ΑΘΗΝΑ
18:36
|
05.11.2024
Ο Μπατίστι ήδη βρίσκεται σε κακή σωματική κατάσταση, έχοντας χάσει πάνω από 10 κιλά και ο οργανισμός του αρχίζει να επιβαρύνεται λόγω της απεργίας.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Από τις 2 Ιουνίου ο Τσέζαρε Μπατίστι, χαρακτηρισμένος επί πολλά χρόνια (ιδίως επί παντοκρατορίας του Σίλβιο Μπερλουσκόνι) ως “Τρομοκράτης Νο. 1” της Ιταλίας, πραγματοποιεί απεργία πείνας, διαμαρτυρόμενος για τις συνθήκες κράτησής του, που αποδεικνύουν πως το ιταλικό κράτος, κάνει μία κατάφωρη εξαίρεση των κανόνων του κράτους δικαίου στο πρόσωπο του, όπως και των άλλων επτά που επίκειται να απελαθούν από τη Γαλλία, δείχνοντας μία φανερή μνησικακία, ρεβανσισμό και διάθεση να ξαναγράψει από τη μεριά των νικητών την ιστορία.

Ο Μπατίστι ήδη βρίσκεται σε κακή σωματική κατάσταση, έχοντας χάσει πάνω από δέκα κιλά και ο οργανισμός του αρχίζει βαθμηδόν να επιβαρύνεται από τις συνέπειες της απεργίας. Οι λόγοι που επέβαλαν στον Μπατίστι να καταφύγει σε τούτο το έσχατο μέσο για να εισακουσθεί από τις αρχές είναι το παρατεταμένο καθεστώς απομόνωσής του, που, όταν επέστρεψε το 2019 στην Ιταλία μετά τη σύλληψη και απέλασή του, επέπρωτο να διαρκέσει μόνον έξι μήνες. Μέχρι σήμερα εν τούτοις το καθεστώς τούτο όμως δεν έχει αρθεί ούτε μία ημέρα.

Μάλιστα, οι συνθήκες της απομόνωσής του έχουν επιδεινωθεί έτι περαιτέρω καθώς μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2020, ο Μπατίστι τελούσε υπό κράτηση στις φυλακές υψηλής επίβλεψης στο Οριστάνο, μία φυλακή όπου δεν βρίσκονταν άλλοι κρατούμενοι με την ίδια ταξινόμηση, συνεπώς με βάση τον σωφρονιστικό κώδικα, απαγορεύεται η επαφή μεταξύ τροφίμων σε διαφορετικές κατηγορίες. Δηλ. ίσχυε μία de facto απομόνωση, που σύμφωνα με τον συνήγορό του Ντάβιντε Στεκανέλα έρχεται “σε κατάφωρη παραβίαση όσων έχουν καθιερωθεί από τα δικαστήρια και από τον Ιταλό νομοθέτη”.

Ακόμη πιο σκληρή έχει γίνει η απομόνωση του Μπατίστι από τη στιγμή που μεταφέρθηκε στη φυλακή του Ροσάνο Κάλαμπρο, έπειτα από τις αρχικές διαμαρτυρίες του κρατουμένου και την έκταση που αυτές πήραν στα μέσα ενημέρωσης. Όμως το υπουργείο Εσωτερικών, αντί να τον διευκολύνει, έδειξε μεγαλύτερο ρεβανσισμό, μεταφέροντάς τον σε ένα ακόμη πιο απομακρυσμένο σωφρονιστικό κατάστημα, τόσο για τον δικηγόρο, όσο και για τα μέλη της οικογένειάς του. Αλλά το πιο σημαντικό πρόβλημα, σύμφωνα με τον δικηγόρο του, είναι ότι τοποθετήθηκε στο ειδικό “περίπτερο υψίστης ασφάλειας, που προορίζεται για κατηγορουμένους για ισλαμική τρομοκρατία”. Μολονότι ο Μπατίστι δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον ισλαμισμό – το αντίθετο μάλιστα. Έτσι, πάλι εκ των πραγμάτων, ο Μπατίστι τελεί υπό απομόνωση για άλλη μία φορά, σε ένα στενό και ανήλιαγο κελλί, ενώ όπως καταγγέλλεται από τον ίδιο και τον δικηγόρο του στερείται και των πιο βασικών δικαιωμάτων του ως κρατούμενος,, όπως της επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης (πάσχει από διαβήτη άλλωστε), της “αδικαιολόγητης στέρησης λογοτεχνικών κειμένων” ή ακόμη “της δυνατότητας για οποιαδήποτε δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου για περίπατο και προαυλισμό”, . Όπως ενδεικτικά ανέφερε ο ίδιος ο Μπατίστι, “ακόμη κι ο ιερέας με αποφεύγει γιατί λέει ότι δεν πατάει το πόδι του στο άντρο του Isis”.

Στην προσπάθεια του Μπατίστι να διεκδικήσει τα αναφαίρετα δικαιώματά μέσα από την απεργία πείνας του έχουν προστρέξει ο σκηνοθέτης και ακτιβιστής Ουμπέρτο Μπακόλο και η σύντροφός του Ελίζα Τορεσίν, της συλλογικότητας για τους φυλακισμένους Folsom Prison Blues, που μέσα από το Facebook έχουν ξεκινήσει μία πρωτοβουλία συμπαράστασης με παράλληλες απεργίες πείνας μέχρι τις 30 Ιουνίου. Μία πρωτοβουλία στην οποία προσυπέγραψαν και συμμετέχουν πάνω από 130 άτομα και η ένταξη συνεχίζεται καθημερινά. Στις 20 και 21 Ιουνίου, στην σελίδα του Folsom Prison Blues στο Facebook, διοργανώθηκαν διαδικτυακές εκδηλώσεις συμπαράστασης με άλλες οργανώσεις και προσωπικότητες.

Σημαντική πρωτοβουλία, αλλά με πενιχρή συμμετοχή και ελάχιστα αποτελέσματα, που πιότερο δημιουργεί έναν εύλογο προβληματισμό για το πού πήγε όλο εκείνο το κίνημα, πού βρίσκονται όλοι εκείνοι οι άνθρωποι, που ιδίως στην ταραχώδη δεκαετία του ‘70 πάλευαν για τα ίδια ιδανικά και κάποιοι με τα ίδια, ένοπλα, μέσα με τον Μπατίστι, για να αλλάξει η κοινωνία. Πού βρίσκονται όσοι διαπνέονταν από τη θεωρία της αυτονομίας και του αντιεξουσιαστικού αγώνα και τα εφάρμοζαν στην πράξη μέσα από τις κινητοποιήσεις, τις συλλογικότητες και την πάλη στους χώρους εργασίας και στα κοινωνικά κέντρα;

Γενικότερα, πού βρίσκεται το μεγάλο αριστερό μέτωπο, που είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί με τα μέσα και τα κίνητρα του Μπατίστι, μολαταύτα θα στηρίξει και θα συμπαρασταθεί στον αγώνα του να διατηρήσει τα δικαιώματά του, ως ένας οποιοσδήποτε άλλος κρατούμενος; Στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν τίθεται ζήτημα ταύτισης με το πρόσωπο (όπως και στην Ελλάδα με τον Κουφοντίνα): εκείνο που προέχει πρωτίστως είναι να διαφυλαχθούν τα θεμελιώδη δικαιώματα από κάθε προσπάθεια του κράτους να τα καταλύσει. Γιατί εάν καταλυθούν τα δικαιώματα τούτα μία φορά και για έναν άνθρωπο, τότε η γενίκευση της αφαίρεσής τους είναι εύκολο να καθιερωθεί για όλους μας.

Κάτι τέτοιο είναι εμφανές στην περίπτωση του Μπατίστι: τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, ο Στεκανέλα απευθύνθηκε στο αρμόδιο τμήμα για να ρωτήσει σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν το Υπουργείο Εσωτερικών να ταξινομήσει τον Μπατίστι στο καθεστώς “Υψηλής επιτήρησης 2”, το υψηλότερο, μιας και τα εγκλήματα για τα οποία ήταν καταδικάστηκε πριν από από σαράντα χρόνια και πλέον τελέσθηκαν σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο από το σημερινό. Κανένας δεν έχει απαντήσει στον Στεκανέλα ως σήμερα, ακόμη κι όταν απευθύνθηκε εκ νέου στην υπουργό Μάρτα Καρτάμπια στις 12 Μαΐου, μετά τη σύλληψη επτά πρώην κατηγορούμενων για τρομοκρατία στη Γαλλία και την επικείμενη απέλασή τους και βάσει των δηλώσεών της ότι το ιταλικό κράτος δεν θέλει εκδίκηση, αλλά δικαιοσύνη.

Ο Μπαττίστι καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη το 1993 από το Εφετείο του Μιλάνο. Κρίθηκε υπεύθυνος για τέσσερις δολοφονίες, καθώς και κλοπές, ληστείες, άσκηση βίας, παράνομη κατοχή όπλων. Στις πλάτες του επωμίσθηκε εγκληματικές πράξεις που είχαν διαπραχθεί μεταξύ 1978 και 1979 από την οργάνωση “Ένοπλοι Προλετάριοι για τον Κομμουνισμό”, της οποίας ήταν ηγετικό μέλος. Όταν επέστρεψε στην Ιταλία, μετά από φυγοδικία 37 ετών, στις αρχές του 2019, ο δικηγόρος του ζήτησε να μετατραπεί η ποινή του σε τριάντα χρόνια φυλάκισης. Το δικαστήριο του Μιλάνο απέρριψε το αίτημα και παρέπεμψε στο δικαστικό συμβούλιο τα όποια σωφρονιστικά οφέλη θα μπορεί να απολαμβάνει και διατήρησε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και την απομόνωση των έξι μηνών, που τελικά έχει καταλήξει σε δύο χρόνια.

Ο μόνος βουλευτής που έχει επισκεφθεί τον Μπατίστι στο Ροσάνο είναι ο αμφιλεγόμενος και εκκεντρικός Βιτόριο Σγκάρμπι της Forza Italia, ο οποίος διαβεβαίωσε πως συνάντησε έναν διαφορετικό άνθρωπο από εκείνον που διέπραξε εκείνα τα εγκλήματα. Μ’ όλο που ο Μπατίστι, έχει εκφράσει τη μεταμέλειά του και έχει ζητήσει συγγνώμη από τα θύματα των πράξεών του, όπως και οι άλλοι επτά της Γαλλίας, το πρόβλημα είναι ότι όλοι μιλούν για τα εγκλήματά τους και την ανάγκη δικαίωσης των θυμάτων τους, επικαλούμενοι ένα νομικό καθεστώς το οποίο οι ίδιοι καταπατούν. Όπως όμως τονίζει ο ίδιος ο Μπατίστι, “είναι μία κωμωδία, γιατί αρκεί να δει κανείς τις συνθήκες υπό τις οποίες κρατούμαι για να διαπιστώσει τι θα βιώσουν οι κρατούμενοι που θα επιστρέψουν από τη Γαλλία”. Μία πραγματικότητα που διαψεύδει τα κροκοδείλια δάκρυα που χύνουν πολλοί από τους δήθεν προασπιστές των θυμάτων (όπως πριν από περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια, ο Guillame Perrault, τώρα κύριος αρθρογράφος της συντηρητικής Figaro, που είχε γράψει στη Γαλλία το βιβλίο, “Génération Battisti”, κατηγορώντας τη γαλλική πολιτική, δημοσιογραφία και τους διανοούμενους ότι για χρόνια αγνόησαν τον πόνο των θυμάτων της ιταλικής τρομοκρατίας και την ιστορία της χώρας).

Βέβαια ουδείς από τους σταυροφόρους της νομιμότητας και του δικαίου αναφέρεται στο ποιοί ήσαν τα κύρια θύματα της “κόκκινης τρομοκρατίας”: κυρίως βιομήχανοι, εξωνημένοι δημοσιογράφοι και μεμονωμένοι αστυνομικοί. Κανείς δεν κάνει την σύγκριση με τις εκατόμβες των νεκρών από την κρατική τρομοκρατία και το μακρύ χέρι της, τους νεοφασίστες που φύτευαν βόμβες (Πιάτσα Φοντάνα, Μπρέσα, αμαξοστοιχία Italicus, σιδηροδρομικός σταθμός της Μπολόνια) και δολοφονούσαν αριστερά στελέχη ή διαδηλωτές, χωρίς κανείς να έχει λογοδοτήσει ή φυλακισθεί επαρκώς.

Κανείς κυρίως δεν αναφέρεται και μάλιστα αποσιωπά την ιδιαίτερη ιστορική κατάσταση στην οποία βρέθηκε η Ιταλία εκείνα τα χρόνια. Κανείς δεν σκέφτεται γιατί ο Μπερλουσκόνι έτρεφε άσβεστο μίσος και κυνηγούσε αμείλικτα τον Μπατίστι, επαναφέροντας την ανάγκη τιμωρίας του, οσάκις η κυβέρνησή του κλυδωνιζόταν από τα σκάνδαλά του ή τις αυθαιρεσίες του. Κανείς δεν συσχετίζει τη σημερινή δίωξη των επτά πρώην τρομοκρατών με την κυβέρνηση Ντράγκι και τη συμμετοχή των “κομμουνιστοφάγων” Μπερλουσκόνι και Ματέο Σαλβίνι, αλλά κυρίως με την επικείμενη κατάργηση κάθε εργασιακού και μισθολογικού καθεστώτος, που μέλλει να ανατρέψει την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων, διαιωνίζοντας την πολιτική και κοινωνική υποτέλεια, ακυρώνοντας τα όνειρα και τις προσδοκίες μίας ολάκερης γενιάς.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Αλβανική τσαμουριά και λεβαντίνοι Έλληνες: Η ιταλική προπαγάνδα για την εισβολή του ’40

H επιχείρηση για την κατάκτηση της Ελλάδας το 1940 θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα τακτικά και στρατιωτικά λάθη του φασίστα δικτάτορα της Ιταλίας Μπενίτο Μουσολίνι.
ΣΥΝΑΦΗ

Προεδρικές Εκλογές 2024: Οι Ηνωμένες Πολιτείες στις κάλπες

Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ αυξήθηκε 19,2%

Η Meta ανοίγει δουλειές με το αμερικανικό στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα

Βελιγράδι: Συνάντηση Δένδια-Βούτσιτς σε εγκάρδιο κλίμα αμυντικής συνεργασίας

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα