Κανείς δεν θα περίμενε πως εκείνη την Κυριακή της 12ης Νοεμβρίου 1989 έμελλε να αλλάξει, σχεδόν να αναποδογυρισθεί, ολάκερη η ιστορία του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Τουλάχιστον όχι εκείνοι οι παρτιζάνοι που είχαν συγκεντρωθεί σε μία αίθουσα στο προάστιο Ναβίλε της Μπολόνιας, για να τιμήσουν την επέτειο ενός ένδοξου γεγονότος της μάχης της Μπολονίνα στην αντίσταση κατά των Ναζιστών. Η αρχική τους έκπληξη όταν είδαν εντελώς απρόσμενα να συμμετέχει στην “περιφερειακή” τούτη συνάντηση και γιορτή ο ίδιος ο Γ.Γ. του Κόμματος Ακίλε Οκέτο, σε τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με την άναυδη θωριά τους μετά την παρέμβασή του.
Ο Οκέτο ζήτησε τον λόγο και μίλησε μόλις για επτά λεπτά. Επτά λεπτά που αποδείχθηκαν όμως αρκετά για να τραντάξει συθέμελα το κομματικό οικοδόμημα εκείνο, που μετρούσε στους ιδρυτές του τον Αντόνιο Γκράμσι και μεταξύ των ηγετών του πολιτικές προσωπικότητες όπως οι Παλμίρο Τολιάτι και ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Πολύ περισσότερο η παρέμβαση του Οκέτο κλυδώνισε το ίδιο το είναι και την ταυτότητα των ίδιων των παλαιμάχων, γιατί ήδη από το προοίμιο της ομιλίας του ο Γ.Γ. του ΙΚΚ τους ζήτησε να “βαδίσουν μπροστά με το ίδιο θάρρος και καρτερία όπως στην Αντίσταση”. Και επικαλούμενος τη στάση του ηγέτη της ΕΣΣΔ απέναντι στον σοσιαλισμό στη χώρα του, αλλά και στις εξελίξεις που είχε δρομολογήσει η νωπή ακόμη είδηση της Πτώσης του Τείχους στο Βερολίνο (9 Νοεμβρίου 1989), ο Οκέτο τους παρότρυνε να σταθούν αλληλέγγυοι στις αλλαγές στο κόμμα, που ήδη από τις αρχές του χρόνου ευαγγελιζόταν ο ίδιος. “Πριν τις αλλαγές στην ΕΣΣΔ ο Γκορμπατσόφ κάλεσε τους παλαιμάχους και τους είπε: κερδίσατε εσείς τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά εάν δεν θέλετε τώρα να τον δείτε να χάνεται δεν θα πρέπει να τον συντηρήσετε τεχνητά, αλλά να συστρατευθείτε στους μεγάλους μετασχηματισμούς”.
Οι εμβρόντητοι παλαίμαχοι παρτιζάνοι, που πίστευαν πως είχαν διαπαντός απομακρυνθεί οι υπαινισσόμενες ριζικές μεταβολές, όπως η πιθανότητα αλλαγής του ονόματος και της κατάργησης του Κομμουνιστικού από τον τίτλο του, που είχε προτείνει ο Οκέτο στο Συνέδριο του Μαρτίου την ίδια χρονιά και στο εσωτερικό δημοψήφισμα συγκέντρωσε μόλις το 27,7%, δεν πίστευαν στ’ αυτιά τους. Ο Οκέτο απευθυνόμενος σε αυτούς, για να τον ακούσουν φυσικά και τα υπόλοιπα μέλη, τους πρόφερε εκείνα τα λόγια που θα έμεναν για πάντα στην Ιστορία, που η τελική της πράξη θα συντασσόταν δύο χρόνια αργότερα στην ίδρυση Κόμματος της Δημοκρατικής Αριστεράς (Pds) και της “Ελιάς”. Είναι απαραίτητο, τους είπε, “να μη συνεχίσουμε στους παλιούς δρόμους, αλλά να εφεύρουμε καινούργιους ώστε να ενώσουμε τις δυνάμεις της προόδου”. Μία φόρμουλα, πολιτική και γλωσσική,που έμελλαν στο μέλλον να χρησιμοποιούν όλοι όσοι σκόπευαν να αλλάξουν ριζικά τη φυσιογνωμία του κόμματός τους και της πολιτικής του, σβήνοντας μονοκοντυλιά τα σύμβολα και αποτολμώντας “ανοίγματα” σε άλλους χώρους, προσβλέποντας εκλογικά κέρδη και όχι ιδεολογικές και πραγματικά κοινωνικές νίκες, που επεδίωκαν εισπήδηση σε καθεστηκυίες πρακτικές κι όχι να προκαλέσουν μετασχηματισμούς.
Άλλωστε, την πολιτική τούτη του μετασχηματισμού του ΙΚΚ από κόμμα πρωτοπορίας στη δράση στα εργοστάσια σε βακτηρία του νέου καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης – με βάση την υψηλή τεχνολογία που αντικαθιστά την ανθρώπινη γραμμή συναρμολόγησης και τον γνωσιακό εργαζόμενο που πήρε τη θέση του χειρώνακτα εργάτη – είχε εγκαινιάσει ο ίδιος ο Μπερλινγκουέρ με την χειρονομία της συγκυβέρνησης μέσω του “ιστορικού συμβιβασμού”. Τώρα ο Οκέτο, βλέποντας τον Ριγκανισμό και τον Θατσερισμό να θριαμβεύουν, έκανε άνοιγμα προς τις συμβιωτικές με το Κεφάλαιο και τον καπιταλισμό κεντροαριστερές δυνάμεις, παγιώνοντας το πρόταγμα του Μπερλινγκουέρ ότι στόχος της νέας διαπάλης με την άρχουσα τάξη δεν είναι η ανατροπή της, αλλά να της αποσπάσει την εξουσία, μέσα από νέες ταξικές συμμαχίες, με διαφορετικά και συχνά συγκρουόμενα συμφέροντα από εκείνα των εργατών και της παραδοσιακής βάσης του ΙΚΚ.
Στην αίθουσα ήσαν μόλις δύο δημοσιογράφοι (ένας του κομματικού οργάνου Unità, ο αλλος του ιταλικού πρακτορείου Ansa. Η γραφίδα τους όμως ήταν αρκετή για να εξακτινώσουν σε όλην την Ιταλία το μήνυμα του Οκέτο, που ήδη από την επόμενη ημέρα και τις προσεχείς εβδομάδες απετέλεσε την ημερήσια διάταξη σε όλες τις επιτροπές, τα συνέδρια και διαβούλια του κόμματος. Όταν ένας από τους δημοσιογράφους τον είχε ρωτήσει εάν η τοποθέτησή του προμήνυε την αλλαγή και του ονόματος, ο Οκέτο απάντησε : “αφήνει να προμηνυθούν τα πάντα”.
Στις 13 Νοεμβρίου, η Unità κυκλοφόρησε φυσικά με πρωτοσέλιδα τα συμβάντα στην Ανατολική Γερμανία και την εκλογή του νέου πρωθυπουργού. Όμως την προσοχή όλων συγκέντρωνε ένα άρθρο στο κέντρο της εφημερίδας. “Ο Οκέτο στους παρτιζάνους της Αντίστασης: ‘Οφείλουμε να εφεύρουμε νέους δρόμους’”.
Στις 20 του μηνός ξεκίνησε στην ιστορική έδρα των Μποτέγκε Οσκούρε η Κεντρική Επιτροπή, που έθεσε τελεσίδικα το θέμα της αλλαγής του κόμματος, της πολιτικής, των συμμαχιών, της οργάνωσης, του ονόματος, εν ενί λόγω των πάντων. Ξεκίνησε έτσι η διαμάχη της “δεξιάς” του κόμματος, πιστής στον Οκέτο και της “Αριστεράς” του, που όμως από την αρχή τήρησε μία εφεκτική στάση: ακόμη και ο κύριος εκφραστής της, Πιέτρο Ινγκράο, που τύχαινε να βρίσκεται στη Μαδρίτη, περιοριζόταν να πει πως θα διεβίβαζε τις αντιρρήσεις του στον Οκέτο όταν γυρνούσε πίσω στη Ρώμη.
Η αρχική αντίδραση της βάσης ήταν οργισμένη. Εύγλωττη μαρτυρία της γαλβανισμένης απελπισίας που είχε καταλάβει τους κομμουνιστές της εποχής είναι η ταινία Palombella Rossa (Κόκκινο περιστεράκι) και το ντοκυμαντέρ, “Το Πράγμα” (La Cosa) του Νάνι Μορέτι, που άφηνε να αποτυπωθούν οι τοποθετήσεις και συζητήσεις των μελών στις τομεακές οργανώσεις το 1989.
Ο κύβος όμως είχε ριφθεί. Οι ταχύτατες εξελίξεις στην Ανατολική Ευρώπη, επιτάχυναν και τις αλλαγές μέσα στο ΙΚΚ, καθώς ενίσχυσαν τα επιχειρήματα και τον πολιτικό καιροσκοπισμό της δεξιάς πτέρυγας και κατέστησαν μονόδρομο την “στροφή της Μπολονίνα” (La svolta di Bolognina), όπως κωδικοποιήθηκε έκτοτε η εναρκτήρια τούτη πράξη. Ο Οκέτο κήρυττε πως η πάλη δεν είναι αποκλειστικά ταξικό φαινόμενο, μαζί με το “συλλογικό” δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται και το “υποκείμενο”, η μάχη για την ισότητα των φύλων ή για την προστασία της φύσης δεν θα πρέπει να αποτελεί μεμονωμένη ταξική και κομματική προσπάθεια, αλλά να περιλαμβάνει ακόμη και απολίτικα κινήματα, ο αγώνας για την εργασία δεν είναι μόνον αποστολή του συνδικάτου και αντιπαλότητας με το κεφάλαιο, αλλά και συνεννόηση και συμβιβασμός ακόμη, πιο έντονος και από εκείνον του Μπερλίνγκουερ. Κάτι που πριν λίγα χρόνια, στα “Μολυβένια Χρόνια” είχε σατιρίσει ο Ντάριο Φο, με το απολαυστικό του “όλοι μαζί, όλοι… μα αυτό δεν είναι το αφεντικό;”.
Το κόμμα, που στη δεκαετία του ‘70 είχε γυρίσει την πλάτη στο ελευθεριακό κίνημα και τις μάχες έξω και μέσα στα εργοστάσια, πλέον γύριζε την πλάτη του και στη δική του ιστορία.