Σε εξαιρετικά ριψοκίνδυνα επικοινωνιακά παιχνίδια επιδίδεται η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη γύρω από την υπόθεση της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί και την εμπλοκή στο ζήτημα αυτό της UNESCO.
“Αντίδραση της UNESCO για το καθεστώς της Αγίας Σοφίας”, τιτλοφόρησε το υπουργείο Πολιτισμού το δελτίο τύπου που διένειμε στις 18 Νοεμβρίου, δίνοντας τη σκυτάλη στα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης να πανηγυρίσουν για “σκληρή” δήλωση και καταδίκη της Τουρκίας από τον διεθνή οργανισμό σχετικά την αλλαγή καθεστώτος της Αγίας Σοφίας.
Στο δελτίο τύπου του υπουργείου Πολιτισμού, που για μια ακόμη φορά αναπαράχθηκε αυτούσιο και δίχως στοιχειώδη δημοσιογραφικό έλεγχο από τα φιλοκυβερνητικά μέσα, περιλαμβάνεται η εξής δήλωση της Λίνας Μενδώνη: “Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η Γενική Διευθύντρια της UNESCO Audrey Azoulay έχει εκδώσει τρεις ανακοινώσεις από τη στιγμή που δημιουργήθηκε το ζήτημα αλλαγής καθεστώτος της Αγίας Σοφίας. Η αντίδραση της Γενικής Διευθύντριας, η οποία έχει την αρμοδιότητα της εκπροσώπησης του Διεθνούς Οργανισμού, δηλώνει την πραγματική ανησυχία και το ενδιαφέρον του”.
Μόνο που η Γενική Διευθύντρια της UNESCO κ. Audrey Azoulay δεν έκανε καμία νέα δήλωση για το θέμα…
Δήλωση Rössler και όχι Azoulay
Η κ. Μενδώνη φαίνεται πως… μπερδεύει τη Γενική Διευθύντρια της UNESCO κ. Audrey Azoulay με την κ. Mechtild Rössler, που είναι Διευθύντρια του Κέντρου Παγκόσμιας Κληρονομιάς (World Heritage Center) της UNESCO. Διότι η δήλωση στην οποία αναφέρεται δεν έγινε, όπως ανακριβώς λέει η κ. Μενδώνη, από την πρώτη αλλά από την δεύτερη, όπως εύκολα διαπιστώνει κανείς από την ανάρτηση της δήλωσης στον ιστότοπο της UNESCO!
Το ατόπημα αυτό (και για όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα στον διεθνή οργανισμό, πρόκειται περί εξαιρετικά σοβαρού σφάλματος) είτε έγινε συνειδητά είτε πρόκειται περί λάθους, εκθέτει την υπουργό Πολιτισμού, καθιστώντας την παντελώς αναξιόπιστη, όχι μόνο εντός της χώρας αλλά και διεθνώς.
Στην πρώτη περίπτωση, της συνειδητής διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά πως η Λίνα Μενδώνη, μπροστά στην παροιμιώδη της ανάγκη για συνεχή επικοινωνιακή προβολή και παρουσίαση προσωπικών “επιτυχιών” της σε μικρά και μεγάλα θέματα, δεν διστάζει να εντάξει στους σχεδιασμούς της ακόμη και ωμά ψεύδη, όπως αποδείχθηκε πρόσφατα τόσο στην υπόθεση του “τσιμεντώματος” της Ακρόπολης όσο και στην υπόθεση των αρχαιοτήτων στο σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης.
Στην δεύτερη περίπτωση, αυτήν του λάθους, προκύπτει σοβαρό ζήτημα πλημμελούς και πρόχειρης παρακολούθησης ενός θέματος μείζονος σημασίας, το οποίο υποτίθεται πως απασχολεί ιδιαιτέρως την ελληνική πλευρά και προσωπικά την υπουργό Πολιτισμού.
Οποιαδήποτε από τις εκδοχές και αν ισχύει, πάντως, το βέβαιο είναι πως πρόκειται για ένα εξαιρετικά σοβαρό γεγονός, ενώ παραμένει προς διερεύνηση ο ρόλος στην υπόθεση της κ. Ευγενίας Μπεντερμάχερ-Γερούση, Εθνικής Συντονίστριας για τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, που εκ της θέσεώς της οφείλει να γνωρίζει τα θέματα αυτά με στοιχειώδη επάρκεια.
Αξίζει να σημειωθεί πως η κ. Γερούση αποτελεί προσωπική επιλογή της σημερινής υπουργού Πολιτισμού, η οποία την επανέφερε, με απόφασή της, στην συγκεκριμένη θέση, από όπου είχε απομακρυνθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Σύμφωνα δε με δημοσιεύματα που δεν έχουν διαψευστεί, πρόκειται για πρόσωπο του στενού περιβάλλοντος συνεργατών της Λίνας Μενδώνη ήδη από την εποχή που η ίδια ήταν Γενική Γραμματέας στο υπουργείο, ενώ φέρεται να εμπλέκεται σε ανοιχτές πειθαρχικές και ποινικές υποθέσεις, όπως αυτή της καταστρεπτικής πυρκαγιάς που κατέκαψε το τέμενος Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο και υποθέσεις προβληματικής διαχείρισης άλλων έργων ΕΣΠΑ του υπουργείου Πολιτισμού.
Τι λέει η UNESCO στην πραγματικότητα
Πέραν, όμως των ανωτέρω, ας δούμε και τι ακριβώς λέει η δήλωση της Διευθύντριας του Κέντρου Παγκόσμιας Κληρονομιάς Mechtild Rössler, που προκάλεσε στην κ. Μενδώνη την αδήριτη ανάγκη να δώσει εκ νέου δημοσιότητα στο θέμα της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
Στην πραγματικότητα, η δήλωση Rössler, που ούτε δριμεία είναι ούτε καταδικαστική για την τουρκική κυβέρνηση, επαναλαμβάνει τα έως τώρα γνωστά: “Η UNESCO αντέδρασε στην αλλαγή του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας ήδη από τον Ιούλιο του 2020 και εξέφρασε την ανησυχία της ως προς αυτό. Αυτή η θέση παρέμεινε σταθερή από τότε”.
Η δήλωση διευκρινίζει επίσης τις διαδικασίες που ακολουθούνται από τον διεθνή οργανισμό, ο οποίος βρίσκεται ακόμη σε διερεύνηση του θέματος και, πέραν της “ανησυχίας” του, δεν τοποθετείται επί της ουσίας: “Η UNESCO ξεκίνησε αμέσως μια διαδικασία επιθεώρησης και έστειλε μια αποστολή επιτόπου, από τις 5 έως τις 9 Οκτωβρίου 2020, με επικεφαλής έναν επιφανή εμπειρογνώμονα πολιτιστικής κληρονομιάς, για να εξετάσει λεπτομερώς κάθε μια από τις πιθανές επιπτώσεις αυτής της αλλαγής του καθεστώτος και τον αντίκτυπό τους στην εξαιρετική καθολική αξία της Αγίας Σοφίας. Αυτή η επιθεώρηση, η οποία καλύπτει διάφορα στοιχεία στις Ιστορικές Περιοχές της Κωνσταντινούπολης, ιδίως την Αγία Σοφία και τη Μονή Χώρας, βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη. Η έκθεση στην οποία αναφέρεται δεν έχει οριστικοποιηθεί και είναι πρόωρο να εξαχθούν συμπεράσματα αυτήν τη στιγμή”.
Παραπέμπει δε, με νόημα, όχι απλώς στα αποτελέσματα της αποστολής και τις τρέχουσες επιθεωρήσεις, αλλά στην απόφαση που θα ληφθεί στην επόμενη σύνοδο της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς (World Heritage Committee), όπου και θα υποβληθεί η έκθεση των εμπειρογνωμόνων. Η σύνοδος έχει προγραμματιστεί για τον Ιούνιο-Ιούλιο του 2021, με τη συμμετοχή των 21 εκπροσώπων των Κρατών Μερών της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Σημειώνουμε πως στην τρέχουσα σύνθεση της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς που θα εξετάσει το θέμα συμμετέχουν οι εξής χώρες: Άγιος Χριστόφορος και Νέβις (Saint Kitts and Nevis), Αίγυπτος, Αιθιοπία, Αυστραλία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βραζιλία, Γουατεμάλα, Ισπανία, Κίνα, Κιργιζία, Μαλί, Μπαχρέιν, Νιγηρία, Νορβηγία, Νότια Αφρική, Ομάν, Ουγγαρία, Ουγκάντα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία και Ταϊλάνδη.
Όσοι παρακολουθούν τα σχετικά θέματα εκ του σύνεγγυς, υπογραμμίζουν πως, πέρα από τους επικοινωνιακούς πομφόλυγες που οι ενδιαφερόμενες πλευρές εκπέμπουν κατά διαστήματα, κυρίως για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης εντός των χωρών τους, οι σχετικές υποθέσεις, εκτός από τα αμιγώς τεχνικά θέματα που συνεξετάζονται, παρουσιάζουν μια πολυπλοκότητα που συνδέεται με την διεθνή πολιτική και τις ισορροπίες που διαμορφώνονται σε παγκόσμιο επίπεδο.
Δεδομένου μάλιστα και του θρησκευτικού περιεχομένου της υπόθεσης της Αγίας Σοφίας, το επίδικο ζήτημα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη συνθετότητα. Από την άποψη αυτή, το χειρότερο που έχει να εισφέρει η επίσημη ελληνική πλευρά είναι να διακινεί ψευδείς ειδήσεις για τον ρόλο και τις διεργασίες που συντελούνται εντός των κόλπων της UNESCO, υπονομεύοντας εκ των πραγμάτων τις αναγκαίες διπλωματικές κινήσεις που οφείλουν να γίνονται αθόρυβα προς ποικίλες κατευθύνσεις.
Με βάση τα ανωτέρω, η κίνηση της υπουργού Πολιτισμού, να σχολιάσει με ικανοποίηση και με δική της πρωτοβουλία τη δήλωση Rössler, συγχέοντας μάλιστα την τελευταία με την Γενική Διευθύντρια της UNESCO, Audrey Azoulay, συνιστά επιεικώς μια απρονοησία, που σε τέτοιες περιπτώσεις ενδέχεται να στοιχίσει ακριβά.
Τι διαψεύδει η δήλωση Rössler;
Κατά τους εμπνευστές του επικοινωνιακού χειρισμού για τον οποίο συζητούμε και κατά τα σχετικά δημοσιεύματα του φιλοκυβερνητικού τύπου, η δήλωση Rössler συνιστά “ράπισμα” για την Τουρκία, καθώς υποτίθεται πως διαψεύδει τους ισχυρισμούς της πως αξιωματούχοι του διεθνούς οργανισμού διατύπωσαν την άποψη ότι δεν υφίσταται πρόβλημα με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
Όπως είδαμε, κανένα “ράπισμα” προς την Τουρκία δεν υπάρχει στην δήλωση Rössler. Στην δήλωση, όμως, της αξιωματούχου της UNESCO υπάρχει, πράγματι, η εισαγωγική διατύπωση πως η δήλωση με την επανάληψη των θέσεων της UNESCO για το θέμα γίνεται “ως αντίδραση [in reaction] σε πολλές ανακριβείς δηλώσεις και λάθη που κυκλοφορούν στον τύπο σχετικά με την κατάσταση της Αγίας Σοφίας”.
Αυτό είναι και το μοναδικό σημείο που εκλαμβάνεται από την κ. Μενδώνη και τα επικοινωνιακά της αντηχεία ως “ράπισμα” για την Τουρκία, και ας μην υπάρχει καμιά σαφής σχετική αναφορά στην επίδικη δήλωση.
Πρόκειται, ασφαλώς, για μια ερμηνεία εκ μέρους τους. Διότι, όσο η δήλωση Rössler ενδέχεται να προκλήθηκε από τα σχετικά με το θέμα τουρκικά δημοσιεύματα, άλλο τόσο μπορεί και να “απαντά” σε αντίστοιχα ελληνικών μέσων ενημέρωσης, όπως λ.χ. στο δημοσίευμα του φιλοκυβερνητικού και άκρως φιλομενδωνικού Liberal.gr με τον χαρακτηριστικό τίτλο “Η UNESCO μεθοδεύει το ‘ξέπλυμα’ της Τουρκίας για την Αγιά Σοφιά”.
Το συγκεκριμένο, μάλιστα, δημοσίευμα όχι μόνο υιοθετεί επί της ουσίας τους ισχυρισμούς της τουρκικής πλευράς περί “φιλοτουρκικής” στάσης της UNESCO, αλλά προχωρεί ένα βήμα παραπέρα, εμπλέκοντας στην υπόθεση την ίδια την κ. Rössler. Όπως επί λέξη αναφέρει: “Σύμφωνα με πληροφορίες, η Τουρκία έχει εξασφαλίσει την υπόγεια υποστήριξη από το εσωτερικό της UNESCO και συγκεκριμένα από την Γερμανίδα διευθύντρια του Κέντρου Παγκόσμιας Κληρονομιάς (World Heritage Center) κάτι που διευκολύνει τους χειρισμούς του Ταγίπ Ερντογάν”.
Και συνεχίζει, εισάγονται και ένα επιπλέον στοιχείο στην εξίσωση: “Η κ. Μ. Ρόσσλερ η οποία υποστηρίζει την Τουρκία στον σημαντικό αυτό διεθνή οργανισμό και δεν ενοχλήθηκε με την αλλοίωση της φυσιογνωμίας και της εικόνας της Αγιάς Σοφιάς έφθασε στο σημείο να στείλει πριν μερικές ημέρες και επιστολή στην Ελλάδα επικρίνοντας την χώρα μας γιατί δεν ενημέρωσε προκαταβολικά την UNESCO για τα τεχνικά έργα που έγιναν στην Ακρόπολη”.
Η επικίνδυνη κ. Μενδώνη
Τι συμβαίνει λοιπόν; Είναι πράγματι “φιλοτουρκική” η στάση της Διευθύντριας του Κέντρου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO; Και από πού συνάγεται κάτι τέτοιο; Αν ισχύει η “φιλοτουρκική” της διάθεση, προς τι οι πανηγυρισμοί για την δήλωσή της, η οποία επί της ουσίας δεν λέει τίποτα νέο εναντίον της Τουρκίας;
Μήπως η ίδια η κ. Μενδώνη και όσοι την συμβουλεύουν έχουν ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, με απρόβλεπτες αρνητικές επιπτώσεις στην υπόθεση της Αγίας Σοφίας, “στήνοντας” ιστορίες, προκαταλαμβάνοντας δυσμενείς εξελίξεις και υπονομεύοντας μια προσπάθεια την οποία υποτίθεται πως υπηρετούν;
Και ένα ακόμη ερώτημα, που πρέπει ανυπερθέτως να απαντήσει η υπουργός Πολιτισμού, μαζί με τα υπόλοιπα: ισχύει ή είναι ψευδής η πληροφορία του δημοσιεύματος του Liberal.gr πως η κ. Rössler έχει στείλει πριν μερικές ημέρες επιστολή στην Ελλάδα επικρίνοντας την χώρα μας γιατί δεν ενημέρωσε την UNESCO για τα έργα “τσιμεντόστρωσης” που έγιναν στην Ακρόπολη;
Υπενθυμίζουμε πως το ζήτημα αυτό, για το οποίο έχουν καταγραφεί δριμείες αντιδράσεις που ξεπέρασαν τα σύνορα της χώρας, έχει πράγματι και μια σημαντική παράμετρο UNESCO. Όπως σημειώναμε στην κατακλείδα του σχετικού μας δημοσιεύματος, “η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού έχει την πλήρη πολιτική ευθύνη για μια εξέλιξη που βλάπτει, εντός και εκτός της χώρας, την εικόνα του πλέον προβεβλημένου μνημείου της κλασικής αρχαιότητας. Ενός μνημείου που περιλαμβάνεται στη λίστα των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco, η οποία ουδέποτε ενημερώθηκε, όπως προβλέπουν ρητά οι συμβατικές υποχρεώσεις της χώρας, για τις εργασίες που αλλοιώνουν την εικόνα του”.
Τέλος, είναι σε γνώση του υπουργείου Εξωτερικών και του Πρωθυπουργού οι τυχοδιωκτικές και επικίνδυνες κινήσεις της υπουργού Πολιτισμού επί ενός θέματος που άπτεται, μεταξύ άλλων, και των διεθνών σχέσεων της χώρας, κινήσεις οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν αρνητικές αλυσιδωτές αντιδράσεις από άλλους σοβαρούς “παίκτες” της διεθνούς σκηνής; Ή έχει αφεθεί μόνη της να πειραματίζεται με επικίνδυνα επικοινωνιακά παιχνίδια, “εθνικοποιώντας”, μεταξύ άλλων, ένα ζήτημα που είναι απολύτως σαφές πως αντί μια “εθνικής” περιχαράκωσης χρήζει ασφαλώς διεθνοποίησης;