Η εκλογή του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών χαιρετίστηκε από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης μεταξύ άλλων και για την επιστροφή της Αμερικής στο κανονιστικό πλαίσιο του διεθνούς συμφώνου για το κλίμα που είχε υπογραφεί στο Παρίσι και είχε δυσαρεστήσει σφόδρα τις πετρελαϊκές εταιρείες και τον Ντόναλντ Τραμπ. Ας το θυμηθούμε: μεταξύ άλλων δεινών που κουβαλούσε η πληθωρική παρουσία του δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία στη δημόσια σφαίρα ήταν και εκείνο του προνομιακού υπεργολάβου κατασκευαστικών έργων που συνδέονται με την εξόρυξη, την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διύλιση πετρελαίου στον Καναδά και τις ΗΠΑ, με κορωνίδα τους τη χάραξη και την κατασκευή του αγωγού Keystone XL για να μεταφερθεί πετρέλαιο από τα κοιτάσματα της Αλμπέρτα του Καναδά προς τις Ηνωμένες Πολιτείες με σκοπό συν τοις άλλοις να προσποριστεί αμύθητα κέρδη η Exxon Mobil.
Ο διεθνής ενθουσιασμός που προκάλεσε στις τάξεις και των συστημικών οικολογικών οργανώσεων της “πράσινης ανάπτυξης” η εκλογή Μπάιντεν στην προεδρία πόρρω απέχει από όσα πραγματικά και δραματικά διαδραματίζονται στην Αμερική τις τελευταίες μέρες. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν η εκλεκτή του νέου προέδρου για το υπουργείο Εσωτερικών, η 60χρονη Αμερινδιάνα στην καταγωγή, Ντεμπ Χάαλαντ δέχτηκε καταιγισμό ερωτήσεων στην αρμόδια Επιτροπή Ενέργειας και Περιβάλλοντος την περασμένη Τετάρτη ενόψει της τυπικής επικύρωσης του διορισμού της από τη Γερουσία. Οι γερουσιαστές, ειδικά ο επίσης Δημοκρατικός και πρόεδρος της Επιτροπής, Τζο Μάντσιν που θεωρείται ο πιο προσκολλημένος στα ορυκτά καύσιμα γερουσιαστής των “γαϊδάρων”, πίεσαν φορτικά τη Χάαλαντ προκειμένου αφενός να περιγράψει το πλαίσιο πολιτικής που θα ακολουθήσει ως υπουργός και αφετέρου να αποκηρύξει ουσιαστικά και δημόσια τις πάγιες υποτίθεται θέσεις της για τους αγωγούς, τα ορυκτά καύσιμα και την πετρελαϊκή εξάρτηση , που έως προχθές συντονίζονταν με τα αιτήματα και τις κραυγές αγωνίας των ομοεθνών της από τα καναδικά έως τα μεξικανικά σύνορα της Αμερικής.
“Είμαι η τελευταία πολιτικός που θα θέσει σε κίνδυνο την ενεργειακή ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών από τη στιγμή που στο ορατό μέλλον όλη η ενεργειακή κατάσταση της χώρας θα βασίζεται σταθερά στα ορυκτά καύσιμα’’, τόνισε η Χάαλαντ και οι πλέον φανατικοί του πετρελαίου και χρηματοδοτούμενοι από τις εταιρείες γερουσιαστές της Επιτροπής Ενέργειας και Περιβάλλοντος επιδοκίμασαν φανερά και έμπρακτα αυτή τη μεστή νοήματος αποστροφή της: ο Μάντσιν που έως την Τετάρτη απειλούσε να καταψηφίσει την επιλογή της Χάαλαντ “αν δεν άλλαζε μυαλά”, έδωσε θετική προκαταρκτική ψήφο αντιλαμβανόμενος πως η Ινδιάνα νέα υπουργός Εσωτερικών δεν θα σταθεί εμπόδιο στους σχεδιασμούς των πετρελαϊκών εταιρειών. Εξάλλου, το πολιτικό και νομοθετικό παιχνίδι για το ενεργειακό μέλλον της Αμερικής και τις τύχες των ιθαγενών κρίνεται εν πολλοίς στις πολιτείες, ειδικά της Μεσοδύσης.
Σε δεκαοχτώ πολιτείες όπου διεξάγονται αυτή τη στιγμή λυσσώδεις κοινωνικές μάχες για να σταματήσει η υφαρπαγή της γης των ιθαγενών Αμερικανών από τις πετρελαϊκές εταιρείες και να παύσει η κατασκευή αγωγών μεταφοράς πετρελαίου, ψηφίζονται το τελευταίο διάστημα και με πρόσχημα την πανδημία, αντιδραστικοί νόμοι νεομακαρθικού περιεχομένου που επιβάλλουν δρακόντεια μέτρα και εξοντωτικές ποινές με στόχο την εξουθένωση του ρωμαλέου κινήματος το οποίο έχουν συγκροτήσει οι Ινδιάνοι και οι “εκτός επίσημης γραμμής” οικολόγοι.
Την αρχή έχει κάνει η πολιτεία της Μινεσότα, στην οποία κορυφώνονται αυτή την περίοδο οι κινητοποιήσεις των ιθαγενών Αμερικανών που ανήκουν στις φυλές των Σιού, των Οτζίμπουε και των Τσερόκι. Οι Ινδιάνοι εναντιώνονται στην κατασκευή ενός ακόμη αγωγού, του Enbridge’s Pipeline Three που θα μεταφέρει πετρέλαιο πισσώδους άμμου από τα κοιτάσματα στην Τζουλιέτ της Βόρειας Ντακότα με τελικό προορισμό το Κλίρμπρουκ της Μινεσότα. Από τις 9 του Γενάρη και κάθε μέρα, χιλιάδες ιθαγενείς Αμερικανοί και οικολόγοι συμμετέχουν στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας εναντίον της κατασκευής του αγωγού που περνά μέσα από προστατευόμενες περιοχές, λίμνες, ποτάμια, δάση και οικισμούς των ιθαγενών ανατρέποντας και δηλητηριάζοντας τη ζωή τους.
Η Μινεσότα είναι εντελώς blue state ανήκει δηλαδή εξολοκλήρου στους Δημοκρατικούς σε όλα τα επίπεδα, από τα τοπικά νομοθετικά σώματα έως τις δύο έδρες στην ομοσπονδιακή Γερουσία και σύμφωνα με την επίσημη και συστημική προπαγάνδα η ηγεσία της θα έπρεπε, θεωρητικά, να έχει περισσότερες περιβαλλοντικές “ευαισθησίες” ειδικά απέναντι στους Αμερινδιάνους. Στην πραγματικότητα όμως, η τοπική Βουλή των Αντιπροσώπων πέρασε πριν από δέκα μέρες έναν από τους πιο σκληρούς και απάνθρωπους νόμους σε βάρος των διαμαρτυρομένων καθιστώντας τη “συμμετοχή” (participation) σε συγκεντρώσεις εναντίον του Enbridge’s Pipeline Three και την “παράνομη διέλευση από δεσμευμένες εταιρικές περιοχές” (trespassing), αδικήματα που επιφέρουν διοικητική ποινή φυλάκισης 10 ετών και πρόστιμο 20.000 δολαρίων σε κάθε, ας προσεχθεί ιδιαίτερα αυτό το πολύ κρίσιμο και εφιαλτικό σημείο, “συλληφθέντα” (arrested) από την αστυνομία ή την εθνοφρουρά και όχι “καταδικασμένο” (convicted) από πολιτειακό δικαστήριο.
Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου γίνεται μια τσάτρα-πάτρα προσπάθεια να δικαιολογηθεί η επίσπευση της ψήφισης του νόμου και η εξοντωτική διάσταση των ποινών που προβλέπονται προτού καν τεθεί ζήτημα παραπομπής της υπόθεσης σε δίκη. Προσχηματικά, γίνεται επίκληση “στην πανδημία της Covid-19 που έπληξε την οικονομία της Μινεσότα, με αποτέλεσμα να απαιτούνται άμεσες νέες επενδύσεις και επιτάχυνση όλων εκείνων των κατασκευαστικών έργων που θα μπορούσαν να αναθερμάνουν τη ζήτηση και την προσφορά στην αγορά εργασίας της πολιτείας”. Ας σημειωθεί ότι στα χαρτιά, ο αγωγός Enbridge’ s Pipeline Three είναι ένα έργο ύψους 9,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα οποία τα 2,8 αφορούν τα έμμεσα αντισταθμιστικά οφέλη προς την πολιτειακή οικονομία, μια δέσμευση που έχει αμφισβητηθεί ως προς την εκπλήρωση της από πολλές πλευρές ακόμη και μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα.
Τον νομοθετικό δρόμο που άνοιξε η Μινεσότα, ακολουθούν πιστά το Κάνσας, το Άρκανσο και η Μοντάνα καθώς και οι υπόλοιπες μεσοδυτικές πολιτείες που σχεδόν όλες τους ελέγχονται από τους Ρεπουμπλικάνους, ψήφισαν υπέρ του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές και αποτελούν περάσματα αγωγών που μεταφέρουν πετρέλαιο από τα πισσώδη κοιτάσματα του Βορρά προς τον Νότο και τα μεσοδυτικά. Σε όλες αυτές τις πολιτείες, η νομική αιτιολόγηση της σκληρής ποινικής αντιμετώπισης των διαμαρτυρομένων βασίζεται στην υπόθεση πως “όλες οι υποδομές που συνδέονται με την εξόρυξη, την παραγωγή, τη μεταφορά και την κατανάλωση πετρελαίου, φυσικού αερίου, άνθρακα και πλαστικού είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομία που απειλείται αυτή τη στιγμή από τις συνέπειες της πανδημίας και τη δράση όσων διαφωνούν και καταφεύγουν σε αντικοινωνικές ενέργειες παρακώλυσης των κατασκευαστικών έργων βλάπτοντας την ανάπτυξη”. Οι προτάσεις νόμων που έχουν κατατεθεί προβλέπουν ποινές φυλάκισης και κάθειρξης από έξι έως τριάντα χρόνια για όσους εισέρχονται στις περιοχές “διέλευσης και εγκατάστασης κρίσιμων υποδομών για την ενέργεια και τα δίκτυα της πολιτείας” και προβαίνουν “σε πράξεις βίας, καταστροφής ή αναστολής της λειτουργίας των υποδομών μεταφοράς ενέργειας”. Αντίστοιχα με τις ποινές φυλάκισης και κάθειρξης, προβλέπονται και ορισμένα εξοντωτικά πρόστιμα που ξεκινούν από τα 10.000 και φτάνουν στα 150.000 δολάρια για κάθε διαδηλωτή που συλλαμβάνεται από την αστυνομία.
Η οξυδερκής και εξαντλητική έρευνα της 50χρονης ιθαγενούς ακτιβίστριας, Ντόουν Γκούντγουιν, που έχει αναδειχθεί σε ηγέτιδα των ομοεθνών της και πρωτοστατεί στις διαμαρτυρίες για τους αγωγούς και την υφαρπαγή της γης των Ινδιάνων από τους πετρελαϊκούς κολοσσούς, έχει αποκαλύψει ότι τα σχεδόν πανομοιότυπα στο περιεχόμενο και τις ποινές νομοσχέδια που εισάγονται στα κοινοβούλια των μεσοδυτικών πολιτειών ξεκινούν από ένα κοινό κέντρο πολιτικών πιέσεων και επεξεργασίας και συγγραφής νομοσχεδίων: το νεοσυντηρητικό λόμπι και think tank, ALEC (Αμερικανικό Συμβούλιο για τη Νομοθετική Αλλαγή). Το ALEC χρηματοδοτείται από όλες τις ενδιαφερόμενες πετρελαϊκές και κατασκευαστικές εταιρείες (Exxon Mobil, Enbridge, Koch Industries, Marathon Petroleum κ.α.) και πολιτικά υποστηρίζει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, πολύ περισσότερο μάλιστα την τραμπική πτέρυγα του.
Παρόλα αυτά, το νομοπαρασκευαστικό λόμπι των Αμερικανών πετρελαιάδων έχει ισχυρά ερείσματα και στους Δημοκρατικούς σε διάφορες πολιτείες όπως για παράδειγμα στο Κεντάκι, όπου κατάφερε να επιβεβαιώσει την επιρροή του μέσω μιας πολιτειακής πράξης νομοθετικού περιεχομένου την οποία υπέγραψε στα γρήγορα ο Δημοκρατικός κυβερνήτης Άντι Μπεσίρ τον περασμένο Μάρτιο με πρόσχημα τις έκτακτες και εξαιρετικές συνθήκες που έφερνε η πανδημία του κορονοϊού.
Σε αυτήν την απόφαση, καθιερώνεται ως ιδιώνυμο ποινικό αδίκημα το trespassing διαδηλωτών σε περιοχές “εταιρικού ενδιαφέροντος” που προορίζονται για την κατασκευή αγωγών και υποδομών διύλισης πισσώδους άμμου. Ας σημειωθεί πως στο Κεντάκι εκλέγεται ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία Μιτς ΜακΚόνελ, που θεωρείται κατεξοχήν άνθρωπος των αγορών, του πετρελαίου και της δικομματικής συνεργασίας και συνεννόησης μεταξύ των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων. Την ίδια πράξη νομοθετικού περιεχομένου και με διαφορά μερικών ημερών, υπέγραψαν ταυτόχρονα τον περασμένο Απρίλιο η Ρεπουμπλικανή κυβερνήτρια της Νότιας Ντακότα, Κρίστι Νόεμ και ο επίσης Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Δυτικής Βιρτζίνια και δισεκατομμυριούχος, Τζιμ Τζάστις. Και στις τρεις πολιτείες, η ποινή για το trespassing, ουσιαστικά για τη συμμετοχή στις διαδηλώσεις και τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, ξεκινά από τους 12 μήνες και φτάνει στα τρία χρόνια χωρίς δικαίωμα αναστολής ή έφεσης στα πολιτειακά δικαστήρια.
Οι ιθαγενείς Αμερικανοί και οι οικολόγοι συμπαραστάτες τους δεν πτοούνται από τις απειλές και δηλώνουν έτοιμοι να συνεχίσουν τους αγώνες τους, δυναμικά και συντεταγμένα. Η δρακόντεια και κατασταλτική νομοθεσία φέρνει ξανά στο προσκήνιο την πολιτική ισχύ και κυριαρχία των πετρελαϊκών εταιρειών στην Αμερική και τον κόσμο, ισχύ ανεξέλεγκτη που οδηγεί τον πλανήτη στην καταστροφή της κλιματικής κρίσης με μαθηματική ακρίβεια. Οι αγώνες των Ινδιάνων και των οικολόγων στις Ηνωμένες Πολιτείες, που εν πολλοίς δεν έχουν τύχει της πρέπουσας δημοσιότητας, είναι αγώνες για έναν πραγματικά καλύτερο κόσμο πίσω και πέρα από το φθηνό επικοινωνιακό προσωπείο της “καλύτερης” αμερικανικής προεδρίας των Δημοκρατικών. Αξίζει να μάθουμε την αγωνιστική τους ιστορία και να διαδώσουμε το μήνυμα τους: οι εξοντωτικοί νόμοι που υιοθετήθηκαν με πρόσχημα τα διοικητικά και περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της Covid-19, δεν τους σταματούν και στη Μινεσότα, τη Νότια Ντακότα, το Κάνσας και τη Μοντάνα θα συνεχίσουν να παλεύουν εναντίον του εξορυκτικού καπιταλισμού και της πετρελαϊκής οικονομίας των υδρογονανθράκων που οδηγεί στην καταστροφή του κλίματος και της ανθρωπότητας.