Πριν από λίγο καιρό, η ελληνική κυβέρνηση, καθ’ υπαγόρευσιν των δυνάμεων που ελέγχουν και προσδιορίζουν την εξωτερική και αμυντική μας πολιτική, αποφάσισε τη μεταφορά μιας από τις πιο κρίσιμες μονάδες πυραύλων Patriot της ελληνικής αεράμυνας στη Σαουδική Αραβία. Η μεταφορά αυτή θα αφήσει μη αναπληρώσιμο κενό στην άμυνα της χώρας έναντι της Τουρκίας. Η συμφωνία με το Ριαντ οριστικοποιήθηκε κατά την πρόσφατη επίσκεψη εκεί Δένδια και Παναγιωτόπουλου.
Εκ των πραγμάτων, η αντιμετώπιση της τουρκικής στρατιωτικής απειλής κατά της Ελλάδος αποδεικνύεται να έχει για την κυβέρνηση μικρότερη σημασία από την εξυπηρέτηση του γνωστού, σχεδόν διακηρυγμένου ισραηλινού σχεδίου για πόλεμο κατά του Ιράν.
Το μόνο που μπορούν να κάνουν οι Patriot στη Σαουδική Αραβία, είναι να την προστατέψουν από αεροπορική επίθεση του Ιράν (ο μόνος άλλος που θα μπορούσε να επιτεθεί και έχει επιτεθεί στη Σαουδαραβία είναι οι Χούθι της Υεμένης, αλλά αυτοί δεν έχουν αεροπορία). Η Τεχεράνη όμως δεν τρελάθηκε να στείλει τα αεροπλάνα της να βομβαρδίσουν στα καλά καθούμενα το βασίλειο, προκαλώντας έτσι μόνη της τον εναντίον της πόλεμο. Θα μπορούσε να το κάνει μόνο αν δεχόταν η ίδια επίθεση.
Ποιος ακριβώς είναι ο νέος μας “σύμμαχος”
Επειδή θα τρελαθούμε στο τέλος με όσα γίνονται στη χώρα, οφείλουμε στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε μερικά πράγματα για τη Σαουδική Αραβία.
Το κράτος αυτό υπήρξε διαχρονικά ένα από τα σπουδαιότερα στηρίγματα των τουρκικών θέσεων στο Κυπριακό, σε αντίθεση με το Ιράν που μας υποστήριξε στην Ισλαμική Διάσκεψη και άλλα fora.
Η Σαουδική Αραβία υπήρξε επίσης η πατρίδα του ισλαμικού φονταμενταλισμού και, επί δεκαετίες, ο κύριος εξαγωγέας τζιχαντιστών.
Στο Ριαντ κυβερνά ένα ανθρωποφαγικό καθεστώς, στίγμα για τον παγκόσμιο πολιτισμό, που πραγματοποιεί γενοκτονία στην Υεμένη.
Περιποιεί άραγε τιμή για την Ελλάδα η (δήθεν, άλλωστε) “συμμαχία” με τέτοιο καθεστώς; (*) Ποιος θα πάρει στα σοβαρά μια χώρα που συμπράττει στρατιωτικά με τέτοιο καθεστώς, που πραγματοποιεί γενοκτονία, αλλά διαμαρτύρεται ταυτόχρονα για τη γενοκτονία των Ποντίων προ αιώνος ή την εθνοκάθαρση των Ελληνοκυπρίων το 1974, την κατοχή της Κύπρου ή την Αρμενική Γενοκτονία; Τι είναι οι γενοκτονίες, κατάλογος σε ρεστοράν, να διαλέγεις ποια σου αρέσει και ποια όχι; Ποιος θα πάρει στα σοβαρά τις διαρκείς επικλήσεις της Αθήνας για την ανάγκη τήρησης του διεθνούς δικαίου, που είναι, υποτίθεται, η βάση της εξωτερικής πολιτικής της;
Αυτό δεν είναι πια realpolitik, μάλλον περί madpolitik πρόκειται.
Η προσέγγιση της Τουρκίας και της Σαουδικής Αραβίας
Στο “πόπολο” και στα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων αυτά τα εξωφρενικά επιχειρείται να δικαιολογηθούν ως δήθεν υπαγορευόμενα από την ανάγκη ενίσχυσης της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία.
Διερωτώμαι όμως τι θα λένε αύριο, και για αυτά, και για το σύνολο της ασκούμενης εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, οι ιθύνοντες, αν επιτύχει η εν εξελίξει επιχείρηση επαναπροσέγγισης της Τουρκίας με τη Σαουδική Αραβία, αλλά και με το Ισραήλ, του οποίου σύμμαχος είναι το Ριάντ και με τη δική του ενθάρρυνση και συνδρομή έχει επέμβει στην Υεμένη. Γιατί βέβαια μια τέτοια επαναπροσέγγιση Σαουδικής Αραβίας και Τουρκίας, αν γίνει δυνατή, δεν θα είναι παρά το πρώτο κεφάλαιο μιας επαναπροσέγγισης Ισραήλ και Τουρκίας, σε αυτήν θα ανοίξει το δρόμο.
Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Είναι κάτι που ήδη επιχειρείται, έστω και αν δεν μπορούμε, φυσικά, να είμαστε βέβαιοι για το αποτέλεσμα εκ των προτέρων.
Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου μεταβαίνει ήδη τις επόμενες μέρες στο Ριάντ. Το έδαφος όμως για μια “προσέγγιση” το άνοιξε ήδη η Άγκυρα στέλνοντας στρατιωτικά οχήματα στη Σομαλία, έτοιμα να επέμβουν στην Υεμένη, που βρίσκεται απέναντι, εναντίον των Χούθι και υπέρ της Σαουδικής Αραβίας. Ήδη η ηγεσία των Χούθι προειδοποίησε την Άγκυρα να μην αποτολμήσει να στείλει στρατιώτες της ή τζιχαντιστές στην Υεμένη και να μην εξαπολύσει “πόλεμο των drones”, ανάλογο με αυτόν που εξαπέλυσε το Αζερμπαϊτζάν με την στήριξη της Τουρκίας και του Ισραήλ, κατά των Αρμενίων, υπό την γενική επίβλεψη των ΗΠΑ, που αύξησαν κατά 25 φορές τη στρατιωτική τους βοήθεια προς το Αζερμπαϊτζάν κατά τη διετία που προηγήθηκε του πολέμου στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Και οι επιδιώξεις των νυν αναπτυσσόμενων στρατιωτικών σχεδίων της Τουρκίας στο Ιράκ, τη Συρία, τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία, όλων με ευδιάκριτη την αντι-ιρανική συνιστώσα, συνιστούν επιπλέον στοιχεία υποβοηθητικά προσέγγισης Άγκυρας και Ριαντ.
Δεν αποκλείεται δε καθόλου η δική μας πολιτική να έχει συνδράμει στην εξέλιξη αυτή προσφέροντας ένα επιπλέον κίνητρο ή τουλάχιστον μια έμπνευση στην γείτονα. Έχει συμβεί πολλές φορές στην ιστορία αυτό μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Η τουρκο-σαουδαραβική προσέγγιση (όπως και η δύσκολη επίσης, πλην επίσης επιχειρούμενη προσέγγιση Τουρκίας και Αιγύπτου) είναι τμήμα και εισαγωγή στην τουρκο-ισραλινή προσέγγιση. Πρόσφατα η Jerusalem Post δημοσίευσε ένα editorial για την Τουρκία. Πίσω από τις γραμμές των επικρίσεων, εμείς διακρίναμε μάλλον τους όρους που θέτει το Τελ Αβίβ στο άνοιγμα αυτής της παρτίδας.
(*) Μερικοί παρ’ ημίν χαρακτηρίζουν “ισλαμοφασιστικό” το τουρκικό καθεστώς και συγκρίνουν τον Ερντογάν με τον Χίτλερ. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα και προδίδουν παντελή άγνοια του φασιστικού φαινομένου. Δεν βοηθάνε στην αντιμετώπιση της υπαρκτής τουρκικής απειλής, που προϋποθέτει την κατανόηση της πραγματικής Τουρκίας. Αν όμως κάποιος επιμένει να χαρακτηρίζει “ισλαμοφασιστική” την Τουρκία, πως θα έπρεπε να χαρακτηρίσει τη Σαουδική Αραβία;