“Τίποτα δεν είναι σίγουρο στη ζωή, εκτός από τον θάνατο και τους φόρους”, είχε πει ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ. Και σίγουρα…κάτι ήξερε.
Το ζήτημα είναι ότι τον πρώτο (τον θάνατο) δεν μπορείς να τον διαψεύσεις. Όμως, τους δεύτερους (τους φόρους, δηλαδή) μπορείς να τους φτιασιδώσεις ή -έστω και προσωρινά- να τους αποκρύψεις.
Το μνημονιακού χαρακτήρα κυβερνητικό σχέδιο για την αλλαγή του συστήματος επικουρικής ασφάλισης, την δημιουργία ατομικού ασφαλιστικού λογαριασμού και την εμπλοκή ιδιωτών στην διαχείριση των εισφορών, προκάλεσε -όπως ήταν αναμενόμενο- το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των “θεσμών”.
Αυτών που “δεν μας ενοχλούν”, γιατί η χώρα “βγήκε από τα μνημόνια”…
Κι ενώ το νομοσχέδιο κατευθυνόταν με ταχύτητα προς τη Βουλή, ξαφνικά επιβράδυνε, με προοπτική να τεθεί προς συζήτηση και ψήφιση το Φθινόπωρο.
Η εξέλιξη αυτή, προκάλεσε ψιθύρους αλλά και κραυγές σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο περί αναβολής της κατάθεσης του επίμαχου νομοσχεδίου, διότι οι οικονομικές προβλέψεις δεν βγαίνουν και οι δανειστές ζητούν την επιβολή πρόσθετου πόρου ή φόρου ή φ(π)όρου, τελοσπάντων.
Στο σημείο αυτό, τον λόγο πήρε ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος με έναν ομολογουμένως πρωτότυπο τρόπο, ενημέρωσε τους πολίτες ότι δεν τίθεται τέτοιο θέμα, λέγοντας:
“Όχι, όχι. Έκανε συνάντηση μαζί τους (σσ τους θεσμούς) ο κ. Τσακλόγλου (σσ ο αρμόδιος υφυπουργός), δεν ειπώθηκε κάτι τέτοιο. Σύμφωνα με όσα μου έχει πει ο κ. Τσακλόγλου, γιατί ο ίδιος μίλησε, αλλά είναι πολύ σοβαρός άνθρωπος, δεν μπορούμε να αμφισβητούμε την αξιοπιστία του και πάντως, και να την αμφισβητούμε, είναι μεγαλύτερη από του ΣΥΡΙΖΑ, τέλοσπάντων”.
Γιατί, όμως, οι εκπρόσωποι των θεσμών παρεμβαίνουν ζητώντας ενημέρωση και -κατά τις πληροφορίες- μέτρα;
Τι υποστηρίζουν οι… κακόπιστοι;
Για τους δανειστές, πρώτιστο μέλημα αποτελεί το να πάρουν τα χρήματα τους.
Επομένως, θα πρέπει -σύμφωνα με τις προβλέψεις των μνημονίων, από τα οποία έχουμε βγει κατά τα άλλα- να ελαχιστοποιηθεί η κρατική συμμετοχή στην κοινωνική ασφάλιση, ώστε να απελευθερωθούν πόροι, οι οποίοι στην συνέχεια θα δεσμευθούν από τους ίδιους τυς δανειστές.
Στο πλαίσιο αυτό, οι “θεσμοί” πιέζουν ώστε να κλείσει και το θέμα των χιλιάδων εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης, δεδομενου ότι παράγει διαρκώς χρέη για το Δημόσιο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αύξηση της δαπάνης (λόγω των αναδρομικών) για την καταβολή συντάξεων, οι οποίες παρέμεναν στα συρτάρια των αρμοδίων υπηρεσιών επί σειρά ετών.
Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του συστήματος ΗΛΙΟΣ, τον Ιούνιο του 2021 καταβλήθηκαν από τον ΕΦΚΑ 14.631 νέες οριστικές συντάξεις και μαζί τους αναδρομικά ύψους 84,2 εκατομμυρίων ευρώ!
Το νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης, στόχο έχει την παραγωγή χρήματος μέσω της επένδυσης των εισφορών.
Την “μερίδα του λέοντος” θα κρατούν οι ιδιώτες επενδυτές, μέρος των χρημάτων θα πηγαίνει στους ασφαλισμένους, όταν μετά από χρόνια (αντέξουν να) πάρουν σύνταξη, η οποία ούτως ή άλλως θα είναι περιορισμένη σε σχέση με τα πΜ (προ Μνημονίων) χρόνια και ένα μέρος θα επιστρέφει στην χώρα, η οποία θα τα αξιοποιεί στην ανάπτυξη. Εντάξει, εντάξει, θα αποπληρώνει δάνεια.
Απαραίτητη προϋπόθεση για όλα τα παραπάνω, είναι το σύστημα να είναι οικονομικά αποδοτικό και να μην παράγει χρέη.
Στο σημείο αυτό, εντοπίζεται το πρόβλημα για τους …κακόπιστους, πάντα.
Ακριβέστερα, οι τεχνοκράτες των δανειστών, φέρονται να διαπίστωσαν ότι είναι υπέρογκο το κόστος μετάβασης από το αναδιανεμητικό σύστημα, που ισχύει σήμερα, στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα, με επενδύσεις που θα προκύπτουν από τις εισφορές των ασφαλισμένων. Κι αυτό γιατί θα πρέπει να καταβάλονται απρόσκοπτα οι συντάξεις των ήδη δικαιούχων και των εκατοντάδων χιλιάδων ασφαλισμένων που δεν θα ενταχθούν στο νέο σύστημα.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τις αναλογιστικές μελέτες που παρουσίασε το υπουργείο Εργασίας, προκύπτουν σενάρια, με το κόστος μετάβασης να κυμαίνεται από 48 δισ. ευρώ έως 76 δισ. ευρώ στη χειρότερη περίπτωση. Βέβαια, η επιβάρυνση σύμφωνα με το «ενδιάμεσο σενάριο» υπολογίζεται στα 56 δισ. ευρώ, που πάλι όμως αποτελεί, κατά τους θεσμούς, ένα δυσβάσταχτο φορτίο για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται ότι ζητήθηκε από την ελληνική πλευρά να συμφωνηθούν μέτρα, που θα αντισταθμίζουν το «άνοιγμα» του κόστους μετάβασης. Πιθανότατα τα μέτρα αυτά που ακόμα δεν έχουν συμφωνηθεί, να εστιάζονται σε έναν κοινωνικό πόρο, ο οποίος θα αποφέρει το απαραίτητο έσοδο, ώστε να στηριχθεί η μεταρρύθμιση και να λειτουργήσει το νέο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ).
Και επειδή -όπως αποδεικνύεται- στην πολιτική και την οικονομία δεν υπάρχει παρθενογένεση, η Ένωση για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕΝ.ΥΠ.Ε.Κ.Κ.), επισημαίνει ότι το «Σχέδιο Τσακλόγλου» δεν είναι ασφαλιστικό. Δεν στοχεύει στη βιωσιμότητα των συντάξεων. Είναι σχέδιο χρηματοδότησης των ιδιωτών με τις εισφορές των ασφαλισμένων ύψους 70 δις ευρώ!
Και υπενθυμίζει ότι το ίδιο συνέβη:
► Το 1947 όταν τα Ταμεία απώλεσαν 50 δις δραχμές (160 εκατ. ευρώ)
► Το 1950 με τον αναγκαστικό νόμο Μαρκεζίνη 1611/1950, όταν τα Ταμεία απώλεσαν 30 τρις δραχμές ή 90 δις ευρώ, για όσο ίσχυσε
► Με τους ν. 2076/1992 (Κων. Μητσοτάκης) και 2676/1999 (Κ. Σημίτης) όταν τα Ταμεία απώλεσαν 4 δις ευρώ σε μετοχές ρίσκου και 2 δις ευρώ σε δομημένα ομόλογα
► Με τον ν. 4050/2012 των Βενιζέλου-Κουτρουμάνη όταν με το «κούρεμα» (PSI) τα Ταμεία έχασαν 26 δις ευρώ στην πρωτογενή και δευτερογενή αγορά
► Με τις τρεις ανακεφαλοποιήσεις των Τραπεζών όταν τα Ταμεία έχασαν 4 δις ευρώ συνολικά