφων που ζητεί ο Συνήγορος

4. Μη συμμόρφωση προς τα πορίσματα του Συνηγόρου, με αποτέλεσμα να αναπέμπονται υποθέσεις στην ΕΛΑΣ για περαιτέρω έρευνα. Έτσι, επί των 20 υποθέσεων που μελετήθηκαν από τα μέλη της Επιτροπής μας, υπήρξαν 10 αναπομπές. Ακόμα ενδεικτικότερα, δεύτερη αναπομπή σημειώθηκε σε 5 περιπτώσεις δηλαδή στο 25% του συνόλου

5. Πλημμελής αιτιολογία των αποφάσεων των πειθαρχικών οργάνων της ΕΛΑΣ, ιδίως στο πεδίο της έρευνας του ρατσιστικού κινήτρου».

Τα μέλη της επιτροπής καταθέτουν και συγκεκριμένες προτάσεις για την ενίσχυση της διαφάνειας στις τάξεις της ΕΛΑΣ μεταξύ των οποίων:

1. Προκειμένου να εξατομικευτεί η ευθύνη των ενεχομένων σε περιστατικά αστυνομικής βίας, επιβάλλεται η άμεση επαναφορά ατομικών διακριτικών στοιχείων στις στολές όλων των αστυνομικών οργάνων.

2. Για τη διαλεύκανση των υποθέσεων και την αποτροπή περιστατικών βίας, επιβάλλεται η τοποθέτηση καμερών στο εσωτερικό των αστυνομικών οχημάτων, στα κρατητήρια και τα γραφεία των παραρτημάτων ασφάλειας, όπου διεξάγονται ανακριτικές πράξεις. Για το σχετικό μέτρο επιβάλλεται να ζητηθεί η συνεργασία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων.

3. Να υπάρξει μέριμνα για τη προστασία των θυμάτων αστυνομικής βίας καθώς και όσων καταγγέλλουν σχετικά περιστατικά, συμπεριλαμβανομένων και των μαρτύρων.

4. Στα πορίσματα των ΕΔΕ – και ειδικά για τη χρήση όπλων – να αιτιολογείται ειδικά αν ο σχεδιασμός της σχετικής επιχείρησης ήταν επαρκής ώστε να ελαχιστοποιηθεί κατά το δυνατόν η προσφυγή στη βία.

Ως γενικό συμπέρασμα επισημαίνεται πως:

“Αν και, εκ παραδόσεως, η Ελληνική Αστυνομία έχει δώσει και εξακολουθεί να παρέχει αρκετές αφορμές, δεν είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι τα όργανά της εμπλέκονται σε περιστατικά αστυνομικής βίας περισσότερο από τα όργανα άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Συνεπώς, η σημειούμενη αστυνομική βία στη χώρα μας ίσως να μην συνιστά καθ’ εαυτήν ελληνική ιδιομορφία, παρά τις εξάρσεις που κατά καιρούς επισημαίνονται. Αντίθετα, ελληνική ιδιαιτερότητα συνιστά η ατιμωρησία των εμπλεκόμενων αστυνομικών οργάνων, όπως προκύπτει μεταξύ άλλων από τις επανειλημμένες καταδίκες της χώρας μας από διεθνείς οργανισμούς. Η αποφασιστική αντιμετώπισή της, υπό τις σημερινές τουλάχιστον συνθήκες, μπορεί να γίνει μόνο με την ανάθεση ελεγκτικών αρμοδιοτήτων όχι μόνον σε αστυνομικά αλλά και σε ανεξάρτητα όργανα. Το αποφασιστικό βήμα έγινε με την εμπλοκή του Συνηγόρου του Πολίτη. Για την διασφάλιση, εν τούτοις, της συμμόρφωσης της ΕΛΑΣ προς τα πορίσματα του τελευταίου, είναι αναγκαίο η σχετική προσπάθεια να συνεχιστεί”.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα