Δικαστήριο στην Τουρκία επέβαλε ποινή 27ετούς κάθειρξης στον δημοσιογράφο Τσαν Ντουντάρ, τον οποίο είχε ήδη κρίνει ένοχο για τις κατηγορίες της συνέργειας σε τρομοκρατική οργάνωση και κατασκοπεία. Οι συνήγοροι του δημοσιογράφου έκαναν λόγο για μια καταδίκη με πολιτικά κίνητρα.
Ο Τσαν Ντουντάρ, πρώην αρχισυντάκτης της εφημερίδας “Τζουμχουριέτ” (Cumhuriyet), δικάστηκε ερήμην καθώς εγκατέλειψε την Τουρκία το 2016 και ζει στη Γερμανία. Βρέθηκε ενώπιον της τουρκικής δικαιοσύνης για τη δημοσίευση έρευνας που εμφάνιζε τις υπηρεσίες πληροφοριών της Τουρκίας να εξοπλίζουν και να παραδίδουν όπλα σε ισλαμιστικές οργανώσεις στη Συρία.
Οι συνήγοροι του αρνήθηκαν να δώσουν το “παρών” στην τελευταία ακροαματική διαδικασία, η οποία πραγματοποιήθηκε χθες Τετάρτη. Σε γραπτή τους δήλωση ανέφεραν ότι “δεν επιθυμούν να συμμετάσχουν σε μια διαδικασία που νομιμοποιεί μια πολιτικά υποκινούμενη ετυμηγορία”. Ανακοίνωσαν ότι επίσης ότι θα εφεσιβάλουν την απόφαση.
Ο ίδιος ο δημοσιογράφος δήλωσε για την καταδίκη του στον βρετανικό “Γκάρντιαν” (Guardian): “Είναι λυπηρό και παράδοξο ότι στην περίπτωσή μου γνωρίζαμε την έκβαση και το περιεχόμενο της ετυμηγορίας πριν καν ολοκληρωθεί η ακροαματική διαδικασία. Στην Τουρκία είναι πλέον αδύνατο κανείς να υπερασπιστεί τον εαυτό του διότι οι δικαστές και το δικαστικό σύστημα είναι αναξιόπιστα. Το μήνυμα που θέλει να στείλει η τουρκική κυβέρνηση με την τόσο αυστηρή τιμωρία ενός δημοσιογράφου είναι το εξής: ‘θα πάθεις το ίδιο αν καλύπτεις ευαίσθητα θέματα’. Ο προσωπικός μου φόβος είναι ότι η καταδίκη μου θα αποθαρρύνει τους δημοσιογράφους στην Τουρκία να κάνουν τη δουλειά τους”.
Τον Οκτώβριο του 2020 με αφορμή το γεγονός ότι δεν είχε παρουσιαστεί στο δικαστήριο οι αρχές προχώρησαν στην κατάσχεση των περιουσιακών του στοιχείων ενώ πάγωσαν και όλους τους τραπεζικούς του λογαριασμούς. Το δικαστήριο δικαιολόγησε την απόφασή του με το σκεπτικό ότι ο καταζητούμενος δημοσιογράφος και συγγραφέας δεν εμφανίστηκε στις αρχές εντός του χρονικού πλαισίου που προβλεπόταν και επομένως είναι “φυγάς”.
Τον Νοέμβριο του 2015 ο Ντουντάρ βραβεύτηκε από την οργάνωση “Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα” (Reporters Without Borders Prize) “για την ανεξάρτητη και θαρραλέα άσκηση δημοσιογραφίας”.
Στη συνέχεια ο Ντουντάρ και ο επικεφαλής του γραφείου της Cumhuriyet στην Άγκυρα, Ερντέμ Γκιούλ, συνελήφθησαν με τις κατηγορίες της κατασκοπείας, της αποκάλυψης εμπιστευτικών εγγράφων και της συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση, ύστερα από τη δημοσίευση από την εφημερίδα φωτογραφιών, που έδειχναν φορτηγά των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, της ΜΙΤ, να μεταφέρουν όπλα στους Ισλαμιστές αντάρτες, στη Συρία. Μετά τη δημοσίευση αυτών των φωτογραφιών, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε ότι αυτοί που δημοσίευσαν αυτές τις φωτογραφίες θα πληρώσουν βαρύ τίμημα γι’ αυτό.
Ο Ντουντάρ και ο Γκιούλ έμειναν στη φυλακή 92 ημέρες και τελικά αφέθησαν ελεύθεροι στις 26 Φεβρουαρίου 2016 αφού το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας αποφάσισε ότι η κράτησή τους συνιστούσε “αδικαιολόγητη στέρηση της ελευθερίας”.
“Μπορεί να μην είναι πια στη φυλακή, αλλά τόσο εγώ όσο και η σύζυγός μου έχουμε πληρώσει ένα πολύ βαρύ τίμημα”, δήλωσε ο Ντουντάρ στον Γκάρντιαν και πρόσθεσε, “έχουμε χάσει τα πάντα. Μετά από 40 χρόνια στη δημοσιογραφία, πρέπει να ξεκινήσω από το μηδέν. Αυτό είναι το τίμημα που πληρώσαμε επειδή υπερασπιστήκαμε την αλήθεια”, κατέληξε ο Τούρκος δημοσιογράφος.
Πηγή: Guardian, AFP