Σχέδιο ένοπλης ανατροπής της ηγεσίας της Λευκορωσίας με πραξικοπηματική κατάληψη κεντρικών κτιρίων και κομβικών υπηρεσιών, καθώς και τη δολοφονία του προέδρου της χώρας Αλεξάντρ Λουκασένκο, τη σύλληψη ή εξόντωση μελών της οικογενείας του και άλλων πιστών στο καθεστώς του στελεχών, ανακοίνωσαν ότι απέτρεψαν οι μυστικές υπηρεσίες της Λευκορωσίας σε συνεργασία με αντίστοιχες ρωσικές. Έδωσαν μάλιστα στη δημοσιότητα βίντεο από την πολύμηνη, όπως δήλωσαν, παρακολούθηση ομάδες εμιγκρέδων από τις ΗΠΑ και υποστηρικτών τους στη Λευκορωσία, οι οποίοι πραγματοποιούσαν συναντήσεις στην πρωτεύουσα της Λευκορωσίας Μινσκ με αντιπάλους του Λουκασένκο και δυσαρεστημένους απόστρατους στρατηγούς στη Μόσχα. Στη τελευταία εξ αυτών πραγματοποιήθηκαν συλλήψεις, που οδήγησαν στην εξάρθρωση του πραξικοπηματικού σχεδίου, το οποίο κατά τον Λουκασένκο, στήθηκε από αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και εφόσον προέβλεπε δολοφονία και του ιδίου, δεν θα μπορούσε παρά να έχει την έγκριση ακόμη και του ίδιου του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις η απόπειρα δολοφονίας σχεδιαζόταν για τις 9 Μαΐου, ημέρα τεράστιας συμβολικής σημασίας, κατά την οποία εορτάζεται πανηγυρικά η σοβιετική Νίκη κατά του ναζισμού, ενώ υπήρχαν και άλλα εναλλακτικά σενάρια για ενεργοποίηση των συνωμοτών αργότερα το καλοκαίρι.
Κομβικό πρόσωπο στην υπόθεση ο έχων διπλή υπηκοότητα, λευκορωσική και αμερικανική, Γιούρι Ζενκόβιτς, ο οποίος συνελήφθη και φαίνεται σε βίντεο από κρυφή κάμερα εστιατορίου να δηλώνει, πιθανότατα στη Μόσχα, λίγο πριν τη σύλληψή του: «Αποστολή υπ’ αριθμ. 1 για μας, λοιπόν, να βγάλουμε από την μέση τον πιο σημαντικό παράγοντα. Αποστολή υπ’ αριθμ. 2, να καταληφθούν και να εμποδιστούν να δράσουν οι δυνάμεις εσωτερικής ασφαλείας, να εμποδιστούν οι ειδικές δυνάμεις της Αστυνομίας. Αποστολή υπ’ αριθμ. 3, να καταληφθούν μερικά συμβολικά κτίρια στο κέντρο της πόλης, μεταξύ αυτών το ραδιομέγαρο, η τηλεόραση και να αναγνωσθεί το μήνυμά μας. Και επιθυμητό θα ήταν να αποκλειστεί το Μινσκ, ώστε να μην μπορούν να κινηθούν ξένα στρατεύματα».
Ο Ζενκόβιτς συνελήφθη από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, έπειτα από σχετικό αίτημα των Λευκορώσων, οι οποίοι γνώριζαν ότι ο βασικός συντονιστής της επιχείρησης, μεταβαίνει στη Ρωσία προερχόμενος από την Πολωνία, όπου εκτιμάται ότι είχε αντίστοιχου τύπου επαφές, καθώς η Πολωνία πρωταγωνιστεί στις προσπάθειες να ακολουθήσει και η Λευκορωσία το σενάριο της Ουκρανίας, δηλαδή ανατροπή της φιλορωσικής κυβέρνησης και εγκατάσταση φιλοδυτικού καθεστώτος, το οποίο θα στρέψει τη χώρα στη προοπτική της συνεργασίας και εν συνεχεία ένταξής της στο ΝΑΤΟ κ.ο.κ.
Σύμφωνα μάλιστα με σχετικό βίντεο, που επίσης έχει δοθεί στη δημοσιότητα, ο Ζενκόβιτς εκφράζει στους ανακριτές του τη βεβαιότητά του ότι για την περίπτωση της σύλληψής του θα αντιδράσει οπωσδήποτε το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ενώ σε άλλο σχετικό βίντεο, που προβλήθηκε από τη ρωσική τηλεόραση καλεί τον «κλειστό κύκλο» των συνεργατών του να έχουν το νου τους, ώστε όταν γίνει η αναμένομενη (κατά τα αντίστοιχα σχετικά σενάρια) εισβολή διαδηλωτών και «επαναστατών» στο προεδρικό «παλάτι» του Λουκασένκο, θα πρέπει οι ίδιοι πρώτοι να ανακαλύψουν το «προσωπικό κομπόδεμα» του ηγέτη της Λευκορωσίας.
Ο δεύτερος συλληφθείς είναι ο πολιτικός επιστήμονας Αλεξάντρ Φεντούτα, ο οποίος έχει εκφράσει την άποψη ότι ο μόνος τρόπος ανατροπής του Λουκασένκο είναι η βίαιη, πραξικοπηματική ενέργεια, όπως εκείνη της δολοφονίας του Αιγύπτιου προέδρου Ανουάρ Σαντάτ το 1981.
Αναφερόμενος στις συλλήψεις των συνωμοτών ο πρόεδρος της Λευκορωσίας Λουκασένκο προανήγγειλε σημαντικές ανακοινώσεις του ιδίου, ίσως και τις σημαντικότερες της 27ετίας του στην προεδρία της χώρας (σ.σ. ο ίδιος αναφέρει 25χρόνια) και προδιέγραψε το περιεχόμενό τους λέγοντας ότι θα αφορούν σε διάταγμα και απόφασή του, η οποία δεν θα μπορεί να ανατραπεί ούτε με την φυσική του εξόντωση.
Πολλοί σχολιαστές συνδέουν τις ανακοινώσεις αυτές με τη διακυβέρνηση της ίδιας της Λευκορωσίας και τις μελλοντικές της σχέσεις με τη Ρωσία και προκρίνουν ως πιθανότερη εξέλιξη κάποιου είδους ενεργοποίηση και ενίσχυση της προοπτικής ενοποίησης με τη Ρωσία στο πλαίσιο της Ένωσης Ρωσίας-Λευκορωσίας, ενός κρατικού μορφώματος, το οποίο έχει ιδρυθεί εδώ και πολλά χρόνια, αλλά δεν έχει προχωρήσει σε οικονομικό, χρηματιστικό και πολιτικό επίπεδο, περιοριζόμενο στη στενή συνεργασία κυρίως των υπηρεσιών ασφαλείας και του στρατού των δύο χωρών.
Ο Λουκασένκο επανεξελέγη το 2020 για έκτη συνεχή φορά στην προεδρία της χώρας, ωστόσο το επίσημο αποτέλεσμα των εκλογών της 9ης Αυγούστου (80,10 % υπέρ του, έναντι 10,10% της αντιπάλου του Σβετλάνας Τιχανόφσκαγια) αμφισβητήθηκε σφοδρά από πολλές οργανώσεις της αντιπολίτευσης, αλλά και πολλές δυτικές πρωτεύουσες, η διπλωματία των οποίων συνεργάζεται στενά με πολιτικά κόμματα και οργανώσεις της χώρας, προφανώς φιλοδυτικής και αντιρωσικής κατεύθυνσης. Η αντίπαλος του Λουκασένκο στις εκλογές είναι σύζυγος ενός από τους γνωστούς μπλόγκερ στη χώρα, του Σεργκέι Τιχανόφσκι, ο οποίος συνελήφθη μαζί με τον θεωρούμενο φιλορώσο υποψήφιο, τραπεζικό Βίκτωρ Μπαμπαρίκα. Η Τιχανόφσκαγια, καθηγήτρια αγγλικών, αυτοανακηρύχθηκε νικητής των εκλογών και τελικά κατέφυγε (με «ανθρωπιστική» μεσολάβηση Λουκασένκο, για να είναι κοντά στον μικρό γιο της) στη γειτονική Λιθουανία από όπου διεξάγει πολιτικό αγώνα για νέα προκήρυξη εκλογών.
Οι μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας αντιμετωπίστηκαν βίαια από την αστυνομία της Λευκορωσίας, συγκέντρωσαν στις μεγαλύτερες από αυτές, όπως εκτιμάται από διάφορες πηγές, 20-60.000 πολίτες, οι οποίοι, όμως, δεν στάθηκε δυνατό να κλονίσουν την εξουσία του Λευκορώσου προέδρου. Ο Λουκασένκο ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα το μακρινό 1985 όταν αρχικά ως υποδιευθυντής κολχόζ (συνεταιρικής αγροτικής μονάδας) και αργότερα ως βουλευτής τάχθηκε κατά της διεφθαρμένης γενιάς της περεστρόικα και κατά της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης, πετυχαίνοντας στα χρόνια της διακυβέρνησής του, και εν πολλοίς χάρη στις διευκολύνσεις και επιδοτήσεις από τη Ρωσία, ένα ζηλευτό επίπεδο ζωής και ασφάλειας σε σχέση με αρκετές πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες. Αυτός ήταν και ο λόγος, που η «σιωπηλή πλειοψηφία» των Λευκορώσων, αλλά και η ρωσική ηγεσία, μοιάζει να ανεχόταν έως πρόσφατα τις ποικίλες παραξενιές, τις βίαιες εκρήξεις και το αμφιλεγόμενο αυταρχικό καθεστώς διακυβέρνησής τους.