Τελικός σκοπός της εκπαίδευσης είναι να μετατρέψει τους καθρέφτες σε παράθυρα”, κατά τον Αμερικανό δημοσιογράφο Sydney J. Harris (1917-1986).
Ωστόσο, η κυβέρνηση επιχειρεί με ιδιαίτερη σπουδή να τοποθετήσει κάγκελα στα παράθυρα, παραδίδοντας μαθήματα αστυνομοκρατίας.
Η δραματική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η εκπαίδευση, δεν προέκυψε από παρθενογένεση, αλλά από τον αμνιακό σάκο των μνημονίων.
Κάτι που η κυβέρνηση σε μια κρίση επιλεκτικής αμνησίας παραβλέπει, προσηλωμένη στη διατριβή της για την… θεματική ενότητα “Τάξη και Ασφάλεια”.
Κάτι που, όμως, τα στοιχεία των συνδικάτων, αναδεικνύουν.
Έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ (ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ), προτάσσει το βαρύ αποτύπωμα της οικονομικής κρίσης στην Παιδεία, με τους επιστημονικούς συνεργάτες των συνδικάτων να επισημαίνουν την “σημαντική επιδείνωση των διαχρονικών προβλημάτων της εκπαίδευσης κατά την τελευταία δεκαετία στη χώρα”.
Την στιγμή κατά την οποία οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες προσπαθούν να πείσουν το ακροατήριο τους ότι τα πανεπιστήμια έχουν μετατραπεί σε “άντρο ανομίας”, η ψυχρή όσο και ενδεικτική γλώσσα των αριθμών, αποδεικνύει ότι η πλέον σίγουρη εγκληματική πράξη που έχει διαπραχθεί είναι οι βαριές βλάβες σε βάρος της Παιδείας (όλων των βαθμίδων).
Σύμφωνα με τους συντάκτες της Έκθεσης, τα προβλήματα αφορούν τόσο σε ζητήματα εισροών (χρηματοδότηση, εκπαιδευτικό προσωπικό και λοιπό ανθρώπινο δυναμικό, επάρκεια και ποιότητα υποδομών-εξοπλισμού, προγράμματα σπουδών κ.τ.λ.) όσο και εκροών (μαθησιακά-εκπαιδευτικά αποτελέσματα) αλλά και γενικότερα σε θέματα εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Τα προβλήματα, παρουσιάζουν περαιτέρω όξυνση κατά την τελευταία δεκαετία στη χώρα, κατατάσσοντάς τη, ως προς τους περισσότερους δείκτες, σε εξαιρετικά δυσχερή θέση συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε. των 28.
Αναλυτικότερα:
Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης για εκπαίδευση στην Ελλάδα διαχρονικά υπολείπονται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου (8,3% έναντι 10,2% αντίστοιχα, σύμφωνα με στοιχεία του 2018: 27η θέση). Ιδιαίτερα την περίοδο 2008-2018, και οι δύο πηγές χρηματοδότησης (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και Τακτικός Προϋπολογισμός Υπουργείου Παιδείας) καταγράφουν πρωτοφανείς μειώσεις. Η οριζόντια αυτή μείωση έχει σοβαρότατες συνέπειες στα μικρότερα μεγέθη του συστήματος, παρά τον σημαντικό τους ρόλο στην κοινωνική συνοχή (προσχολική εκπαίδευση, εκπαίδευση αλλοδαπών και μεταναστών, ειδική αγωγή και συνεκπαίδευση) και στην ανάπτυξη της χώρας (επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση), ιδιαίτερα στις ορεινές και νησιωτικές περιοχές της χώρας.
Οι δαπάνες των νοικοκυριών για εκπαίδευση στην Ελλάδα διαχρονικά υπερέχουν ιδιαίτερα σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου (2,1% έναντι 1,2% αντίστοιχα, το 2018: 4η θέση) και κυρίως αφορούν στην εξωσχολική υποστήριξη των μαθητών (δευτεροβάθμια εκπαίδευση) ή δαπάνες για εκπαίδευση μελών του νοικοκυριού σε άλλη πόλη από την έδρα του νοικοκυριού (κυρίως τριτοβάθμια εκπαίδευση).
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της περιόδου 2002-2014, η επάρκεια των ακόλουθων επιμέρους υποδομών αποδεικνύεται κατώτερη των προαπαιτούμενων σε όλες τις βαθμίδες, υποβαθμίδες και τύπους μονάδων στο σύστημα: κτιριακές υποδομές (συντήρηση, εκσυγχρονισμός, και ανέγερση και ανέγερση νέων μονάδων), εργαστηριακός εξοπλισμός, υλικοτεχνική υποδομή και δαπάνες για απαραίτητα αναλώσιμα υλικά εργαστηρίων και μονάδων.
Σύμφωνα και πάλι με τα διαθέσιμα στοιχεία της περιόδου 2002-2014, καταγράφεται σημαντική γήρανση του διδακτικού προσωπικού (αλλά και του εργαστηριακού και λοιπού διοικητικού προσωπικού) σε όλες της βαθμίδες της εκπαίδευσης, η οποία οφείλεται κυρίως στην αδυναμία του κράτους να προσλάβει μόνιμο διδακτικό και λοιπό εργαστηριακό και διοικητικό προσωπικό.
Σε αρκετούς δείκτες συμμετοχής στην εκπαίδευση, η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ε.Ε. των 28. Ενδεικτικά: Ενήλικες (25-64 ετών) με ποσοστό συμμετοχής 3,9% (25η θέση), Μεταπτυχιακοί φοιτητές με ποσοστό συμμετοχής 3,1% (25η θέση), Συνολικός βρεφικός-νηπιακός πληθυσμός με ποσοστό συμμετοχής 9,2% (28η θέση), Συνολικός μαθητικός πληθυσμός της ανώτερης δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης με ποσοστό συμμετοχής 28,8% (23η θέση).
Τέλος, η Ελλάδα την αρνητική πρωτιά στους δείκτες κοινωνικών ανισοτήτων: Κατέχει την πρώτη θέση στην Ε.Ε.28, σύμφωνα με στοιχεία του 2018, σε ποσοστό πληθυσμού 15-64 ετών που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (35,3% έναντι 22,2 του ευρωπαϊκού μέσου όρου). Επίσης, στην 4η θέση, σύμφωνα με στοιχεία του 2018, στον δείκτη NEET (Νέοι 15-24 ετών που βρίσκονται εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης και κατάρτισης) με ποσοστό 14,1% έναντι 9,6% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.