Μια απρόβλεπτη εξέλιξη που εκθέτει τη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και το υπουργείο Πολιτισμού αποκαλύπτεται με τη σημερινή ανάρτηση στην ΔΙΑΥΓΕΙΑ της απόφασης για τις σημάνσεις/ταμπέλες που έχουν τοποθετηθεί επί του κτιριακού συγκροτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης.
Όπως προκύπτει οι σημάνσεις τόσο για το κτίριο Α’, όπου έχει τοποθετηθεί στην είσοδο του συγκροτήματος ένα μη εγκεκριμένο νέο λογότυπο, όσο και στο κτίριο Β’ με την γιγαντιαία επιγραφή του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, δεν έχουν λάβει τις νόμιμες άδειες και είναι αυθαίρετες!
Το έγγραφο με θέμα “Έγκριση μελέτης τοποθέτησης σήμανσης στην όψη του κτηρίου Α’ του χαρακτηρισμένου ως μνημείο συγκροτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου” και ημερομηνία 24/3/2021 φέρει την υπογραφή της προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων Αμαλίας Ανδρουλιδάκη και αναφέρει επί λέξει τα εξής:
“Αποφασίζουμε
Την έγκριση της τοποθέτησης σήμανσης στην όψη του κτηρίου Α’ του χαρακτηρισμένου ως μνημείου συγκροτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης, Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, το οποίο είναι έργο εθνικής εμβέλειας, σημαντικό για τα πολιτιστικά δρώμενα του τόπου μας, αλλά και μείζον τοπόσημο και αυξημένου κύρους έργο που παράγει τον ελληνικό πολιτισμό, με τις εξής παρατηρήσεις:
1. Να διερευνηθεί η δυνατότητα αφαίρεσης του λογότυπου από το κτήριο Α’.
2. Να γίνει στοίχιση των Ελληνικών και Αγγλικών γραμμάτων στο κτήριο Α’ και να τοποθετηθούν συμμετρικά στην είσοδο του κτηρίου.
3. Να εξεταστεί η δυνατότητα να είναι μεγαλύτερα τα γράμματα της α΄σειράς σε σχέση με τη β΄ σειρά στο κτήριο Β’.
4. Να διερευνηθεί η δυνατότητα περιορισμού του ύψους των γραμμάτων στο κτήριο Β’.
5. Να διερευνηθεί η αντιστροφή της σειράς στο κτήριο Β΄ ώστε η δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος να είναι στην κάτω σειρά και να εξεταστεί, η δυνατότητα να είναι μικρότερα τα γράμματα με τον τίτλο “Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος”.
Οι μελετητές, αφού συμπληρώσουν τις μελέτες σύμφωνα με τους ανωτέρω όρους,
οφείλουν να προσκομίσουν τρεις (3) σειρές προς έλεγχο και θεώρηση στη Δ/νση Προστασίας και Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων (Γ΄ Σεπτεμβρίου 42 και Πολυτεχνείου, 104 33, Αθήνα, τηλ. Γραμματείας: 210/52.19.011, 005)”.
Από το περιεχόμενο του εγγράφου και την ημερομηνία της έκδοσή του προκύπτει, πέραν πάσης αμφιβολίας, πως οι ταμπέλες/σημάνσεις που έχουν τοποθετηθεί τις προηγούμενες ημέρες επί του κτιριακού συγκροτήματος της Πινακοθήκης, τοποθετήθηκαν παράνομα και αυθαίρετα, χωρίς να υπάρχει προηγούμενη εγκριτική απόφαση!
Ωστόσο, το ίδιο το έγγραφο είναι εξόχως προβληματικό και γεννά πολλά ερωτηματικά για τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν.
Κατά πρώτον, κάνει μνεία σε συνεδρίαση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων στις 4 Μαρτίου όπου πράγματι συζητήθηκε το θέμα “Έγκριση ή μη τροποποίησης της σήμανσης στην όψη του κτηρίου Α’ του χαρακτηρισμένου ως μνημείο συγκροτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου” (θέμα 3ο),
όπως και στην σχετική εισήγηση επί του θέματος της Διεύθυνσης Προστασίας και Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων. Όμως, τόσο στο θέμα της συζήτησης όσο και στην προαναφερθείσα εισήγηση, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το Κοσμοδρόμιο, δεν γίνεται καμία απολύτως αναφορά στο κτίριο Β’, στο οποίο έχει δοθεί το όνομα “πτέρυγα Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος” και στου οποίου την όψη έχει τοποθετηθεί η κραυγαλέων διαστάσεων επιγραφή-διαφημιστική πινακίδα του Ιδρύματος που προκάλεσε σφοδρές διαμαρτυρίες .
Τι εξέτασε, λοιπόν, το ΚΣΝΜ για το κτίριο Β’, το οποίο δεν υπήρχε ούτε ως θέμα συζήτησης ούτε είχε συνταχθεί κάποια εισήγηση για αυτό; Και γιατί η απόφαση χρειάστηκε να περάσουν 20 ολόκληρες ημέρες για να υπογραφεί και να αναρτηθεί στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ ανήμερα του επίσημου ανοίγματος της Πινακοθήκης, ενώ επρόκειτο για μια υποτίθεται επείγουσα διαδικασία; Ακόμη περισσότερο, γιατί έπρεπε να φτάσει να συζητείται το συγκεκριμένο θέμα στις αρχές Μαρτίου του 2021, ενώ υποτίθεται πως το χρονοδιάγραμμα των εργασιών για την ολοκλήρωση των έργων στην Πινακοθήκη ακολουθούνταν κατά γράμμα, υπό την άμεση επίβλεψη όχι μόνο της διευθύντριάς της, αλλά και του… project manager Γενικού Γραμματέα Γιώργου Διδασκάλου και την ίδιας της υπουργού Λίνας Μενδώνη;
Μήπως, ακόμη και η απόφαση που εκδόθηκε τελικά στις 24 Μαρτίου, έτσι κι αλλιώς κατόπιν εορτής, “μαγειρεύτηκε” εκ των υστέρων προκειμένου να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, συμπεριλαμβάνοντας και στοιχεία μιας δημόσιας και όχι εντός του Συμβουλίου συζήτησης, που ξέσπασε μετά την ανάρτηση των επίδικων σημάνσεων;
Ακόμη και έτσι να είναι, η απόφαση βρίθει αντιφάσεων. Εγκρίνει μεν, αλλά με “παρατηρήσεις” που συνίστανται στην παραίνεση “να διερευνηθεί η δυνατότητα κλπ” και αμέσως μετά οι παρατηρήσεις/παραινέσεις βαπτίζοντα “όροι”, τους οποίους οφείλουν να λάβουν υπόψη τους οι μελετητές και να επανέλθουν για νέο έλεγχο και θεώρηση. Προφανώς τίποτα από αυτά δεν έχει γίνει. Με τίνος την απόφαση, λοιπόν, αναρτήθηκαν οι επίμαχες σημάνσεις;
Ωστόσο, στην κατακλείδα της, η απόφαση της 24ης Μαρτίου είναι σαφής: “Οι κατασκευές που δεν εκτελούνται σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη, επιφέρουν την εκ του νόμου ακυρότητα αυτής, καθώς και την επιβολή διακοπής ή και καθαίρεσης οποιασδήποτε αυθαίρετης κατασκευής”. Και επίσης: “Ο ιδιοκτήτης και οι επιβλέποντες μηχανικοί είναι υποχρεωμένοι να ειδοποιήσουν εγγράφως την αρμόδια Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων πριν την έναρξη των εργασιών”.
Δεδομένου ότι, όπως είδαμε, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή εγκεκριμένη και θεωρημένη μελέτη, αναμένουμε την υλοποίηση των εκ του νόμου προβλεπόμενων: την ενεργοποίηση των αρμόδιων υπηρεσιών για την άμεση καθαίρεση των αυθαίρετων πινακίδων/σημάνσεων!
Στο σχετικό με την Εθνική Πινακοθήκη πρόσφατο κείμενό μας αναφέραμε σχετικά με το ζήτημα πως η τοποθέτηση της πινακίδας με το όνομα του Ιδρύματος “έρχεται να υπομνήσει πως οι περίφημοι χορηγοί πλουτοκράτες, ενδεδυμένοι τα τελευταία χρόνια και με την στολή των “κοινωφελών” Ιδρυμάτων Πολιτισμού, δεν κινούνται απλώς ως “μεγάλοι ευεργέτες”, αλλά επιθυμούν να σφραγίσουν ανεξίτηλα, σε συμβολικό και πραγματικό επίπεδο, την επικυριαρχία τους σε οτιδήποτε ανακατεύονται και στο οποίο “βάζουν τα λεφτά του […] Δεν πρόκειται απλώς για απρέπεια, αλλά για αποτύπωση με τον πιο ανάγλυφο τρόπο της υποταγή του κράτους και των θεσμών του στις αποικιοκρατικού τύπου ορέξεις όσων αναγνωρίζουν την παρατεταμένη οικονομική κρίση ως ευκαιρία για να αλώσουν και να υποτάξουν τα πάντα”.
Και προσθέταμε: “Το ζήτημα δεν είναι, βέβαια, ούτε μόνο ούτε κυρίως οι επεκτατικές βλέψεις και οι εξουσιαστικές προθέσεις των Ιδρυμάτων. Είναι πρωτίστως η δουλική στάση υποταγής της πολιτείας και του πολιτικού προσωπικού που την εκπροσωπεί”.
Τώρα αποκαλύπτονται και πτυχές των παρανομιών που έγιναν, αλλά και των μεθοδεύσεων που τις ακολούθησαν για να “συμμαζευτεί” κάπως η υπόθεση…
Αξίζει να σημειωθεί πως για το θέμα της σήμανσης του κτιρίου Β΄ της Πινακοθήκης με την τεράστια προσβλητική επιγραφή του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, τοποθετήθηκε την περασμένη Κυριακή και η βουλευτής της ΝΔ Φωτεινή Πιπιλή, επιχειρώντας να εμπλέξει στην απόφαση για την ανάρτηση της πινακίδας τις υπουργούς της προηγούμενης κυβέρνησης. Σε ανάρτησή της στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook, έγραψε τα εξής: “Επειδή με ενόχλησε προσωπικά η τεράστια εγχάρακτη σήμανση -ονοματοδοσία -που τοποθετήθηκε -οριστικά- στην ανακαινισθείσα Εθνική Πινακοθήκη μόλις προχθές, το έψαξα το θέμα για να ξέρω ποιός είναι υπεύθυνος γι αυτό. Η σήμανση εξισώνει την Εθνική Πινακοθήκη με τον χορηγό και, ταυτόχρονα, εξαφανίζει παντελώς τον Αλέξανδρο Σούτζο αλλά αυτό προέβλεπε η Σύμβαση που υπεγράφη το 2018, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Την υπέγραψε η Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης κ. Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα και το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος που ενίσχυσε τα έργα επέκτασης με σημαντικό ποσό. Η σύμβαση ελέγχθηκε από το ΥΠΠΟ, άρα συμφώνησε με το περιεχόμενο. Το 2018 υπουργοί Πολιτισμού ήταν δύο. Η Λυδία Κονιόρδου και η Μυρσίνη Ζορμπά. Θα μάθω ποιά από τις 2 ενέκρινε το αποτέλεσμα”.
Όπως τώρα προκύπτει, η κ. Πιπιλή δεν είχε σωστή ενημέρωση. Η Μυρσίνη Ζορμπά σε δική της ανάρτηση στο facebook, την οποία επιγράφει “Η διαβόητη ταμπέλα Νιάρχου στην Εθνική Πινακοθήκη κι … εγώ!”, δίνει την δική της απάντηση, τόσο για τις αιτιάσεις της κ. Πιπιλή όσο και το θέμα καθαυτό: “Σε δημοσίευμα της i-efimerida διάβασα σήμερα ότι η βουλευτής της ΝΔ κα Φωτεινή Πιπιλή εμπλέκει το όνομά μου σε ανάρτησή της στο F/B (21.3.21), πιπιλώντας ανοησίες περί δήθεν ευθύνης μου για την περιβόητη ταμπέλα Νιάρχου στην Πινακοθήκη. Περιμένω να διορθώσει το λάθος της και να ζητήσει συγγνώμη, διότι αν ήθελε να μάθει τι πραγματικά συμβαίνει με την ταμπέλα θα μπορούσε να ρωτήσει την κα Πλάκα και την σημερινή υπουργό με ένα απλό τηλεφώνημα και όχι να παριστάνει τη Μις Μαρπλ, επιδιώκοντας απλώς να προκαλέσει εντυπώσεις. Αυτά τα καμώματα επομένως, που αναπαράγονται και από άλλους, είναι απαράδεκτα.
Όσοι γνωρίζουν, ωστόσο, αναρωτιούνται σοβαρά γιατί η σήμανση της Εθνικής Πινακοθήκης προηγήθηκε της αναγκαίας σχετικής απόφασης του ΥΠΠΟΑ; Γιατί η απόφαση που αφορά τις όψεις εκδόθηκε σήμερα μόλις και, το σημαντικότερο, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών; Γιατί είναι μια απόφαση-περιβόλι ανακριβειών για το οποίο θα γελάμε καιρό; Όλα αυτά μήπως καθιστούν τις ήδη συντελεσμένες πράξεις και τις ταμπέλες παράνομες;”