Ο Τζο Μπάιντεν προορίζει για τη θέση του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ τον Άντονι Μπλίνκεν, μετέδωσαν τα πρακτορεία Reuters και Bloomberg, επικαλούμενα πηγές από το “στρατόπεδο” του Μπάιντεν.
Ο Μπάιντεν αναμένεται να ανακοινώνει επίσημα τα μέλη της κυβέρνησής του αύριο Τρίτη, ωστόσο τόσο το επιτελείο του Μπάιντεν, όσο και ο ίδιος ο Μπλίνκεν απέφυγαν να σχολιάσουν το δημοσίευμα.
Σύμμαχος του Μπάιντεν, ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί, επιβεβαίωσε σε δήλωσή του στο Ρόιτερς, ότι ο Μπλίνκεν είναι ο πιθανότερος υποψήφιος για να αναλάβει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου.
Ο Άντονι Μπλίνκεν, είχε διαδεχθεί, ως Αναπληρωτής ΥΠΕΞ το 2015, τον Γούιλι Μπερνς, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι και τον Ιανουάριο του 2017 όταν και τελείωσε η θητεία του Μπαράκ Ομπάμα. Στο αμερικανικό ΥΠΕΞ εργαζόταν και επί ημερών Κλίντον, ενώ ήταν και μέλος του προσωπικού του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας.
Επί ημερών Ομπάμα διετέλεσε, Αναπληρωτής Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, ενώ παλαιότερα (2002-08) ήταν συνεργάτης στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών, καθώς και Διευθυντής Δημοκρατικού Προσωπικού της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Υπήρξε και μέλος της προεδρικής μετάβασης Ομπάμα-Μπάιντεν, από το Νοέμβριο του 2008 έως Ιανουάριο του 2009.
Πρόσφατα, ο Μπλίνκεν υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να οικοδομήσουν συμμαχίες για να αντιμετωπίσουν τη “δημοκρατική ύφεση” που επέτρεψε ο Τραμπ στις “αυταρχικές χώρες όπως Ρωσία και Κίνα […] να εκμεταλλευτούν τις δυσκολίες μας”.
Γεννημένος από Εβραίους γονείς, την Τζούντιθ και τον Ντόναλντ Μ. Μπλίνκεν, ο Άντονι Μπλίνκεν έζησε τα πρώτα χρόνια του στη Νέα Υόρκη, πριν μετακομίσει το 1971 στο Παρίσι, όταν η μητέρα του παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, τον δικηγόρο Σαμουέλ Πισάρ, ο οποίος είχε επιβιώσει από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί στο Αουσβιτς και το Νταχάου.
Ως απόφοιτος του πανεπιστημίου του Χάρβαρντμ, εργάστηκε για το The Harvard Crimson, καθώς και για μία έκδοση για τις τέχνες. Στη συνέχεια εργάστηκε στο The New Republic, ενώ το 1988 πήρε το πτυχίο του στη Νομική Σχολή της Κολούμπια.
Εκανε την πρακτική του μεταξύ Νέας Υόρκης και Παρισιού και το 1988 συμμετείχε για πρώτη φορά σε προεδρική καμπάνια, μαζί με τον πατέρα του, για λογαριασμό του Μάικλ Δουκάκις.
Ο Μπλίνκεν κατείχε ανώτερες θέσεις εξωτερικής πολιτικής σε δύο διοικήσεις για δύο δεκαετίες. Υπηρέτησε αρχικά στο προσωπικό του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών στο Λευκό Οίκο από το 1994 έως το 2001. Από το 1994 έως το 1998 ήταν βοηθός του Προέδρου και Ανώτερος Διευθυντής Στρατηγικού Σχεδιασμού και Ανώτερος Διευθυντής του NSC. Από το 1999 έως το 2001 ήταν Ειδικός Βοηθός του Προέδρου και Ανώτερος Διευθυντής Ευρωπαϊκών και Καναδικών Υποθέσεων.
Το 2002 διορίστηκε διευθυντής προσωπικού για την Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ, μια θέση στην οποία υπηρέτησε μέχρι το 2008. Ήταν επίσης ανώτερος συνεργάτης στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών. Το 2008, εργάστηκε για την προεδρική εκστρατεία του Μπάιντεν και ήταν μέλος της προεδρικής ομάδας μετάβασης Ομπάμα -Μπάιντεν.
Από το 2009 έως το 2013, διετέλεσε Αναπληρωτής Βοηθός του Προέδρου και Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Αντιπροέδρου, θέση από την οποία επέδρασε στη χάραξη της πολιτικής των ΗΠΑ για το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Είχε ταχθεί υπέρ της στρατιωτικής δράσης κατά της Συρίας το 2013 -θέση την οποία δεν ενστερνίστηκε ο Ομπάμα.
Ο Μπλίνκεν ήταν επίσης, συνιδρυτής της WestExec Advisors, συμβουλευτικής εταιρείας πολιτικής στρατηγικής αλλά και συνεργάτης της ιδιωτικής εταιρείας Pine Island Capital Partners, από την οποία και αποχώρησε λίγο πριν ακολουθήσει τον Μπάιντεν στην εκστρατεία του για την προεδρεία των ΗΠΑ ως σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής.