Η συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση της ΝΔ με τη γαλλική κυβέρνηση θα έχει πάρα πολύ μεγάλες συνέπειες στην εξωτερική, την αμυντική, την οικονομική και την τεχνολογική πολιτική της χώρας, επηρεάζοντας βαθιά και τη θέση της διεθνώς και την οικονομική κατάστασή της.
Αν η Ελλάδα λειτουργούσε ως δημοκρατικό κράτος και κοινωνία, όπως έστω και περιορισμένα έχει υπάρξει στο παρελθόν, η συμφωνία αυτή θα γινόταν αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης και κριτικών σχολίων.
Τώρα έχουμε μια πληθώρα προπαγανδιστικών δημοσιευμάτων και πολύ περιορισμένα κριτικά σχόλια, πολλά μάλιστα ανακριβή ή γενικόλογα. Εντελώς βασικά σημεία της συμφωνίας, όπως θα επιχειρήσουμε να δείξουμε, παραμένουν στο σκοτάδι. Ενώ ακούγονται κατά κόρον και κάμποσοι εντελώς ανυπόστατοι ισχυρισμοί.
Δεν υφίσταται για παράδειγμα καμία διάθεση αποχώρησης των Ηνωμένων Πολιτειών από την περιοχή μας. Αν υπήρχε τέτοια διάθεση ή πρόθεση, δεν θα συζητούσε η Ουάσιγκτον την επέκταση των υπαρχουσών βάσεών της και την εγκατάσταση νέων σε όλη σχεδόν την ελληνική επικράτεια.
Ο ευρωστρατός
Ούτε φυσικά η συμφωνία αυτή είναι κάποιου είδους βήμα προς έναν αυτόνομο ευρωστρατό, όπως ισχυρίζεται το ίδιο το κείμενό της (σε σύγκρουση με άλλες ρητές προβλέψεις του!) και η ελληνική και γαλλική κυβερνητική προπαγάνδα.
Τα ευρωπαϊκά κράτη, ιδίως μετά την επιστροφή της Γαλλίας στο ΝΑΤΟ, έχουν απολέσει οποιαδήποτε ανεξαρτησία και αυτονομία στον αμυντικό τομέα από την Ατλαντική Συμμαχία και τους Αμερικανούς. Το απέδειξαν περίτρανα ακολουθώντας τυφλά τις ΗΠΑ στον ψυχρό πόλεμο κατά της Ρωσίας, που έπληξε κυρίως ευρωπαϊκά συμφέροντα, το απέδειξαν πρόσφατα στην Καμπούλ, όπου είδαν την Αμερική να μη τα λαμβάνει καν υπόψη της και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Το ότι κάθε τόσο σκούζει ένας Ευρωπαίος πολιτικός ή αξιωματούχος για την ανάγκη ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας, με δηλώσεις που ουδέποτε ακολουθούνται από πράξεις, δεν δείχνει παρά την έλλειψη σοβαρότητας του σημερινού ευρωπαϊκού πολιτικού προσωπικού.
Ο πρόεδρος Μακρόν (που πολλοί συμπατριώτες του αποκαλούν περιπαικτικά Μικρόν) πρωταγωνίστησε μάλιστα στην υποταγή της χώρας του και κατ’ επέκταση της Ευρώπης στις ΗΠΑ. Αυτόν τοποθέτησαν οι ατλαντικές δυνάμεις ως υπουργό Οικονομίας, στη θέση του Μοντεμπούρ, επί προεδρίας Ολλάντ, για να μπορέσουν οι Αμερικανοί να αρπάξουν το καμάρι της γαλλικής βιομηχανίας και υψηλής τεχνολογίας, την εταιρεία Alstom.
Εγγύηση ενόπλου συνδρομής
Η σημαντικότερη καινοτομία αυτής της συμφωνίας είναι η πρόβλεψη ότι η Γαλλία, που είναι μια σημαντική στρατιωτική δύναμη, μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και διαθέτει πυρηνικά όπλα, θα συνδράμει την Ελλάδα και στρατιωτικά στην περίπτωση επίθεσης εναντίον της.
Δεν θα συζητήσουμε τώρα αν και πόσο πιθανή είναι στο άμεσο και στο απώτερο μέλλον μια τουρκική επίθεση κατά της Ελλάδας. (Λέμε απώτερο, γιατί τέτοιες συμφωνίες δεν πρέπει να γίνονται για να αντιμετωπισθεί μια συγκυρία και, από την άποψη αυτή, διερωτάται κανείς γιατί προβλέπεται μόνο πενταετής διάρκεια και πρακτικά δυνατότητα εξόδου με προειδοποίηση μόνο ενός έτους). Ούτε θα πιθανολογήσουμε για το αν το Παρίσι, όταν τυχόν, ο μη γένοιτο, έρθει η ώρα, θα εκφράσει όντως στην πράξη τη βούληση που επιδεικνύει στα χαρτιά. Η πρόβλεψη του άρθρου δύο για “συνεκτίμηση” του αν γίνεται επίθεση από τις δύο χώρες είναι αυτονόητη, αλλά αυτό ακριβώς κάνει τη συμπερίληψή της στο κείμενο μάλλον παράδοξη.
Ας τα αφήσουμε όμως προς στιγμήν αυτά, ας μη συζητήσουμε εδώ το κόστος και άλλες πιθανές και επικίνδυνες παρενέργειες και ας επικεντρωθούμε στο βασικό όφελος για την Ελλάδα, που είναι η δέσμευση της Γαλλίας ότι θα τη συνδράμει σε περίπτωση εναντίον της επίθεσης.
Πού εκδηλώθηκε και πού μπορεί να εκδηλωθεί μια τουρκική επίθεση;
Στη διάρκεια των τελευταίων εκατό χρόνων, μόνο σε μία περίπτωση ελληνικές και τουρκικές ένοπλες δυνάμεις πήγαν σε πραγματική εμπλοκή. Και δεν πήγαν στο έδαφος της Ελλάδας, αλλά στο έδαφος της Κύπρου.
Και η Κύπρος είναι επίσης το πιο δύσκολο να υπερασπιστεί κανείς σημείο της αμυντικής διάταξης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, που ξεκινά από το Διδυμότειχο και φτάνει στην Αμμόχωστο.
Η συμφωνία αφήνει εντελώς ακάλυπτο το ενδεχόμενο επίθεσης στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις (ΕΛΔΥΚ) και την Κυπριακή Δημοκρατία, για την αποτροπή μάλιστα του οποίου η ελληνική κυβέρνηση έχει διατυπώσει τη μοναδική επίσημη απειλή πολέμου στην ιστορία της Ελλάδας κατά της Τουρκίας τον Μάρτιο του 1987.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν συνήψε μια τριγωνική συμφωνία αμυντικήςσυνεργασίας Ελλάδας-Κύπρου-Γαλλίας, στο πρότυπο των τόσων τριγωνικών ή πολυγωνικών σχημάτων που συμπήξαμε με το Ισραήλ και τους συμμάχους του. Προτίμησε να συνάψει μια διμερή συμφωνία που αφήνει ευθέως εκτός την Κυπριακή Δημοκρατία.
Θεωρεί άραγε πιο πιθανή η ελληνική κυβέρνηση μια τουρκική επίθεση στον Έβρο από ό,τι στην Κύπρο και αν ναι γιατι;
Το Casus Belli
Υπενθυμίζουμε ότι, μιλώντας στη Βουλή, τον Μάρτιο του 1987, ο τότε Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου τόνισε ότι οποιαδήποτε προέλαση τωντουρκικών στρατευμάτων νοτίως της γραμμής εκεχειρίας στην Κύπρο (γνωστής ως “πράσινης γραμμής”), θα αποτελέσει αιτία πολέμου (Casus belli) για το ελληνικό κράτος.
Δηλαδή είπε, σε απλά ελληνικά, ότι η Αθήνα θα κηρύξει πόλεμο στην Τουρκία αν απειληθούν οι Έλληνες της Κύπρου που σήμερα ζουν στα μη κατεχόμενα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
To είπε αυτό γιατί είναι επιχειρησιακά αδύνατο στις ελληνικές και κυπριακές δυνάμεις να αμυνθούν στην Κύπρο πέραν μερικών εικοσιτετραώρων, λόγω της συντριπτικής αεροπορικής υπεροχής της Άγκυρας πάνω από το νησί και της εγγύτητάς του προς την Τουρκία. Σημειωτέον ότι το κατεχόμενο τμήμα του νησιού είναι, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, το πιο στρατιωτικοποιημένο μέρος της υφηλίου.
Και εξήγησε, για να μην αφήσει αμφιβολίες σε κανέναν, ότι η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να κάνει κάτι τέτοιο γιατί “αν η Κύπρος χαθεί, και η Ελλάδα θα χαθεί”.
Eξ όσων γνωρίζουμε, το casus belli ισχύει. Καμία ελληνική κυβέρνηση έκτοτε δεν το αποκήρυξε. Και ούτε η αντικειμενική κατάσταση στο τρίγωνο Ελλάδα-Κύπρος-Τουρκία ως προς το θέμα των απειλών και κινδύνων μετεβλήθη από τότε μέχρι σήμερα.
Τριμερείς και πολυμερείς συνεργασίες
Οι ελληνικές μνημονιακές και οι κυπριακές κυβερνήσεις έχουν συνάψει αρκετές συμφωνίες και έχουν προχωρήσει σε τριμερείς, τετραμερείς και πενταμερείς συνεργασίες, με συμμετοχή της Ελλάδας, της Κύπρου, του Ισραήλ και των συμμάχων του, τις οποίες “πούλησαν” στο εγχώριο κοινό ως σχήματα άμυνας κατά της Τουρκίας (κατά τη γνώμη μας συνιστούν σχήματα νεο-εξάρτησης και υποτέλειας της χώρας,αλλάαυτή είναι η δική μας γνώμη, όχι ασφαλώς αυτό που λένε οι κυβερνήσεις).
Γιατί εδώ, που η συμφωνία αφορά την ίδια την ασφάλεια της Ελλάδας, έχει παραλειφθεί η Κύπρος; Γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν συνήψε μια συμφωνία Ελλάδας-Κύπρου-Γαλλίας, αλλά μια διμερή συμφωνία;
Εμείς συμφωνούμε ότι η εγγύηση αμυντικής συνδρομής προς την Ελλάδα, συνιστά αφ’ εαυτής και κατ’ αρχήν ισχυρό στοιχείο αποτροπής μιας τουρκικής επίθεσης και προστασίας της χώρας.
Αν όμως κατασκευάζεις ένα φρούριο για να αμυνθείς, με όχι ασήμαντο μάλιστα κόστος, κινδύνους και πιθανές παρενέργειες, τότε πρέπει να το οχυρώσεις από όλες τις πλευρές.
Δεν χτίζεις ένα κάστρο υψώνοντας τους τρεις από τους τέσσερις τοίχους που χρειάζεται για να σε προστατεύσει κι αφήνεις την τέταρτη πλευρά ανοχύρωτη! Με κίνδυνο μάλιστα, εκ των πραγμάτων, να δώσεις ιδέες στους πειρατές που τόσο λες ότι φοβάσαι μήπως επιτεθούν.
Μήπως θα έπρεπε οι κ.κ. Μητσοτάκης, Δένδιας και Παναγιωτόπουλος και οι διπλωματικοί και στρατιωτικοί τους σύμβουλοι να μας εξηγήσουν τι ακριβώς και γιατί το κάνουν; Εμείς δεν θέλουμε να αποδώσουμε προθέσεις, ούτε να επικαλεστούμε τις εξαιρετικά αρνητικές (για να μη χρησιμοποιήσουμε βαρύτερους χαρακτηρισμούς) επιδόσεις του παρελθόντος της ελληνικής πολιτικής τάξης και των στρατιωτικών όταν κυβερνούσαν, για λογαριασμό της CIA, την Ελλάδα. Αλλά θέτουμε το ερώτημα: Αν θεωρούν πιθανό, έστω και λίγο, το ενδεχόμενο επίθεσης της Τουρκίας κατά της Ελλάδας (και το θεωρούν, αλλιώς γιατί υπογράφουν τη συμφωνία;) τότε γιατί άφησαν ακάλυπτο ένα πιθανότατο σημείο που μπορεί να εκδηλωθεί μια τέτοια επίθεση, αλλά και το πιο αδύνατο από όλα τα σημεία του ελληνοτουρκικού μετώπου που αντικειμενικά και ανεξάρτητα από το ποια ακριβώς βλακεία μπορεί να έχει κανείς στο μυαλό του, ή από τις επιθυμίες του, εκτείνεται από τον Έβρο έως την Αμμόχωστο;
Πέρυσι διεκδικούσαμε όλη την Ανατολική Μεσόγειο, φέτος ξεχνάμε την Κύπρο
Θυμίζουμε ότι πέρυσι, διεκδικώντας μια ΑΟΖ μέχρι τον Άρη, που δεν θα απέδιδε κανένα διεθνές διαιτητικό όργανο ή δικαστήριο στην Ελλάδα (και δεν της απέδωσε ούτε καν ο ίδιος ο κ. Δένδιας στην συμφωνία με την Αίγυπτο!), διεκδικώντας και κοιτάσματα που είναι αμφίβολο αν υπάρχουν καν, η Αθήνα έκρινε ότι πρέπει να διακινδυνεύσει ακόμα και μια πολεμική αναμέτρηση που θα ήταν καταστροφική και για την Ελλάδα και για την Τουρκία. (Στη συνέχεια βέβαια, ευρισκόμενη ενώπιον της πραγματικότητας, άλλαξε γνώμη).
Ενεργήσαμε έτσι για την ΑΟΖ και τους υδρογονάνθρακες της Μεσογείου, αλλά τώρα δεν μας ενδιαφέρει να υπερασπίσουμε το έδαφος και τον ελληνικό πληθυσμό της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάνοντας στην περίπτωση της ελληνογαλλικής συμφωνίας, αυτό που ήδη κάναμε στην περίπτωση της ελληνο-κυπρο-ισραηλινής συμφωνίας;
Υ.Γ.: Αλήθεια τι πιστεύουν για όλα αυτά τα κόμματα της αντιπολίτευσης; Τι πιστεύει και η “φυλή” των νεο-εθνικοφρόνων, νεο-πατριωτών που τόση φασαρία κάνει τα τελευταία χρόνια και υποτίθεται ότι δεν σηκώνει ούτε μύγα στο σπαθί της; Κάτι πολύ παράξενο γίνεται εδώ.