Ξεπεράσαμε και τον εαυτό μας, ξεπεράσαμε ακόμα και τις χειρότερες παραδόσεις της ιστορίας μας.
Είμαστε η μοναδική χώρα του ΝΑΤΟ όπου ο Αμερικανός πρέσβης έχει αποκτήσει, εδώ και μερικά χρόνια, τη συνήθεια να πηγαίνει κάθε τόσο στο υπουργείο Άμυνας, να συναντάει όποιον θέλει και να κάνει διαλέξεις στους Έλληνες αξιωματικούς, χωρίς καν την παρουσία της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, όπως επιβάλλει το πρωτόκολλο και οι πιο στοιχειώδεις κανόνες εθνικού αυτοσεβασμού και εθνικής ασφάλειας. Ο κ. Πάιατ έχει επισκεφθεί το Πεντάγωνο απείρως περισσότερο χρόνο, και από τον νυν και από τον προηγούμενο πρωθυπουργό.
Θυμίζουμε ότι την τελευταία φορά που οι Αμερικανοί ασκούσαν τέτοιο έλεγχο στο ελληνικό κράτος και τις υπηρεσίες του ήταν στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας που επέβαλαν οι ίδιοι στην Αθήνα προκειμένου να “λύσουν”, όπως και “έλυσαν” τελικά, το Κυπριακό.
Ας ελπίσουμε, στο τέλος αυτής της διαδικασίας, να μη λυθεί, όχι το “κυπριακό πρόβλημα”, αυτή τη φορά, αλλά το “ελληνικό πρόβλημα”.
Εμείς δεν είμαστε υπέρ του να σηκώσουμε κάποιο (άνευ μείζονος λόγου) μπαϊράκι κατά των ΗΠΑ. Αντιλαμβανόμαστε ότι, λόγοι ρεαλισμού, αν μη τι άλλο, επιβάλλουν στην Αθήνα τη διατήρηση καλών και πάντως υποφερτών σχέσεων με την Ουάσιγκτον, σε μια βάση όμως εξυπηρέτησης και όχι καταβαράθρωσης των εθνικών συμφερόντων του ελληνικού λαού.
Αλλά μόνο αυτό δεν γίνεται. Το στρατηγικό δόγμα που ακολουθεί η Αθήνα προς τη Δύση σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς, και στην οικονομία και στη γεωπολιτική, μπορεί να συνοψισθεί ως εξής: “Πάρτα όλα και μη δίνεις τίποτα”.
(Όποιος παρακολούθησε τις αντιδράσεις της ελληνικής ελίτ στα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου στην Ουάσιγκτον, διαπίστωσε την έκδηλη ανησυχία της. Τις ΗΠΑ και όχι την Ελλάδα νοιώθει κατά βάθος ως πατρίδα της).
Και το πιο φοβερό; Ουδείς σχεδόν λέει τίποτα, ουδείς σχεδόν διαμαρτύρεται και όσοι το κάνουν, το κάνουν συνήθως με τρόπους μη αποτελεσματικούς. Μοιάζει να έχουμε αποδεχτεί ότι είμαστε ένα τίποτα, ότι δεν αξίζουμε τίποτα και ότι δεν έχει καν νόημα να ζητήσουμε τίποτα.
Βάλτε και άλλες βάσεις!
Αλλά βέβαια η κατηφόρα δεν έχει πάτο. Τώρα ετοιμαζόμαστε να ολοκληρώσουμε την εκχώρηση περίπου όλης της χώρας και των ενόπλων της δυνάμεων στις Ηνωμένες Πολιτείες και όχι μόνο δεν ζητάμε “ανταλλάγματα” (που στην πραγματικότητα άλλωστε δεν μπορούν να υπάρξουν για τέτοιου είδους παραχωρήσεις, εξ υπαρχής και εξ ορισμού απαράδεκτες για οποιαδήποτε χώρα σέβεται στοιχειωδώς τον εαυτό της), αλλά και επιμένουμε εμείς να φτιάξουν περισσότερες βάσεις!
Και επειδή δεν μας λείπει η εφευρετικότητα, οι όλο και πιο ακραίες μορφές της υποτέλειας και της δουλοφροσύνης που διακρίνει τους αρμοδίους, τους οδηγεί στην άποψη ότι όσες περισσότερες βάσεις δίνουμε στους Αμερικανούς, τόσο πιο απίθανη είναι μια τουρκική επίθεση.
Να υπενθυμίσουμε πάλι στο σημείο αυτό ότι τίποτα στην ιστορική εμπειρία δεν επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο:
- Οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο δεν εμπόδισαν την τουρκική εισβολή
- Σε όλες τις κρίσιμες στιγμές των Ελληνοτουρκικών, οι Αμερικανοί επενέβησαν εναντίον μας και όχι υπέρ μας, με κορυφαία στιγμή το 1974, όταν έδρασαν για να ματαιώσουν, όπως και ματαίωσαν, κάθε πρωτοβουλία αντίστασης στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Οι αμερικανικές βάσεις μπορούν να υπονομεύσουν την ελληνική άμυνα και αυτός είναι ο λόγος που ως πρωθυπουργός ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1987 αποφάσισε την αναστολή λειτουργίας της βάσης στη Νέα Μάκρη εν μέσω ελληνοτουρκικής κρίσης για το “Σισμίκ”.
Μείζον πλήγμα για τη χώρα και κίνδυνος για την ασφάλειά της
Υπάρχουν και άλλες πολύ σημαντικές πτυχές στην υπόθεση αυτή:
1. Το να γίνουμε “χώρα πρώτης γραμμής” απέναντι στον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο και τη Ρωσία, δεν σημαίνει αναβάθμιση της χώρας, όπως μας λένε. Σημαίνει ότι κινδυνεύει να έχει την ίδια τύχη με αυτή που έχουν οι φαντάροι που στέλνονται στην πρώτη γραμμή και κατά κανόνα σκοτώνονται. Ή, κατά τη φόρμουλα Τσώρτσιλ, “θα πολεμήσουμε κατά των Γερμανών, μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματος των Ινδών”.
2. Αποδίδουμε το μεγάλο χαρτί του ελέγχου μιας πολύ κρίσιμης γεωπολιτικά και στρατηγικά περιοχής του κόσμου σε τρίτες δυνάμεις, χάνουμε δηλαδή ένα από τα σημαντικότερα ατού όταν θα έρθει αναπόφευκτα, σύντομα ή αργότερα. η ανάγκη να ξαναδιαπραγματευθούμε το χρέος μας, τις παραμένουσες μνημονιακές υποχρεώσεις, δηλαδή το καθεστώς της χώρας ως “αποικίας χρέους” και το όλο μέλλον της.
3. Δεν γνωρίζουμε πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις ΗΠΑ, Ισραήλ και Τουρκίας. Εθνική Άμυνα σημαίνει να προετοιμάζεσαι για όλα τα ενδεχόμενα, πόσο μάλλον σε μια τόσο ασταθή περίοδο. Αύριο οι ΗΠΑ μπορούν να τα φτιάξουν με την Τουρκία και να χρησιμοποιήσουν την πάντα δεδομένη Ελλάδα για να διαπραγματευθούν με την Άγκυρα, προσφέροντάς της ελληνικές παραχωρήσεις. Ή μπορεί, οι δυνάμεις που θα κυβερνούν τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, να εκτιμήσουν ότι τις συμφέρει μια ελληνοτουρκική σύγκρουση. Με τις παραχωρήσεις που κάνουμε, χάνουμε κάθε στρατηγική και αμυντική αυτονομία, όπως και κάθε σεβασμό εκ μέρους των ίδιων των “συμμάχων” και “εταίρων” μας (χαρακτηριστική επ’ αυτού η φράση του πρώην Αμερικανού ακολούθου, σύμφωνα με τον οποίο “οι ζητιάνοι” δεν μπορούν να έχουν λόγο για τους εξοπλισμούς τους.
4. Εγείρεται μείζον θέμα εθνικής ασφαλείας με τον τρόπο που όλος ο κόσμος, Αμερικανοί, Ισραηλινοί, ακόμα και τα Εμιράτα μπαινοβγαίνουν σε όλες τις ελληνικές αμυντικές εγκαταστάσεις, μας μαθαίνουν και μας καταγράφουν. Πώς θα χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες αυτές σε μελλοντική και μη προβλέψιμη σήμερα στιγμή και συνθήκες; Ενημερώνουμε την κυβέρνηση, που μάλλον δεν διαβάζει ούτε ξένες εφημερίδες, ότι και η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα, διαπραγματεύονται τώρα με την Άγκυρα. Όσο για το Ισραήλ συνεργάστηκε πρόσφατα με την Τουρκία για να συντρίψει τους Αρμένιους του Ναγκόρνο Καραμπάχ, διατηρεί πάντα τις σχέσεις του και τη συνεργασία του σε επίπεδο μυστικών υπηρεσιών με την Τουρκία και δήλωσε επισήμως ότι δεν θα παρέμβει στρατιωτικά όταν ξέσπασε η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο με το τουρκολιβυκό μνημόνιο και τον EastMed. Εξάλλου και ο νυν και ο προηγούμενος υπουργός Άμυνας της Ελλάδας έχουν δηλώσει ότι θα είμαστε μόνοι μας σε περίπτωση σύγκρουσης με την Τουρκία, αφήνοντάς μας με την απορία γιατί κάνουμε τόσες παραχωρήσεις. Για να μείνουμε μόνοι μας;
5. H εγκατάσταση των αμερικανικών βάσεων στην καρδιά όλης της ελληνικής άμυνας και η μετατροπή όλης της χώρας σε γιγαντιαία στρατιωτική βάση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους και η κατάργηση κάθε δυνατότητας ελέγχου τους από το ελληνικό κράτος προκαλεί βαρύτατη ζημιά τόσο στις διεθνείς σχέσεις και τη διεθνή εικόνα της χώρας σε όλη την ανθρωπότητα, πλην της (υποχωρούσας και εν κρίσει τελούσας) Δύσης, η οποία άλλωστε δεν μας εκτιμά και δεν μας λογαριάζει περισσότερο, μας θεωρεί δεδομένους και μας περιφρονεί στην πραγματικότητα.
6. Η εγκατάσταση βάσεων στη Βόρειο Ελλάδα αυξάνει τον κίνδυνο εξαΰλωσης του ελληνικού λαού σε περίπτωση τακτικής, περιορισμένης πυρηνικής σύγκρουσης, για λόγους που αξίζει να γίνουν αντικείμενο ξεχωριστού άρθρου.
Σημειωτέον ότι αφήσαμε κατά μέρος την πολύ σημαντική επιβάρυνση στο φυσικό περιβάλλον από τις αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις.