“Αναταράξεις” στο τεταμένο σκηνικό ανταγωνισμού μεταξύ διεθνών διαδικτυακών πλατφορμών που δραστηριοποιούνται στον τομέα του θεάματος, της ψυχαγωγίας και της διασκέδασης προκάλεσε η είδηση του “αρραβώνα” ανάμεσα στην ΑΜΑΖΟΝ (που θεωρείται από τα κορυφαία μονοπώλια ηλεκτρονικού εμπορίου διεθνώς) και την εταιρία κινηματογραφικών παραγωγών, MGM που ξεκίνησε πριν περίπου έναν αιώνα (1924) την εποχή που μεσουρανούσε ο βουβός κινηματογράφος.
Οι πρώτες πληροφορίες αναφέρουν πως η συμφωνία για την εξαγορά της MGM θα γίνει έναντι 8,45 δισ. δολαρίων, ποσό που θεωρείται προσαυξημένο (κατά πληροφορίες της Wall Streat Journal) κατά 75% σε σχέση με την αξία της εταιρίας, όπως αυτή αξιολογήθηκε το 2020.
Η επένδυση της ΑΜΑΖΟΝ έχει μεσοπρόθεσμους στόχους και δεν είναι τόσο ριψοκίνδυνη καθώς επιδιώκει να κατακτήσει ένα μεγάλο μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς στο χώρο παροχής υπηρεσιών θεάματος και ψυχαγωγίας μέσω ΙΝΤΕΡΝΕΤ (υπηρεσίες streaming).
Οι πλατφόρμες πρόσβασης σε κινηματογραφικές ταινίες, σειρές και τηλεοπτικά σόοου, προβλέπεται ως το 2028 να αποτελέσουν μία “πίτα” αξίας άνω των 224 δισεκατομμυρίων δολαρίων (σύμφωνα με πρόβλεψη της εταιρίας Grand View Research).
Η αγορά της MGM (και του συνδρομητικού της καναλιού, EPIX) από την ΑΜΑΖΟΝ αποβλέπει στην εξασφάλιση του μεγαλύτερου κομματιού αυτής της “πίτας” των 224 δισ. σε βάρος ισχυρών ανταγωνιστών όπως είναι οι πλατφόρμες Netflix, Disney+, AT&T, Discover,HBO κ.α.
Άλλωστε η Amazon έχει φτιάξει από το 2006 μία ανάλογη πλατφόρμα περιεχομένου streaming, την Amazon Prime Video που απαιτεί τεράστιες “ποσότητες” και ικανές ποιότητες κινηματογραφικών παραγωγών και δημοφιλών εκπομπών ώστε να σταθεί με αξιώσεις απέναντι σε ισχυρότερους (επί του παρόντος…) ανταγωνιστές.
Η αγορά της MGM θα της εξασφαλίσει πάνω από 4.000 ταινίες, αλλά και ισχυρά ονόματα στην διεθνή αγορά κινηματογράφου όπως η νέα ταινία James Bond, “No Time to Die”, το reality show “Shark Tank” και “The Real Housewives of Beverly Hills” αλλά και κινηματογραφικοί “ήρωες” που θεωρούνται “ηχηρά ονόματα” στις διεθνείς αγορές ψυχαγωγίας, π.χ. Rocky, Robocop, Pink Panther.
Θα εφοδιάσει κατά 17% τις “αποθήκες” ταινιών της (διψασμένης για κινηματογραφικό υλικό αξιώσεων) πλατφόρμας της Amazon, Amazon Prime Video με την προσδοκία πως θα αυξήσει κατά αρκετά εκατομμύρια τις συνδρομές (και τα κέρδη).
Στο μικροσκόπιο ανταγωνισμού των μονοπωλίων
Σε κάθε περίπτωση ο αρραβώνας της Amazon και της MGM δεν είναι απόλυτα σίγουρο πως θα εξελιχθεί σε γάμο.
Μπορεί η εξαγορά της Whole Foods έναντι 14 δισ. δολαρίων το 2017 από την Amazon να είχε εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ που υποτίθεται πως καιροφυλακτούν και δρουν κατά των…μονοπωλίων, ωστόσο δεν είναι βέβαιο πως αυτό θα συμβεί και σήμερα.
Η Αmazon δεν θυμίζει σε τίποτε το μικρό ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο που ξεκίνησε το 1995. Σήμερα έχει εξελιχθεί σε ένα θηρίο του διαδικτυακού παγκόσμιου καπιταλισμού αξίας άνω των 1,6 τρισ. δολαρίων που καταπιάνεται σχεδόν με τα πάντα…
Ο Γενικός Εισαγγελέας Ουάσιγκτον, Καρλ Ρασίν, τη μέρα ανακοίνωσης της είδησης του “αρραβώνα” της Amazon με την MGM έσπευσε να ανακοινώσει πως θα καταθέσει μήνυση κατά της εταιρίας του Τζεφ Μπέζος για αδικαιολόγητες αυξήσεις τιμολογίων σε υπηρεσίες που παρέχει προς τους καταναλωτές. Και ενδεχομένως αυτό να είναι η αρχή.
Το 2020 ο Τζεφ Μπέζος ήταν ένας από τα αφεντικά μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται μέσω Διαδικτύου που κλήθηκε στο αμερικανικό Κογκρέσο για να καταθέσει σε αρμόδιες επιτροπές ανταγωνισμού.
Τον περασμένο Ιούλιο ο Δημοκρατικός βουλευτής που προεδρεύει στην Επιτροπή Δικαστικών Θεμάτων, Ντέιβιντ, Σισιλίνι, είχε εκτιμήσει πως πλέον έχουν αποκτήσει “υπερβολική δύναμη” κολοσσοί όπως οι εταιρίες Google, Apple, Facebook και Amazon, θεωρώντας πως καταχρώνται τη δεσπόζουσα θέση τους στην αγορά. Είχε μάλιστα επισημάνει ότι είναι αναγκαίο να ερευνηθούν οι πρακτικές που ακολουθούν οι συγκεκριμένες εταιρείες επειδή, μετά την κρίση της πανδημίας Covid-19 “θα αναδυθούν ακόμη πιο ισχυρές από προηγουμένως”.
Ο Σισιλίνι είχε δε προειδοποιήσει εν είδει περαιτέρω επισήμανσης:
“Όταν ο αμερικανικός λαός αντιμετώπισε τα μονοπώλια στο παρελθόν, από τους σιδηρόδρομους μέχρι τους μεγιστάνες του πετρελαίου, ή την AT&T και τη Microsoft, αναλάβαμε δράση για να διασφαλίσουμε ότι κανένας ιδιωτικός όμιλος δεν θα ελέγχει την οικονομία ή τη δημοκρατία μας”, επέμεινε ο Σισιλίνι. “Ως φρουροί της ψηφιακής οικονομίας, αυτές οι πλατφόρμες απολαμβάνουν την εξουσία να επιλέγουν τους νικητές και τους ηττημένους, να ξετινάζουν τις μικρές επιχειρήσεις και να πλουτίζουν οι ίδιες, στραγγαλίζοντας τον ανταγωνισμό…Οι Εθνοπατέρες μας δεν θα υποκλίνονταν σε έναν βασιλιά, ούτε εμείς πρέπει να υποκλιθούμε στους αυτοκράτορες της διαδικτυακής οικονομίας”.