ΑΘΗΝΑ
01:24
|
06.11.2024
Το ιστορικό... ατύχημα του "αιώνα της ληστείας" που αποκρύπτεται επιμελώς από την "επίσημη" εκδοχή της ιστορίας.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η “επίσημη” ιστορία, έτσι όπως διδάσκεται στα σχολεία, αντιμετωπίζει την Επανάσταση του 1821, ως ιστορικό ευτύχημα, ενώ ο “αιώνας της ληστείας” που ακολούθησε αποκρύπτεται επιμελώς, ως ιστορικό… ατύχημα.

Ελάχιστοι, μαθητές (και όχι μόνο) είχαν την ευκαιρία να πληροφορηθούν τι συνέβη σε κοινωνικό επίπεδο την “επόμενη μέρα” και για περίπου έναν αιώνα (1833-1928), καθιστώντας την περίοδο αυτή, εν πολλοίς, μια ιστορική “μαύρη τρύπα”.

Αυτό που ενδεχομένως οι περισσότεροι γνωρίζουν, είναι τα ονόματα ξακουστών λήσταρχων (αυτοαποκαλούμενων “βασιλέων των ορέων”), όπως ο Νταβέλης και ο Γιαγκούλας.

Μάλιστα, η αναφορά σε αυτούς γίνεται πάντα με αρνητικούς συνειρμούς, προκειμένου ο ομιλητής να περιγράψει τον βίαιο, τον καταπατητή, τον τρομοκράτη.

Η αστική ψυχολογική σύνδεση των ληστών με το “κακό”, δεν είναι πάντα άστοχη.

Δεν μπορεί, όμως, να αποτελέσει τον κανόνα. Ιδιαίτερα, με βάση την σημερινή (ας υποθέσουμε) εκλεπτυσμένη εκδοχή της κοινωνίας.

Η ληστρική δράση του Χρήστου Νταβέλη δεν είχε κάτι το εξαιρετικό για την εποχή του, πέραν ενός συγκεκριμένου περιστατικού το οποίο διέδωσε τη φήμη του στην Ελλάδα, καθώς εκλήφθηκε από τους Έλληνες ως πράξη αντίστασης εναντίον της ξένης αυθαιρεσίας.

Το 1855, στην εποχή του Κριμαϊκού Πολέμου, με τον ηθελημένα ταπεινωτικό αποκλεισμό της Αθήνας από τον αγγλο-γαλλικό στόλο, ο Νταβέλης πέτυχε, στην οδό Πειραιώς, τη σύλληψη Γάλλου αξιωματικού του στρατού κατοχής που είχε καταπλεύσει στον Πειραιά, προκειμένου να αποτρέψει τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Κριμαϊκό Πόλεμο, στο πλευρό της Ρωσίας.

Ο Φώτης Γιαγκούλας, σύμφωνα με μερτυρίες της εποχής, σκότωσε έναν υπομοίραρχο που είχε βιάσει μια ξαδέλφη του και στη συνέχεια “βγήκε στο κλαρί”.

Τα κοινωνικά εγκαίνια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους συνοδεύτηκαν από τεράστιες ανισότητες, οι οποίες αποτέλεσαν το βαρύ κληροδότημα της κοινωνικής εξέλιξης στη χώρα.

Ανισότητα, φτώχεια, καταπίεση, αστυνομοκρατία.

Η αντιμετώπιση της αντίδρασης, σταθερά η ίδια. Δημιουργία φόβου στους “νοικοκυραίους”, στρατολόγηση “κυνηγών κεφαλών” (με διαφορετική μορφή κάθε φορά), επικήρυξη των δραστών και ένταξη των εξεγερτικών ενεργειών στον κοινό Ποινικό Κώδικα.

Ακόμη και αν η εικόνα που φιλοτεχνούν οι εξουσιαστές απέχει πολύ από τις πεποιθήσεις του λαού για τους “λήσταρχους’, “κακοποιούς” και “τρομοκράτες”.

Έξάλλου, ακόμη και τα δημοτικά τραγούδια που δημιουργήθηκαν τότε και ορισμένα εξ αυτών ακούγονται έως τις μέρες μας, δεν εξυμνούν τους διώκτες, αλλά τους δράστες…

Ο ποιητής Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος (1843-1873), γιός του γνωστού ιστορικού Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, στο βιβλίο του “Σκέψεις ενός ληστού”, το οποίο προκάλεσε σοκ στην αστική τάξη της εποχής του, προσέγγισε τον ληστή με μια οπτική που πολλοί εκπρόσωποι του συστήματος εξουσίας ήθελαν να εξαλείψουν ακόμη και από το συλλογικό ασυνείδητο:

Αλλ’ είμαι ληστής λέγουσιν οι έννομοι, είμαι κακούργος. Πόσοι εντός της κοινωνίας βασανίζουσι τους ανθρώπους, εκδύωσιν αυτούς, υποσκελίζουσι τους αγαθούς, κακοί αυτοί, και στερούσι πολλών οικογενειών τον άρτον! Και εν τούτοις ζώσιν εντός της κοινωνίας κολακευόμενοι, τιμώνενοι, θαυμαζόμενοι.
Όστις κακός ων προσπαθεί να φαίνηται ενάρετος μάλλον κακουργεί ή ο διαρρήδην παραβαίνων τους νόμους.
Ληστής κακούργος! Οι πλούσιοι τους τρέμουσιν οι πτωχοι τους τιμώσι τις του καταφρονέι; ο νόμος; όχι διότι δεν τους ετιμώρει.
Καθήκον μέγα επεβλήθη εφ’ ημάς να τιμωρώμεν τους πλουσίους τους δαφεύγοντας το βλέμμα του νόμου να χύνωμεν το αίμα αυτών ομείως, διότι το ερρόφησαν απ΄άλλων. Διατί προσπαθούσι να μας εξολοθρεύωσιν; Άρχοντες των ορέων επιβάλομεν φόρον εις τους διερχομένους εκείθε, καθώς και σες οι εν τη κοινωνία επιβάλλετε χίλιους φόρους διατί μας μας υβρίζετε;

Αποκαλείτε ημάς κακούργους, αλλά τι είναι εκείνοι, οίτινες τα ιερώτερα του ανθρώπου αισθήματα εμπαίζουσι και εμπορεύονται; εκείνοι οίτινες υποκρινόμενοι τους ευσεβείς και θρήσκους ληστεύουσι τους ανθρώπους; είναι τέρατα της φύσεως, είναι αληθινοί κακούργοι, είναι εκτρώματα της εκτρωματικής κοινωνίας…”

Έτσι, κάποιοι ακόμη και μετά την δημιουργία του ελληνικού κράτους, επέλεξαν (ή αναγκάστηκαν) να ζήσουν κατά τον Θούριο “Μονάχοι σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά”.

Σήμερα, αυτή η επιλογή δεν είναι… δημοφιλής. Ίσως στην κατά τα άλλα νεωτερική εποχή μας, να είναι και ανέφικτη.

Ωστόσο, δεν δείχνει αδύνατη η επιλογή που περιγράφει στην πολυθρύλητη έγγραφη αναφορά του, ο ανθυπαστυνόμος Ιωάννης Πετράκης (7 Απριλίου του 1923):

«Λαμπυριζούσης και σελαγιζούσης της σελήνης παρά λίμνην της Δοϊράνης εωράκαμεν τους ληστάς. Κράζων δε “σταθήτε ρε πούστηδες, γαμώ το σταυρό σας” και απαντησάντων “Κλάστε μας τα αρχίδια”, απέδρασαν».

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Φωτιά και στο Βουπράσιο Δυτικής Αχαΐας

Ένοπλο επεισόδιο στην Κυψέλη με έναν νεκρό και έναν τραυματία

Προεδρικές Εκλογές 2024: Οι Ηνωμένες Πολιτείες στις κάλπες

Επαναφορά 13ου και 14ου μισθού σε συνταξιούχους και δημόσιους υπαλλήλους ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα