Η πανδημία του κορονοϊού προκάλεσε δίψα για αξιόπιστες ειδήσεις σε μια περίοδο παγκόσμιας κρίσης και μια σαφής πλειονότητα ανθρώπων επιθυμεί οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί να είναι αμερόληπτοι και αντικειμενικοί, ανακοίνωσε σήμερα το Ινστιτούτο Reuters για την Μελέτη της Δημοσιογραφίας. Η εμπιστοσύνη στις ειδήσεις αυξήθηκε στην διάρκεια της πανδημίας, ειδικά στη δυτική Ευρώπη, ενισχύοντας τους οργανισμούς εκείνους που φημίζονται για την αξιόπιστη ειδησεογραφία, παρότι η δυσπιστία ήταν ιδιαίτερα εμφανής στα πολωμένα μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ.
Στην περίπτωση της Ελλάδας ο συντάκτης της έκθεσης Δρ. Αντώνης Καλογερόπουλος αναφέρει ότι το μιντιακό τοπίο χαρακτηρίζεται από ψηφιακό κατακερματισμό, έλλειψη εμπιστοσύνης στις ειδήσεις, πολιτική πόλωση στα έντυπα μέσα και μία από τις υψηλότερες χρήσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για την ενημέρωση. Ο μέσος Έλληνας συμμετέχων στην έρευνα δήλωσε ότι χρησιμοποιεί περισσότερες ψηφιακές πηγές ενημέρωσης από οποιονδήποτε άλλον στις 46 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, πλην της Κένυας.
“Κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας, η απόφαση της κυβέρνησης να ενισχύσει με 20 εκ. ευρώ τα ΜΜΕ για την εκστρατεία ‘Μένουμε Σπίτι’ επικρίθηκε δριμύτατα. Τελικά, το κράτος χρηματοδότησε για την εν λόγω εκστρατεία 1.232 ειδησεογραφικούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 627 ιστοσελίδων που δεν ήταν πιστοποιημένες. Το 54% των Ελλήνων δήλωσε αντίθετο με την κρατική ενίσχυση εμπορικών ειδησεογραφικών οργανισμών, ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα στις 46 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα”, αναφέρει η έκθεση του Reuters.
Στο μεταξύ μόλις το 32% απάντησε ότι εμπιστεύεται εν γένει τις ειδήσεις στα ψηφιακά ΜΜΕ (χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ μετά το 30% της Γαλλίας και της Ουγγαρίας) και μόλις το 12% πληρώνει για αυτή την ψηφιακή ενημέρωση. Μόλις το 32% των Ελλήνων προβληματίζεται για την έλλειψη οικονομικής αυτάρκειας των ΜΜΕ ενώ το 27% θεωρεί ότι πρέπει να λαμβάνουν κρατική ενίσχυση.
Από τα social media ενημερώνεται το 69% των ερωτηθέντων, με το 37% να μεταδίδει το ίδιο τις ειδήσεις μέσω social media και e-mail. Οι πλέον χρησιμοποιούμενες πλατφόρμες για ειδήσεις είναι: 52% Facebook, 33% YouTube, 23% Messenger, 23% Viber, 15% Instagram και 12% Twitter. Η περίληψη της έρευνας για την Ελλάδα αναφέρεται και στη δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ότι τα social media είναι “απειλή για τη Δημοκρατία.
“Το εθνικό τηλεοπτικό τοπίο στην Ελλάδα ήταν σχετικά σταθερό πέρυσι μετά από μια μακρά περίοδο αναταραχών, συμπεριλαμβανομένων του κλεισίματος ραδιοτηλεοπτικών φορέων και των διαφορών για τις αδειοδοτήσεις καναλιών. Μία από τις αλλαγές ήταν η επανέναρξη του MEGA TV, για χρόνια ο μεγαλύτερος εμπορικός ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός στην Ελλάδα, ο οποίος έκλεισε για ενάμιση χρόνο λόγω οικονομικών δυσκολιών. Αγοράστηκε από τον Ευάγγελο Μαρινάκη, ο οποίος έχει ‘κληρονομήσει’ κι άλλα μιντιακές επιχειρήσεις. Ο σταθμός δεν έχει ακόμη επιτύχει τον ηγετικό ρόλο που είχε στο παρελθόν. Το ενημερωτικό δελτίο του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού παρουσίασε μέτριες αυξήσεις στις αξιολογήσεις, ενώ υπήρξε έντονη ώθηση προς το ψηφιακό σύστημα με τη δημιουργία μιας πλατφόρμας δημόσιας υπηρεσίας ERTflix, η οποία περιλαμβάνει ειδήσεις, αλλά χρησιμοποιείται κυρίως για ψυχαγωγικά προγράμματα”, αναφέρει η έκθεση.
Στα έντυπα μέσα, η έκθεση “δείχνει” μια δραματική συρρίκνωση της αγοράς. Οι πωλήσεις έχουν μειωθεί σημαντικά και σε καμία περίπτωση δεν αγγίζουν τα 1,1 εκατ. φύλλα που πωλούνταν πριν από δέκα χρόνια. Οι έντυπες εκδόσεις των περισσότερων εφημερίδων αντιμετωπίζουν έντονο ανταγωνισμό σε ένα περιβάλλον όπου το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου μπορεί να βρεθεί δωρεάν στο διαδίκτυο. Το Reuters υποστηρίζει ότι η αφθονία των πηγών ειδήσεων στην Ελλάδα μπορεί να εξηγηθεί από τις προσπάθειες ορισμένων επιχειρηματιών να επηρεάσουν την πολιτική ατζέντα ή να κερδίσουν έσοδα από την κρατική διαφήμιση.
Η αγορά των διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά κατακερματισμένη, καθώς οι νέοι ψηφιακοί παίκτες αποτελούν τους μισούς από τους πιο δημοφιλείς ιστοτόπους. “Τα τελευταία χρόνια, έχουμε δει μια σειρά ψηφιακών πρωτοβουλιών που στοχεύουν στην ενίσχυση της ερευνητικής και ανεξάρτητης δημοσιογραφίας στην Ελλάδα. Ένα από αυτά είναι το Reporters United, ένας κόμβος που στοχεύει στην υποστήριξη της ερευνητικής δημοσιογραφίας στην Ελλάδα και τη σύνδεσή του με τα διεθνή δίκτυα. Ένα άλλο παρόμοιο site είναι το Inside Story, το οποίο παρουσίασε μια σειρά ερευνητικών άρθρων, που σχετίζονταν κυρίως με τον χειρισμό των κυβερνητικών δεδομένων για την πανδημία.
Αξιοσημείωτη είναι η επισήμανση ότι σε αντίθεση με άλλες χώρες, στην Ελλάδα τα ΜΜΕ φαίνεται να καλύπτουν τις αποκαλύψεις που αφορούν σεξουαλική παρενόχληση, βιασμούς κτλ., χωρίς αντίστοιχο κύμα αποκαλύψεων στον δικό τους, δημοσιογραφικό κόσμο και χωρίς ερευνητικά ρεπορτάζ που να εμβαθύνουν περισσότερο στις αποκαλύψεις που έχουν πραγματοποιηθεί από άλλα πρόσωπα.
Μια σαφής πλειονότητα πολιτών σε διάφορες χώρες θεωρεί ότι τα μέσα ενημέρωσης θα πρέπει να αντανακλούν μια γκάμα απόψεων και να προσπαθούν να είναι ουδέτερα, ανέφερε το ινστιτούτο στην ετήσια Έκθεσή του για τις Ψηφιακές Ειδήσεις.
Η έκθεση είναι βασισμένη σε έρευνες που καλύπτουν 46 αγορές και πάνω από τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό.
Η επιταχυνόμενη τεχνολογική επανάσταση σημαίνει ότι το 73% των ανθρώπων έχει σήμερα πρόσβαση στις ειδήσεις μέσω ενός smartphone – από 69% που ήταν το 2020 – ενώ πολλοί χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή τις εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων για να ενημερώνονται ή για να σχολιάζουν τις ειδήσεις.
Το TikTok, η εφαρμογή για κινητά που επιτρέπει την δημιουργία και κοινοποίηση μικρών βίντεο, φθάνει σήμερα στο 24% των ανθρώπων κάτω των 35 ετών με μεγαλύτερα ποσοστά διείσδυσης στην Ασία και την Λατινική Αμερική.
Το Facebook θεωρείται η βασική αρτηρία εξάπλωσης ψευδών ειδήσεων παρότι και κάποιες εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων, όπως η WhatsApp, επίσης παίζουν κάποιον ρόλο.
Αλλά οι γίγαντες της τεχνολογίας επίσης λειτούργησαν ως χώροι έκφρασης διαφωνίας, ανέφερε το Reuters Institute, επικαλούμενο διαδηλώσεις διαμαρτυρίας στο Περού, στην Ινδονησία, στην Ταϊλάνδη, στην Μιανμάρ και στις ΗΠΑ. Το συνολικό μήνυμα ήταν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν δίκαιες και ισορροπημένες ειδήσεις και παρά τα αυξανόμενα προβλήματα για το επιχειρηματικό μοντέλο του έντυπου Τύπου πολλοί προτίθενται να πληρώσουν για αυτές.
“Παρότι η αμερόληπτη ή αντικειμενική δημοσιογραφία αμφισβητείται όλο και περισσότερο από κάποιους, συνολικά οι πολίτες υποστηρίζουν έντονα το πρότυπο των αντικειμενικών ειδήσεων. Οι άνθρωποι θέλουν να έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν για τον εαυτό τους”, έγραψε στην έκθεση ο Κρεγκ Τ. Ρόμπερτσον, ένα μεταδιδακτορικό μέλος του Ινστιτούτου.
Το Ινστιτούτο Reuters για την Μελέτη της Δημοσιογραφίας είναι ένα ερευνητικό κέντρο στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, που παρακολουθεί τις τάσεις στα μέσα ενημέρωσης. Το Ίδρυμα Thomson Reuters, ο φιλανθρωπικός βραχίονας του Thomson Reuters, χρηματοδοτεί το Ινστιτούτο Reuters.