Τη διεξαγωγή προεδρικών εκλογών στις 26 Μαΐου ανακοίνωσε την Κυριακή (18/4) εκπρόσωπος του κοινοβουλίου, σύμφωνα με δημοσίευμα του Al Jazeera. Για να θέσει κανείς υποψηφιότητα, πρέπει να ζει στη Συρία επί τουλάχιστον 10 συναπτά έτη, πράγμα που σημαίνει ότι από την διαδικασία αποκλείονται αυτομάτως τα πρόσωπα της αντιπολίτευσης που εξορίστηκαν λόγω της προσπάθειάς τους να θέσουν τέλος στα 51 χρόνια της οικογενειακής κυριαρχίας του Άσαντ. Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν, επίσης, την υποστήριξη τουλάχιστον 35 μελών του κοινοβουλίου, το οποίο κυριαρχείται από το κόμμα Baath του Άσαντ.
Ο Πρόεδρος Άσαντ, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία μετά το θάνατο του πατέρα του, Χαφέζ, το 2000, δεν έχει ακόμη ανακοινώσει επίσημα ότι θα ξαναθέσει υποψηφιότητα για επανεκλογή. Ο Άσαντ κέρδισε τις προηγούμενες εκλογές του 2014, με το 90% των ψήφων, τρία χρόνια μετά την αιματηρή καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλωτών και εν μέσω αναβρασμού. Έκτοτε, η στρατιωτική παρέμβαση της Ρωσίας βοήθησε τον Άσαντ να ανακτήσει μεγάλες εκτάσεις γης από μαχητές της αντιπολίτευσης, οι οποίοι τώρα ελέγχουν μια μικρή έκταση γης στη βορειοδυτική περιοχή της χώρας.
Σύμφωνα με το σύνταγμα της Συρίας, κατά το ίδιο δημοσίευμα, ένας πρόεδρος μπορεί να υπηρετήσει μόνο δύο επταετείς θητείες, με εξαίρεση τον πρόεδρο που εκλέχθηκε στη δημοσκόπηση του 2014. Το κόμμα του Άσαντ κέρδισε την αναμενόμενη πλειοψηφία στις κοινοβουλευτικές εκλογές της Συρίας πέρυσι, ωστόσο η διαδικασία καταγγέλθηκε ως «θέατρο» από την αντιπολίτευση.
Οι εκλογές έρχονται εν μέσω της πανδημίας και μιας εντεινόμενης οικονομικής κρίσης. Η χώρα αντιμετωπίζει επιδείνωση της κατάστασης στα τρόφιμα και την ηλεκτρική ενέργεια, με πολλά άτομα να περιμένουν σε ουρές για καύσιμα και ψωμί σε περιοχές που ελέγχονται από την κυβέρνηση. Οι διακοπές ρεύματος έχουν αναγκάσει τοπικές επιχειρήσεις να κλείσουν, γεγονός που αύξησε τα επίπεδα ανεργίας τους τελευταίους μήνες. Η αξία της συριακής λίρας έπεσε στη μαύρη αγορά, επιταχυνόμενη από την οικονομική κρίση στον γειτονικό Λίβανο καθώς και από τις κυρώσεις των ΗΠΑ.
Ο δεκαετής πόλεμος έχει αφήσει πίσω του τουλάχιστον 500.000 νεκρούς και εκατομμύρια εκτοπισμένους ανθρώπους, οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα να ψηφίσουν σε αυτές τις εκλογές.