Έκπτωτο κήρυξε η Αγία και Ιερά Σύνοδος τον Μητροπολίτη Γέροντα Χαλκηδόνος Αθανάσιο για απείθεια και ασέβεια.
Σύμφωνα με το ανακοινωθέν που εξεδόθη, η Αγία και Ιερά Σύνοδος, κατά την πρώτη ημέρα των εργασιών της, του μηνός Φεβρουαρίου, υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, στη θέση του εξέλεξε τον Μητροπολίτη Γαλλίας Εμμανουήλ.
Στη χηρεύσασα Μητρόπολη Γαλλίας τοποθετήθηκε προσωρινά και μέχρι της πληρώσεως της ως Πατριαρχικός Επίτροπος ο εν αυτή διακονών ως Βοηθός Επίσκοπος Ρηγίου Ειρηναίος.
Επίσης, ύστερα από εισήγηση του Παναγιωτάτου, ο Επίσκοπος Αβύδου Κύριλλος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, εξελέγη Μητροπολίτης Κρήνης και διορίσθηκε ως Πατριαρχικός Έξαρχος επικεφαλής της νεοσύστατης Εξαρχίας Μελίτης (Μάλτας).
Επιπλέον, κατόπιν παράκλησης του Αρχιεπισκόπου Θυατείρων και Μ. Βρετανίας Νικήτα, εξελέγησαν δύο Βοηθοί παρ’ αυτώ Επίσκοποι και δη:
α) ο αρχιμανδρίτης Ραφαήλ Παβούρης (εκ Λέσβου) υπό τον τίτλο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Ιλίου, και
β) ο αρχιμανδρίτης Ιάκωβος Σάββα (εκ Κύπρου) υπό τον τίτλον της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Κλαυδιουπόλεως.
Όλες οι παραπάνω εκλογές έγιναν ομόφωνα και παμψηφεί.
Σημειώνεται ότι ο Αθανάσιος Παπάς γεννήθηκε στη Χαλκηδόνα (Kadıköy) στις 22 Μαρτίου 1936. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1959. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 26 Απριλίου 1959 από τον Μητροπολίτη Ικονίου Ιάκωβο και Πρεσβύτερος στις 17 Σεπτεμβρίου 1972 από τον Μητροπολίτη Ειρηνουπόλεως Συμεών.
Στις 18 Ιουνίου 1964 αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Το 1965 διορίστηκε καθηγητής της Χριστιανικής Αρχαιολογίας στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1972 χειροτονήθηκε στον Καθεδρικό Ναό Αγίας Τριάδος Χαλκηδόνος τιτουλάριος Επίσκοπος Ελενουπόλεως, Βοηθός Επίσκοπος της Μητροπόλεως Χαλκηδόνος. Την χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων, συμπαραστατούμενος από τους Μητροπολίτες Ροδοπόλεως Ιερώνυμο και Ίμβρου και Τενέδου Φώτιο.
Στις 8 (9) Νοεμβρίου 1976 προήχθη σε εν ενεργεία Μητροπολίτη με τον ίδιο τίτλο. Στις 2 Οκτωβρίου 1990 εξελέγη Μητροπολίτης Ηλιουπόλεως και Θείρων. Στις 21 Μαρτίου 2008 εξελέγη Μητροπολίτης Χαλκηδόνος. Στις 16 Φεβρουαρίου 2021 παύθηκε.
Ο διάδοχος
Ο Μητροπολίτης Γαλλίας, υπέρτιμος και έξαρχος Ευρώπης, κ. Εμμανουήλ (Αδαμάκης) γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης την 19η Δεκεμβρίου 1958, όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του.
Σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου Κρήτης και πραγματοποίησε ευρύτερες σπουδές στην Φιλοσοφική Σχολή του Καθολικού Ινστιτούτου Παρισίων παράλληλα προς τις Θεολογικές του σπουδές στο Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου Παρισίων.
Το 1984 έλαβε μεταπτυχιακό δίπλωμα (Master) του Οικουμενικού Ινστιτούτου του Καθολικού Πανεπιστημίου Παρισίων, το δε επόμενο έτος το προδιδακτορικό δίπλωμα εκ του Πανεπιστημίου Σορβόννης (Paris IV) στην Ιστορία των Θρησκειών.
Διάκονος και Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε το 1985. Το 1987 έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο (Master) εκ της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης και ανέλαβε καθήκοντα Πρωτοσύγκελου της Ιεράς Μητρόπολης Βελγίου, διατελέσας και Ιερατικώς Προϊστάμενος της Ενορίας των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ Βρυξελλών. Επί εικοσαετία (1994-2014) διηύθυνε το Γραφείο της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1996 εξελέγη παμψηφεί υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Επίσκοπος της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Ρηγίου, ως Βοηθός Επίσκοπος του Μητροπολίτη Βελγίου.
Την 20η Ιανουαρίου 2003 εξελέγη παμψηφεί υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Μητροπολίτης Γαλλίας, ενώ του ανετέθη παράλληλα και η εκπροσώπηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον Θεολογικό Διάλογο της Ορθοδοξίας μετά των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών, ενώ ταυτόχρονα εξακολουθεί να κατέχει την θέση του Προέδρου των διμερών Ακαδημαϊκών Συναντήσεων μετά του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού.
Είναι Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Διαθρησκευτικού Ιδρύματος KAICIID της Βιέννης, είναι Συντονιστής (co-moderator) του Διεθνούς Οργανισμού Religions for Peace και έχει διατελέσει Πρόεδρος του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (ΚΕΚ). Μετέσχε πολλών οικουμενικών και επιστημονικών συνεδρίων.