Προ εβδομάδος οι τίτλοι των οικονομικών σελίδων είχαν κατακλυστεί με αντιφατικές αναφορές, άλλες για “κρατικοποίηση” της Τράπεζας Πειραιώς, άλλες για “εξυγιαντική ιδιωτικοποίηση”, άλλες εκθείαζαν την τράπεζα και άλλες μιλούσαν για σκάνδαλο. Το θέμα που προέκυψε αφορά το αίτημα της Τράπεζας Πειραιώς για μη πληρωμή των τόκων ομολόγου μετατρέψιμου σε μετοχές (CoCo), που μεταφράζεται σε αύξηση του ποσοστού του Δημοσίου. Το αίτημα της τράπεζας έσπευσε να αγκαλιάσει η ΝΔ, εγείροντας σημαντικά ερωτήματα για το κόμμα που εδρεύει στην οδό Πειραιώς. Επειδή εντός του Νοεμβρίου ο Ευρωπαϊκός Εποπτικός Μηχανισμός των Τραπεζών (SSM), θα αποφανθεί για το αίτημα της τράπεζας, έχει ενδιαφέρον να επισημανθούν οι φανερές και οι πιο κρυφές πλευρές του θέματος.
Το πρώτο σημείο το οποίο πρέπει να ξεκαθαριστεί είναι ότι σε περίπτωση που γίνει αποδεκτό το αίτημα της Τράπεζας Πειραιώς, ένα ομόλογο αξίας 2,04 δισ.ευρώ που κατέχει το Δημόσιο θα μετατραπεί σε μετοχικό κεφάλαιο αξίας περίπου 300-340 εκατ. ευρώ, γιατί η τιμή της μετοχής της τράπεζας έχει υποδεκαπλασιασθεί από τα 6 ευρώ, όταν εκδόθηκε το ομόλογο, σε 0,5-0,6 ευρώ σήμερα. Ουσιαστικά δηλαδή πρόκειται για μια νέα κρατική ενίσχυση σχεδόν 1,7 δισ. ευρώ στην τράπεζα από την πίσω πόρτα. Συγχρόνως το ποσοστό του Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο θα ανέλθει από 26,4% σε 61,3%, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η τράπεζα κρατικοποιείται. Τον έλεγχο της τράπεζας δεν θα τον έχει το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά οι ξένοι μέσω του μηχανισμού του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο ελέγχουν λόγω των μνημονιακών συμφωνιών.
Από την παραπάνω διαδικασία προκύπτουν δυο βασικά ερωτήματα. Το πρώτο αφορά το τι συνέβη ξαφνικά και η τράπεζα εκδηλώνει αυτή την πρόθεση. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την 1η Ιουνίου του 2020 όταν ο επικεφαλής της τράπεζας, Χρήστος Μεγάλου, δήλωνε ότι θα πληρωθεί κανονικά το COCOS. Θα ήταν εξάλλου άτοπο να ισχυρισθεί κάποιος ότι η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας δεν μπορεί να πληρώσει τόκους ύψους 165 εκατ. ευρώ. Υποτίθεται ότι είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένη με δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 16,1%, πολύ πάνω από το επίσημο όριο ασφαλείας, και έχει περάσει τα τεστ της Ε.Ε.
Όσον δε αφορά την δήθεν σύσταση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για μη διανομή μερίσματος, πρόκειται για κατευθυνόμενη παραπληροφόρηση, αφενός γιατί οι τόκοι ομολογιακών δανείων (CoCos) δεν είναι μέρισμα, αφετέρου διότι η σύσταση της Φραγκφούρτης αφορούσε τράπεζες χωρίς υψηλό κεφαλαιακό μαξιλάρι, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται καμία ελληνική τράπεζα.
Κατόπιν των ανωτέρω οδηγούμαστε στο δεύτερο ερώτημα για την στάση της κυβέρνησης. Σε σύσκεψη στις 30 Οκτωβρίου που συμμετέχουν οι Μητσοτάκης, Στουρνάρας και ο επικεφαλής της Τράπεζας Πειραιώς, ο πρωθυπουργός όχι μόνο υποστηρίζει το αίτημα της τράπεζας, αλλά και ανακοινώνει ότι αμέσως μετά θα προχωρήσει σε νέα αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ώστε αυτή μετά την “κρατικοποίηση” να γίνει ιδιωτική εκ νέου. Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα και ενδεχομένως να υποκρύπτουν και ποινικές ευθύνες. Γιατί η κυβέρνηση αποδέχεται μια πράξη που θα μειώσει την αξία των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου; Γιατί εν συνεχεία ανακοινώνει είσοδο νέων ιδιωτών μετά την “κρατικοποίηση”, σε μια συγκυρία που οι μετοχές λόγω κρίσης βρίσκονται στα τάρταρα; Υπάρχει σχέδιο παράδοσης σε νέους ιδιοκτήτες της τράπεζας κοψοχρονιά με επιδότηση του Ελληνικό Δημοσίου; Πως γίνεται η ΝΔ που το 2015 καταδίκαζε την απώλεια περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου με την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση επί ΣΥΡΙΖΑ (ενώ επικαλείτο και ποινικές ευθύνες) τώρα να αποδέχεται ανάλογες μεθοδεύσεις;
Η βαθύτερη αιτία πίσω από την εν λόγω ενέργεια της Πειραιώς αφορά ένα συνολικό πρόβλημα του ελληνικών τραπεζών. Η υψηλή τους κεφαλαιακή επάρκεια υπάρχει μόνο στα χαρτιά, γιατί υπάρχουν “κρυμμένες ζημίες” από κόκκινα δάνεια στο χαρτοφυλάκιο τους, την ιδία ώρα που άνω του 60% των ιδίων κεφαλαίων τους προέρχεται από “αναβαλλόμενο φόρο”, δηλαδή είναι τεχνητά. Η πίεση από τους δανειστές για ταχεία μεταβίβαση των κόκκινων δανείων θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την εμφάνιση μεγάλων ζημιών που θα απομειώνουν την κεφαλαιακή επάρκεια, ενώ η κρίση του κορονοϊού θα δημιουργήσει νέες επισφάλειες που θα μειώνουν την κερδοφορία. Το ενδεχόμενο να καταγράφονται ζημίες και να καλύπτει το Δημόσιο τα ποσά που αναλογούν στον αναβαλλόμενο φόρο είναι το πιο πιθανό.
Μόνο που στην τελευταία περίπτωση το Δημόσιο θα αγοράζει φθηνά, οι νυν μέτοχοι θα απαξιώνονται και οι ιδιώτες τραπεζίτες θα χρεώνονται με μια ακόμα αποτυχία. Το σχέδιο “Ηρακλής” για εγγυήσεις δανείων και η συζήτηση για δημιουργία bad bank, αυτή την εξέλιξη προσπαθούν να αποτρέψουν, με το κόστος πάντα να πληρώνει ο φορολογούμενος πολίτης.
Τέλος, επισημαίνεται ότι το ενδιαφέρον της κυβέρνησης εκδηλώνεται για μια τράπεζα που όλως τυχαίως το τελευταίο διάστημα έχει εμπλακεί σε αρνητικά δημοσιεύματα για εξυπηρέτηση επώνυμων επιχειρηματιών με προκλητικά κουρέματα δανείων. Χαρακτηριστικά σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, η Πειραιώς κούρεψε το δάνειο του Πηλαδακη από 150 εκατ. σε μόλις 11 εκατ. ευρώ, του εφοπλιστή Μαδιά από 72 εκατ. σε 10 εκατ., της οικογένειας Λεουντούδη από 130 εκατ. σε 11 εκατ., του εφοπλιστή Λαιμού από 42 εκατ. σε 7 και της εφοπλιστικής οικογένειας Τσάκου από 200 εκατ. σε 35, κ.ο.κ.. Επίσης δεν πρέπει να διαφεύγει ότι η πλειοψηφία των εκατοντάδων εκατομμυρίων δανείων που δεν πληρώνει η ΝΔ ανήκουν στην Πειραιώς.
Δεν είναι σίγουρο ότι ο SSM θα εγκρίνει το αίτημα κυβέρνησης και Τράπεζας Πειραιώς ή θα εκπονηθεί εντέλει κάποιο άλλο σενάριο διευκόλυνσης. Πάντως, σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση της ΝΔ μετά την απαράδεκτη νομοθετική παρέμβαση για νομική ασυλία των τραπεζιτών φαίνεται να προσπαθεί να βρει τρόπους να ενισχύσει εκ νέου με δημόσιο χρήμα τις τράπεζες και να εκχωρήσει φθηνά τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που η θητεία του λήγει το 2022, προκειμένου να εξυπηρετήσει ιδιωτικά συμφέροντα.