Ουσιαστικό αποτέλεσμα έχει η τρίτη, ενισχυτική δόση εμβολίου των Pfizer-BioNTech, καθώς μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο λοίμωξης Covid-19, σύμφωνα με δύο νέες επιστημονικές μελέτες στο Ισραήλ.
Η προστασία αυξάνεται τις αμέσως επόμενες εβδομάδες μετά την έξτρα δόση, αλλά παραμένει ακόμη άγνωστο πόσο διαρκεί αυτό το όφελος.
Τα πρώτα στοιχεία του υπουργείου Υγείας και των συνεργαζόμενων ισραηλινών πανεπιστημίων-που ανέλυσαν δεδομένα για 1,1 εκατομμύρια άτομα άνω των 60 ετών- δείχνουν ότι όσοι έκαναν τον Αύγουστο τρίτη δόση, εμφάνισαν μείωση κατά τουλάχιστον δέκα φορές του κινδύνου να διαγνωστούν θετικοί για Covid-19 μετά από δύο εβδομάδες. Αυτό κατ’ ουσίαν επαναφέρει, χάρη στην τρίτη δόση, την προστασία του εμβολίου της Pfizer-BioNTech και έναντι της Δέλτα περίπου στο 95% (έναντι γύρω στο 70% μετά τις δύο δόσεις).
Από την άλλη, μελέτη ερευνητών της KSM Research, του οργανισμού υγείας Μακάμπι (του δεύτερου μεγαλύτερου στη χώρα), καθώς και της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Yale των ΗΠΑ, δείχνουν, σύμφωνα με το επιστημονικό περιοδικό «Science», ότι τον Αύγουστο η πιθανότητα ενός ανθρώπου άνω των 40 ετών να βγει θετικός σε μοριακό τεστ κορονοϊού, ήταν μειωμένη κατά 48%, επτά έως 13 μέρες αφότου αυτός είχε κάνει τρεις δόσεις, σε σχέση με κάποιον που είχε κάνει δύο δόσεις του εμβολίου. Ο κίνδυνος μόλυνσης ήταν ακόμη μικρότερος (μείωση 70%) αν είχαν περάσει 14 έως 21 μέρες μετά την τρίτη δόση, σε σχέση με τους διπλά εμβολιασμένους. Η μελέτη αφορούσε γενικά την πιθανότητα νέας μόλυνσης μεταξύ των εμβολιασμένων και δεν εστίασε ειδικά στον κίνδυνο σοβαρής λοίμωξης.
Υπενθυμίζεται πως σε μια προσπάθεια να ανακόψει το νέο επιδημικό κύμα της παραλλαγής Δέλτα του κορονοϊού, το Ισραήλ είναι η πρώτη χώρα στον κόσμο που από τις 29 Αυγούστου έχει επιδοθεί σε μαζική εκστρατεία χορήγησης τρίτης δόσης στον πληθυσμό του άνω των 12 ετών (εφόσον η δεύτερη δόση είχε γίνει τουλάχιστον πριν πέντε μήνες) και ήδη πάνω από 2,1 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν κάνει ενισχυτική-αναμνηστική δόση.
Πάντως, σύμφωνα με τον επιδημιολόγο Ντέηβιντ Ντάουντι του Πανεπιστημίου Johns Hopkins της Βαλτιμόρης, αν και ασφαλώς τα παραπάνω αποτελέσματα αποτελούν καλό νέο, δεν αποδεικνύουν ότι είναι αναγκαίο να γίνει μαζική χορήγηση τρίτης δόσης στον γενικό πληθυσμό. Όπως είπε, «το ερώτημα δεν είναι αν μια ενισχυτική δόση ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα βραχυπρόθεσμα, αλλά κατά πόσο παρέχει μια αξιόλογη αύξηση στη μακρόχρονη ανοσία σε βάθος μηνών. Και αν αυτό ισχύει, ποιό είναι το σωστό διάστημα ανάμεσα στη δεύτερη και στην τρίτη δόση. Οι απαντήσεις σε αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα είναι πλήρως άγνωστες».
Υπενθυμίζεται ότι ανάλογα επιφυλακτική για μια μαζική τρίτη δόση είναι και η θέση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), όπως έκανε γνωστό χθες την Τετάρτη (2/9).