Παρά τη ζοφερή κατάσταση και την πίεση που ασκείται στον τομέα των εργασιακών σχέσεων από αμφότερες την ιταλική εργοδοσία και την κυβέρνηση, η εργατική πάλη και η οργάνωση φαίνεται πως δεν σταματούν για ορισμένες τάξεις εργαζομένων. Μετά την επονείδιστη συμφωνία που υπέγραψαν το δεξιό συνδικάτο Ugl και η ομοσπονδία εταιρειών διανομής Assodelivery, οι εργατικές ενώσεις και το προσωπικό των διανομέων ετοιμάζονται να αναλάβουν μία εκτεταμένη ταξική δράση, την πρώτη αντίστοιχη πρωτοβουλία για τον τομέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και επίσης πρώτη για θέματα εργατικού δικαίου στην Ιταλία.
Ως στόχος του δικαστικού αγώνα καθίσταται η αποτροπή της εφαρμογής της συλλογικής σύμβασης για αναβάτες στην Ιταλία, η οποία υπογράφηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2020 από την Ugl και την Assodelivery, την ένωση πολυεθνικών εταιρειών διανομής τροφίμων που απαρτίζεται από τις πλατφόρμες Deliveroo, Glovo, Foodtogo, Socialfood και Uber Eats. Η προσφυγή κατατέθηκε στο δικαστήριο του Μιλάνου από το κλαδικό σωματείο Riders του μεγάλου συνδικάτου CGIL, το οποίο μαζί με τα άλλα συνομοσπονδιακά συνδικάτα αντιτίθεται κάθετα στο περιεχόμενο της σύμβασης, που από την αρχή έχει χαρακτηρισθεί από πολλές πλευρές ως «πειρατική συμφωνία», η οποία ενταφιάζει κάθε διεκδίκηση και δικαίωμα στην εργασία και την αμοιβή της.
Με την προσφυγή αυτή, οι ενώσεις αντιτίθενται στην εφαρμογή της συμφωνίας με την Ugl, καθώς, όπως εξηγεί το CGIL, καθιερώνει τη σύνδεση της αμοιβής με την ώρα εργασίας και το μέγεθος των παραδόσεων, περιορίζοντας τα δικαιώματα των εργαζομένων στον κλάδο της διανομής. Η ένωση σκοπεύει να επεκτείνει σε όλους τους διανομείς της Deliveroo την απόφαση του εργατοδικείου της Μπολόνια, το οποίο στις 2 Ιουλίου 2021 έκρινε ως «παράνομη» τη συμφωνία της Assodelivery με ένα μόνο σωματείο, που «δεν μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικό» και με τον τρόπο αυτό «να επιβάλλεται από τις πολυεθνικές στον κλάδο (μία τέτοια συμφωνία) ως προϋπόθεση για μπορεί κάποιος να συνεχίσει να δουλεύει».
Η δικαστική απόφαση απαγορεύει επί της ουσίας την εφαρμογή της κλαδικής σύμβασης στη Μπολόνια, με το σκεπτικό ότι η εταιρεία την καθιέρωσε αυθαίρετα, βρίσκοντας απλώς ένα μόνο «βολικό» συνδικάτο, που ως συνομιλητής έδειχνε να ενστερνίζεται ασμένως τα αιτήματα της εργοδοσίας. Είναι περιττό να πούμε πως η απόφαση του δικαστηρίου επικρίθηκε έντονα και εν τέλει απορρίφθηκε από την Deliveroo.
Λαμβάνοντας υπόψιν το δεδικασμένο αυτής της υπόθεσης, η CGIL επιδιώκει την επέκταση της απαγόρευσης σε ολόκληρη την ιταλική επικράτεια και την εφαρμογή της σε όλες τις υπόλοιπες εταιρείες του τομέα και τους εργαζομένους στον κλάδο. Και το αποτολμά επικαλούμενη μία «ταξική δράση», που ανοίγει νέους δρόμους στην ερμηνεία του εργατικού δικαίου.
Αξίζει να επισημανθεί πως από την πρώτη στιγμή έχουν προκύψει μεγάλες διαφωνίες και διαξιφισμοί σχετικά με την μονομερή αυτή κλαδική σύμβαση, τόσο λόγω του τρόπου με τον οποίο υπεγράφη, όσο και εξαιτίας των διατάξεών της. Τα άλλα συνδικάτα της συνομοσπονδίας κατηγόρησαν τον Ugl ότι υπέγραψε μία «ατιμωτική σύμβαση» για μια κατηγορία εργαζομένων που βρίσκεται ήδη σε κατάσταση επισφάλειας και ζήτησαν να υπάρξει τράπεζα διαπραγματεύσεων σε θεσμικό επίπεδο. Από την πλευρά τους, η Ugl και οι εταιρείες διανομής υπερασπίσθηκαν τη συμφωνία τους ως καινοτόμο, όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Η σύμβαση προβλέπει ελάχιστη αμοιβή 10 ευρώ ανά ώρα εργασίας, δηλαδή αμοιβή βάσει του χρόνου που απαιτείται για την πραγματοποίηση κάθε παράδοσης, πρόσθετη αποζημίωση 10%, 15% και 20% αντίστοιχα για νυχτερινή εργασία, διακοπές και κακές καιρικές συνθήκες, ωριαίο κίνητρο 7 ευρώ για τους πρώτους 4 μήνες από το άνοιγμα της υπηρεσίας σε μια νέα πόλη και ένα σύστημα κινήτρου και ανταμοιβής που προβλέπει την καταβολή 600 ευρώ για κάθε 2.000 πραγματοποιηθείσες παραδόσεις.
Παράλληλα, υπάρχει πρόβλεψη για εξοπλισμό ασφαλείας (ρούχα υψηλής ορατότητας και κράνος για όσους πραγματοποιούν παραδόσεις με ποδήλατο), ασφαλιστική κάλυψη από ατυχήματα (INAIL) και ζημιές σε τρίτους, εκπαίδευση στην οδική ασφάλεια και τη μεταφορά τροφίμων, απαγόρευση των διακρίσεων, ίσες ευκαιρίες και προστασία της ιδιωτικής ζωής, καταπολέμηση της παράνομης μίσθωσης και της παράνομης εργασίας, ένα σύνολο πρωτοβουλιών για την καταπολέμηση της εγκληματικής πρόσληψης κι απασχόλησης του caporalato.
Μόνο που όπως αποδεικνύει και η πρόσφατη καταδίκη της Deliveroo από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων για τον αλγόριθμο παρακολούθησης των διανομέων της, ορισμένα από τα «πρωτοποριακά» αυτά συστήματα για την απασχόληση όχι μόνο δεν εξασφαλίζουν την ποιότητα στην εργασία των εργαζομένων, αλλά παράλληλα εμβαθύνουν την εκμετάλλευση τύπου caporalato light, που υποτίθεται ότι βούλονται να καταπολεμήσουν. Σύμφωνα με την Αρχή, τα προσωπικά δεδομένα 8.000 διανομέων της εταιρείας χρησιμοποιήθηκαν παράνομα, μέσα από τον ύποπτο τρόπο που η Deliveroo αναλύει τη θέση των παραδόσεών τους μέσω γεωεντοπισμού.
Η Αρχή διαπίστωσε επίσης ότι οι αναλύσεις αφορούν στη συλλογή πληροφοριών που απέχουν πολύ από τις απαραίτητες για την καταχώρηση μιας παραγγελίας, όπως η θέση του διανομέα κάθε 12 δευτερόλεπτα και η αποθήκευση για έξι μήνες όλων των διαδρομών που πραγματοποιήθηκαν. Παράλληλα, αποκαλύφθηκε πως η πλατφόρμα συγκέντρωνε στοιχεία που αφορούσαν στην επικοινωνία μεταξύ διανομέων και εξυπηρέτησης πελατών, ενώ σημείωνε κάθε στιγμή κατά την οποία το GPS κατέγραφε απόκλιση μερικών λεπτών στους εκτιμώμενους χρόνους για την παραλαβή των τροφίμων από το εστιατόριο, την κίνηση του αναβάτη και την παράδοση στον πελάτη.
Στο σύνολό τους, όλα τα παραπάνω παραβιάζουν ανοιχτά το Καταστατικό των Εργαζομένων και τις κλαδικές συμφωνίες ή τις εξουσιοδοτήσεις της Επιθεώρησης Εργασίας που ρυθμίζει τις εργασιακές δραστηριότητες, σύμφωνα με την Αρχή, η οποία διευκρίνισε ότι το πρόστιμο που επέβαλε σχετίζεται επίσης με την «έλλειψη διαφάνειας των αλγορίθμων» που χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των διανομέων, την ανάθεση των παραγγελιών και τον καθορισμό των βαρδιών.
Όπως επισημαίνεται, η εταιρεία οφείλει να παρέχει στους αναβάτες της ακριβείς πληροφορίες για τη λειτουργία του συστήματος και να ελέγχει περιοδικά την ορθότητα των αποτελεσμάτων των αλγορίθμων, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο στρεβλώσεων ή διακρίσεων. Η Deliveroo έχει στη διάθεσή της 60 ημέρες για να διορθώσει τις διαπιστωθείσες παραβάσεις και τρεις μήνες για να παρέμβει στους αλγορίθμους.
Η εταιρεία περιορίστηκε να απαντήσει πως τα συμπεράσματα της Αρχής βασίζονται σε παλιό σύστημα που δεν χρησιμοποιείται από το 2020. Αξίζει, ωστόσο να επισημανθεί πως δεν είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται αντιμέτωπη με αντίστοιχες διαπιστώσεις, καθώς το 2019 είχε κατηγορηθεί από την CGIL πως ο αλγόριθμός της Frank κάνει διακρίσεις στις παραγγελίες και την εργασία αναφορικά με τους διανομείς που απεργούν ή κάνουν χρήση του δικαιώματός τους για αναρρωτική άδεια.
Υπενθυμίζεται πως ύστερα από πολλές απεργίες και διαμαρτυρίες, το θέμα των εργαζόμενων στον κλάδο διανομής είχε τεθεί με επίμονο και έντονο τρόπο τον Σεπτέμβριο του 2018, με τον τότε υπουργό Οικονομικής Ανάπτυξης και Εργασίας, Λουίτζι Ντι Μάγιο να ανακοινώνει κάποια μέτρα προστασίας της κατηγορίας, ανοίγοντας έναν διάλογο που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, τόσο στις αίθουσες των δικαστηρίων και του Κοινοβουλίου, όσο και στον δρόμο. Οι εταιρείες, πάντοτε αντίθετες στην αναγνώριση των δικαιωμάτων των διανομέων, εξακολουθούν ωστόσο να υποστηρίζουν πως πρόκειται για «ελεύθερους επαγγελματίες», που προσφέρουν αυτόνομη εργασία.
Το 2019 με το διάταγμα για τις επιχειρήσεις (Salva Imprese), η κυβέρνηση όρισε ένα υποτυπώδες κανονιστικό πλαίσιο που περιελάμβανε και τους εποχικούς ή προσωρινούς εργαζομένους, καλώντας τις εταιρείες και τους συνδικαλιστές να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις.
Η πανδημία ωστόσο επιβράδυνε την πορεία των διαπραγματεύσεων, αυξάνοντας όμως παράλληλα και τις απαιτήσεις των διανομέων, οι οποίοι μόνοι τους, οδηγώντας στους παντέρμους δρόμους του lockdown, στήριξαν την κοινωνία και το επιχειρείν που δοκιμαζόταν από την υγειονομική κρίση.
Γι’ αυτό και η συμφωνία Ugl-Assodelivery απετέλεσε κεραυνό εν αιθρία. Κι όπως αποδεικνύεται σήμερα, το μέτωπο που άνοιξε πριν έναν χρόνο δεν είναι εύκολο να κλείσει, ιδίως όταν η αποφασιστικότητα των εργαζομένων μοιάζει να γιγαντώνεται με κινητήριο δύναμη την ανάγκη και όταν συνδαυλίζεται από τις μεθοδεύσεις των εργοδοτών και των κυβερνήσεων ενάντια στα εργασιακά δικαιώματα.