Η Διεθνής Αμνηστία εκφράζει τη βαθύτατη ανησυχία της για την απόφαση των ελληνικών αρχών να εκδώσουν γενική απαγόρευση των δημοσίων συναθροίσεων για τέσσερις ημέρες και καλεί επειγόντως τις αρχές να την ανακαλέσουν, καθώς συνιστά δυσανάλογο περιορισμό στα δικαιώματα της ελευθερίας της έκφρασης και της ειρηνικής συνάθροισης.
Ο Νιλς Μουίζνιεκς, περιφερειακός διευθυντής της ΜΚΟ για την Ευρώπη δήλωσε: “Η απόφαση των ελληνικών αρχών να εκδώσουν γενική απαγόρευση σε όλες τις δημόσιες συναθροίσεις σε ολόκληρη τη χώρα είναι δυσανάλογη και παραβιάζει τις υποχρεώσεις της Ελλάδας βάσει του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ορισμένοι περιορισμοί στο δικαίωμα της ειρηνικής συνάθροισης για τον έλεγχο της πανδημίας μπορούν να είναι επιτρεπτοί, αλλά πρέπει να πληρούν τις αρχές της αυστηρής αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Οι κυβερνήσεις δεν έχουν καμία λευκή επιταγή για να περιορίσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, ακόμη και σε αυτές τις δύσκολες στιγμές”.
Η γενική απαγόρευση διατάχθηκε από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, και δημοσιεύθηκε στις 14 Νοεμβρίου. Η διαταγή απαγορεύει όλες τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις τεσσάρων ή περισσότερων ατόμων σε ολόκληρη τη χώρα μεταξύ 15 και 18 Νοεμβρίου 2020, κάτι που σημαίνει ότι απαγορεύονται οι διαδηλώσεις για τον εορτασμό της εξέγερσης των φοιτητών του Πολυτεχνείου το 1973 κατά της στρατιωτικής χούντας στην Ελλάδα στις 17 Νοεμβρίου. Η απόφαση επικαλείται την ανάγκη να περιοριστεί η εξάπλωση του κορονοϊού και την προστασία της δημόσιας υγείας ως λόγους γι’ αυτόν τον περιορισμό. Επιβάλλει βαριά πρόστιμα στους διοργανωτές/ριες τέτοιων συναθροίσεων (3.000 έως 5.000 ευρώ) καθώς και στους συμμετέχοντες/ουσες (300 ευρώ).
“Οι ελληνικές αρχές πρέπει να ανακαλέσουν επειγόντως αυτήν την απαγόρευση που συνιστά σοβαρή παρέμβαση στα δικαιώματα της ελευθερίας της έκφρασης και της ειρηνικής συνάθροισης. Η πανδημία δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την αποσιώπηση των φωνών που ασκούν κριτική ή για την υπονόμευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”, σημείωσε ο Νιλς Μουίζνιεκς.
Η απότομη αύξηση των κρουσμάτων του κορονοϊού τις τελευταίες εβδομάδες οδήγησε σε αυστηρή καραντίνα στην Ελλάδα από τις 7 Νοεμβρίου 2020. Ως απάντηση, οι αρχές εισήγαγαν αυξημένους περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης κυκλοφορίας μεταξύ 9 μ.μ. και 5 π.μ. σε όλη τη χώρα. Η πρόσφατη αμφιλεγόμενη απαγόρευση των συναθροίσεων είχε ως αποτέλεσμα την άσκηση κριτικής από την κοινωνία των πολιτών, δικαστές και πολιτικά κόμματα και ασκήθηκε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας της Ελλάδας, καθώς αμφισβητήθηκε ως αντισυνταγματική. Η απόφαση αναμένεται σήμερα.
Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ορισμένοι περιορισμοί μπορούν να ασκηθούν νόμιμα στο δικαίωμα στην ελευθερία της ειρηνικής συνάθροισης προκειμένου να προστατευθεί η δημόσια υγεία. Ωστόσο, αυτοί οι περιορισμοί πρέπει να υπόκεινται σε αυστηρά κριτήρια και όρια και να πληρούν τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Κατά κανόνα, δεν πρέπει να υπάρχουν γενικές απαγορεύσεις στις συναθροίσεις. Κάθε συνάθροιση πρέπει να αξιολογείται κατά περίπτωση και ξεχωριστά, και οι περιορισμοί πρέπει να επιβάλλονται μόνο στον βαθμό που είναι απαραίτητο και αναλογικό για την επίτευξη ενός νόμιμου σκοπού.
Για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού, οποιοσδήποτε περιορισμός των συναθροίσεων πρέπει να βασίζεται στον στόχο της προστασίας της δημόσιας υγείας και πρέπει να είναι αποτελεσματικός στην επίτευξη του στόχου της προστασίας της δημόσιας υγείας. Οι περιορισμοί πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένοι και να επανεξετάζονται τακτικά ως προς την αναγκαιότητα και την αναλογικότητά τους. Επιπλέον, δεν πρέπει να είναι διαθέσιμα λιγότερο περιοριστικά μέτρα για την επίτευξη του ίδιου στόχου. Η πλήρης απαγόρευση μιας συγκεκριμένης συνάθροισης πρέπει να παραμένει η τελευταία λύση. Οφείλουν να λαμβάνονται υπόψη όσο το δυνατόν περισσότερο άλλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τον περιορισμό του αριθμού των συμμετεχόντων/ουσών, τη διασφάλιση της απόστασης μεταξύ κάθε συμμετέχοντα/ουσας, τη χρήση μασκών, την ενημέρωση του κοινού και τον έλεγχο των διαδρομών πρόσβασης ώστε να αποφευχθεί η μαζική συγκέντρωση παρευρισκομένων, οι διαπραγματεύσεις με τους διοργανωτές/ριες σε κατάλληλο χρόνο ή χώρο για τη συνάθροιση προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος μετάδοσης, μεταξύ άλλων. Ακόμη και εντός του εύρους αυτών των πιθανών μέτρων, οι αρχές είναι υποχρεωμένες να επιλέξουν τα λιγότερο περιοριστικά μέτρα που θα επέτρεπαν στη συνάθροιση να εκφράσει αποτελεσματικά το μήνυμά της.
Το διεθνές δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα ορίζει επίσης ως απαίτηση ότι τα εμπόδια στα άτομα που είναι σε θέση να διαμαρτύρονται συλλογικά δημοσίως ως αποτέλεσμα των μέτρων δημόσιας υγείας, εφαρμόζονται με συνέπεια σε σύγκριση με άλλες κινήσεις και δραστηριότητες τις οποίες οι άνθρωποι εξακολουθούν να μπορούν να διεξάγουν, δίνοντας τη δέουσα βαρύτητα στη σημασία του δικαιώματος στην ελευθερία της ειρηνικής συνάθροισης και την αυξημένη ανάγκη των ανθρώπων να υψώσουν από κοινού τις φωνές τους σε ιδιαίτερα δύσκολες στιγμές.
Τον Σεπτέμβριο του 2020, η Διεθνής Αμνηστία εξέφρασε τις ανησυχίες της σχετικά με την αξιοποίηση του κορονοϊού ως προσχήματος για την καθολική απαγόρευση των διαδηλώσεων στη Γαλλία.