Σε ηλικία 79 ετών απεβίωσε ο πρώην ηγέτης του Τσαντ, Ισέν Αμπρέ, ο οποίος εξέτιε ποινή ισόβιας κάθειρξης σε σωφρονιστικό κατάστημα της Σενεγάλης. Την είδηση του θανάτου του μετέδωσαν το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) και το Ρόιτερς (Reuters) επικαλούμενα αξιωματούχους του υπουργείου Δικαιοσύνης της Σενεγάλης. Σύμφωνα με πληροφορίες ο πρώην δικτάτορας του Τσαντ προσεβλήφθη από τον νέο κορονοϊό στις φυλακές της πρωτεύουσας Ντακάρ της Σενεγάλης.
Ο Ισέν Αμπρέ καταδικάστηκε το 2016 για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τα οποία διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του από το 1982 έως το 1990. Η δίκη του ήταν η πρώτη στον κόσμο κατά την οποία ένας πρώην αρχηγός κράτους οδηγήθηκε ενώπιον δικαστηρίου άλλης χώρας για παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων. Άρχισε στις 20 Ιουλίου 2015 και στις 30 Μαΐου 2016 ο Ισέν Αμπρέ καταδικάσθηκε σε ισόβια. Ο Αμπρέ κατηγορήθηκε για βιασμούς, για σεξουαλική εκμετάλλευση και για εκτελέσεις έως και 40.000 ανθρώπων κατά τη διάρκεια της εξουσίας του στο Τσαντ. Ο ίδιος αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στις σε βάρος του κατηγορίες.
Στα οκτώ χρόνια της προεδρίας Αμπρέ έως και 200.000 άνθρωποι έπεσαν θύματα φρικτών βασανιστηρίων. Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας επιζήσαντες των βασανιστηρίων διηγήθηκαν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το καθεστώς φόβου και τρόμου στα χέρια της μυστικής αστυνομίας του Ισέν Αμπρέ. Το 1990 ο Αμπρέ ανετράπη από δυνάμεις των ανταρτών και ο ίδιος αναζήτησε καταφύγιο στη Σενεγάλη. Δύο δεκαετίες αργότερα, δικαστήριο στο Τσαντ καταδίκασε ερήμην τον Αμπρέ για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας προτείνοντας τη θανατική ποινή.
Ο Ισέν Αμπρέ κατέλαβε με τα όπλα την εξουσία το 1982 και έγινε γρήγορα ο αρχιτέκτονας μιας τρομερής καταστολής. Γεννήθηκε το 1942 στη Φάγια-Λαρζό (βόρειο Τσαντ) και η διαδρομή του στα χρόνια του 1970 και του 1980 εντάσσεται στην πολυτάραχη ιστορία του ανεξάρτητου Τσαντ, του οποίου υπήρξε ο τρίτος πρόεδρος.
Κατέλαβε την εξουσία το 1982 ανατρέποντας τον προκάτοχό του. Χιλιάδες σκοτώθηκαν, βασανίστηκαν και βιάστηκαν στη διάρκεια της προεδρίας του, η οποία τερματίσθηκε με την ανατροπή του το 1990. Ήταν πεπεισμένος εθνικιστής και σφοδρός αντίπαλος του τότε ηγέτη της Λιβύης Μουάμαρ Καντάφι και το καθεστώς του διήρκεσε οκτώ χρόνια με την υποστήριξη της Γαλλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίσθηκε από τρομερή καταπίεση: οι αντιπολιτευόμενοι -πραγματικοί ή υποτιθέμενοι- συλλαμβάνονταν, βασανίζονταν και συχνά εκτελούνταν.
Τον Δεκέμβριο του 1990 ο Ισέν Αμπρέ έφυγε εσπευσμένα από την Ντζαμένα για να ξεφύγει από την επίθεση αστραπή των ανταρτών του Ιντρίς Ντεμπί Ίτνο, ενός από τους στρατηγούς του ο οποίος είχε αποσκιρτήσει 18 μήνες νωρίτερα και στη συνέχεια είχε εισβάλει στο Τσαντ από το Σουδάν. Ο πρόεδρος Ντεμπί, ο οποίος σκοτώθηκε τον Απρίλιο του 2021 από αντάρτες που είχαν έρθει από τη Λιβύη, θα κυβερνήσει με σιδηρά πυγμή το Τσαντ επί 30 χρόνια.
“Ο Ισέν Αμπρέ θα μείνει στην ιστορία ως ένας από τους πιο ανελέητους δικτάτορες του κόσμου, ένας άνθρωπος που κατέσφαξε τον ίδιο το λαό του, έκαψε ολόκληρα χωριά, έστειλε γυναίκες να υπηρετήσουν τα στρατεύματά του ως σκλάβες του σεξ και οικοδόμησε μυστικά μπουντρούμια για να κάνει μεσαιωνικά βασανιστήρια στους εχθρούς του”, δήλωσε ο Ριντ Μπρόντι της Διεθνούς Επιτροπής Νομικών, ο οποίος είχε δουλέψει από το 1999 με θύματα του Αμπρέ.
Το γεγονός ότι αναδείχθηκε πρόεδρος με την υλική (οικονομική, πολιτική και στρατιωτική) στήριξη των ΗΠΑ και της Γαλλίας, σε μία περίοδο που η Λιβύη του Καντάφι προσπαθούσε να επεκτείνει την επιρροή της στον νότιο γείτονά της, το Τσαντ, του έδωσε το προσωνύμιο “Πινοσέτ της Αφρικής”.
Με πληροφορίες από BBC, ΑΠΕ-ΜΠΕ