Άνοιξαν το πρωί οι κάλπες στη Συρία για τις προεδρικές εκλογές, με την επανεκλογή για τέταρτη θητεία του Μπασάρ αλ Άσαντ να θεωρείται βέβαιη, σε μια χώρα που έχει καταστραφεί από τον πόλεμο και είναι αντιμέτωπη με οικονομική κρίση.
Η ψηφοφορία ξεκίνησε σήμερα στις 07:00 (τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας) και η κρατική τηλεόραση μετέδωσε εικόνες από ουρές που είχαν σχηματιστεί έξω από τα εκλογικά κέντρα. Τα περισσότερα από 12.000 εκλογικά κέντρα, που έχουν δημιουργηθεί στις περιοχές της Συρίας που ελέγχονται από τη Δαμασκό, θα κλείσουν στις 19:00 και τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν μέσα σε 48 ώρες.
Οι υπουργοί Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας απέρριψαν την εκλογική διαδικασία πριν καν αρχίσει διαμαρτυρόμενοι για τη μη δυνατότητα των εκτοπισμένων Σύρων να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα. Ωστόσο, όπως παρατηρεί το δίκτυο RT οι ίδιες αυτές χώρες έκλεισαν τις πρεσβείες και τα προξενεία τους στους Σύρους εκτοπισμένους και πρόσφυγες.
“Σκηνοθετημένες” “ ούτε ελεύθερες ούτε δίκαιες” χαρακτηρίζουν τις εκλογές οι δυτικές ηγεσίες. Πρόκειται για τη δεύτερη προσφυγή στις κάλπες από το 2011 όταν ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία από τον οποίο έχουν σκοτωθεί περισσότεροι από 388.000 άνθρωποι και εκατομμύρια άλλοι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους.
Διεκδικώντας μια νέα επταετή θητεία σε μια χώρα η οικονομία και οι υποδομές της οποίας έχουν καταστραφεί, ο Άσαντ παρουσιάζει τον εαυτό του ως τον άνθρωπο της ανοικοδόμησης, αφού κέρδισε στο πεδίο της μάχης με τη στήριξη της Ρωσίας και του Ιράν. Επί πολλές εβδομάδες πορτρέτα του 55χρονου προέδρου είναι αναρτημένα σε περίοπτες θέσεις σε πόλεις σε όλη τη Συρία και κυρίως στη Δαμασκό.
Αντίπαλοι του Άσαντ είναι δύο άνδρες, άγνωστοι στο ευρύ κοινό που θεωρείται ότι έθεσαν υποψηφιότητα: ο πρώην υπουργός και βουλευτής Αμπντάλα Σάλουμ Αμπντάλα και ένα μέλος της αντιπολίτευσης ο Μαχμούντ Μαρέι. Βάσει του εκλογικού νόμου οι υποψήφιοι στις προεδρικές εκλογές θα πρέπει να έχουν ζήσει στη Συρία για δέκα χρόνια συνεχόμενα, ένας όρος που αποκλείει προσωπικότητες της συριακής αντιπολίτευσης που ζουν αυτοεξόριστες στο εξωτερικό.
“Καμία εναλλακτική”
Ο Άσαντ, ο οποίος βρέθηκε αιφνιδιαστικά το 2000 στην εξουσία, πήρε τη θέση του πατέρα του Χαφέζ, ο οποίος πέθανε έπειτα από 30 χρόνια διακυβέρνησης.
Ο απερχόμενος πρόεδρος δεν χρειάστηκε να πραγματοποιήσει προεκλογική εκστρατεία ή να δώσει συνεντεύξεις. Πριν την ψηφοφορία όμως ο Άσαντ έδωσε χάρη σε χιλιάδες κρατούμενους.
Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών οι ψηφοφόροι είναι λίγοι περισσότεροι από 18 εκατομμύρια, όμως στην πραγματικότητα ο αριθμός αναμένεται να είναι μικρότερος λόγω του πολέμου που έχει κατακερματίσει τη χώρα και των πολλών Σύρων που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό.
Σε μια χώρα πολωμένη λόγω του πολέμου, οι αυτόνομες περιοχές των Κούρδων στα βορειοανατολικά αγνοούν τις προεδρικές εκλογές. Το ίδιο συμβαίνει και στο τελευταίο προπύργιο των τζιχανιστών και των Σύρων ανταρτών, στην επαρχία Ιντλίμπ, όπου ζουν περίπου 3 εκατομμύρια άνθρωποι.
Αν και οι συγκρούσεις έχουν περιοριστεί, οι εκλογές του 2021 βρίσκουν στη Συρία σε οικονομικό μαρασμό, με μια ιστορική υποτίμηση του νομίσματός της, έναν πληθωρισμό που καλπάζει και περισσότερο από το 80% του πληθυσμού της να ζει στη φτώχεια, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Πρόσφατη έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσης World Vision εκτίμησε σε περισσότερο από ένα τρισεκατομμύριο ευρώ το οικονομικό κόστος του πολέμου.
Στις προεδρικές εκλογές του 2014 ο Άσαντ συγκέντρωσε περισσότερο από το 88% των ψήφων, σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα. Το ποσοστό συμμετοχής ξεπέρασε το 73%. Εκείνες ήταν οι πρώτες εκλογές στις οποίες συμμετείχαν πολλοί υποψήφιοι. Μέχρι το 2014 ο Μπασάρ αλ Άσαντ και ο πατέρας του Χαφέζ εκλέγονταν μέσω δημοψηφίσματος, συχνά συγκεντρώνοντας περισσότερο από το 97% των ψήφων.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, RT News