Άθλιες συνθήκες διαβίωσης, εκθετική αύξηση των παραβιάσεων θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εντεινόμενες πολιτικές κασταστολής και απομόνωσης καλούνται να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες που κρατούνται στις φυλακές της Τουρκίας, σύμφωνα με ολοένα αυξανόμενες μαρτυρίες προσώπων που αποκαλύπτουν την πραγματικότητα στα «σωφρονιστικά» καταστήματα της χώρας.
«Θέλουν να σαπίσουμε μέσα μας» υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, μιλώντας στο Jin News η πρόσφατα αποφυλακισθείσα Σεβίλ Καρασλάν (Sevil Karaaslan), η οποία παρέμεινε στη γυναικεία πτέρυγα της φυλακή Σακράν στη Σμύρνη για πέντε χρόνια και επτά μήνες κατηγορούμενη για «συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση».
Όπως ανέφερε η ίδια, οι πρόσφατοι νόμοι που ψηφίστηκαν στη χώρα έχουν οδηγήσει σε όξυνση της επιθετικής συμπεριφοράς των δεσμοφυλάκων και των παραβιάσεων δικαιωμάτων. «Η γενική στάση των φρουρών, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και άνδρες, ήταν εχθρική και επιθετική. Έκαναν προσβλητικές χειρονομίες» αφηγήθηκε η Σεβίλ, κάνοντας παράλληλα λόγο για γενικευμένες πρακτικές με σκοπό την παρεμπόδιση του διαλόγου, καθώς και για άκριτο διαχωρισμό των κρατουμένων μεταξύ τους.
«Έψαξαν όλα τα αντικείμενά μας, πήραν στα χέρια τους ακόμη και τα εσώρουχά μας και τα έψαχναν κομμάτι-κομμάτι. Ήταν ταπεινωτικό. Είναι μια επίθεση στην ταυτότητά μας τόσο ως πολιτικών κρατουμένων όσο και ως γυναικών».
Η Σεβίλ χαρακτήρισε την αντιμετώπιση των αρρώστων κρατουμένων ως ένα από τα πλέον σημαντικά ζητήματα στη φυλακή, κάνοντας λόγο για εκατοντάδες ασθενείς σε κρίσιμη κατάσταση, οι οποίοι δεν λαμβάνουν επαρκή ιατρική περίθαλψη και παρά τις ιατρικές γνωματεύσεις στις οποίες επισημαίνεται ρητά ότι «δεν μπορούν να βρίσκονται στη φυλακή για λόγους υγείας», οι αρχές αρνούνται κατηγορηματικά την απελευθέρωσή τους.
Μιλώντας για τη Fatma Özbay, μια καρκινοπαθή η οποία κρατείται επίσης στο Σακράν, η Σεβίλ σημείωσε ότι παρά την κατάστασή της παρέμεινε σε ένα περιβάλλον με πολύ κόσμο, ενώ η φαρμακοθεραπεία που δικαιούται άργησε να της παρασχεθεί από τη φυλακή, χωρίς στο μεταξύ να λαμβάνει υποκατάστατα. «Υπάρχουν άτομα με ρευματισμούς, διάφορες χρόνιες παθήσεις αποκτώνται επίσης υπό καθεστώς φυλάκισης. Ακόμη κι αν καταφέρουν να πάνε στο νοσοκομείο, η θεραπεία δεν είναι αρκετή. Έχουμε φίλους που είναι 28 χρόνια φυλακισμένοι. Υπάρχουν και καρδιακά προβλήματα. Οι συνθήκες της φυλακής τα κάνουν όλα ακόμη χειρότερα. Πρέπει να μην υπάρχει άγχος, αλλά εμείς βιώνουμε άγχος καθημερινά, είναι δύσκολο ακόμη και το να φας και να πιεις».
«Κάποια στιγμή επιτέλους βάφτηκαν οι πτέρυγές μας. Ζωγραφίσαμε και καθαρίσαμε μόνες μας κάποια σημεία του θαλάμου μας. Άλλωστε ήταν ο χώρος που περνούσαμε τη ζωή μας. Ένα μήνα αργότερα μας έβγαλαν από αυτόν τον θάλαμο. Μας έβαλαν σε έναν χειρότερο, πιο βρώμικο θάλαμο όπου έμεναν τρία άτομα και κοιμόντουσαν στο πάτωμα. Ο νεροχύτης και η βρύση ήταν σπασμένοι και οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με σεξιστικές βωμολοχίες.
Ο απέναντι θάλαμος ήταν ο θάλαμος καραντίνας, όπου έμεναν μαζί πάνω από 30 άτομα. Οι τοίχοι ήταν γραμμένοι με περιττώματα. Η μόνη άθικτη γωνία του θαλάμου ήταν το σύστημα παρακολούθησης. Μπορούσαν να μας δουν να βγαίνουμε από τον θάλαμο, να αγκαλιάζουμε τις οικογένειές μας ή ακόμα και τις προσωπικές μας στιγμές. Η προοπτική να τα βλέπουν όλα αυτά στην οθόνη είναι ανησυχητική».
Την ίδια ώρα, στο Σακράν υπάρχουν, σύμφωνα με τη Σεβίλ, δύο θάλαμοι καραντίνας, η παραμονή στους οποίους μπορεί να διαρκέσει έως και ένα μήνα για «τις νέες αφίξεις» ή για τα άτομα που βγαίνουν εκτός φυλακής για να μεταβούν στο νοσοκομείο, διπλάσιο διάστημα από το προβλεπόμενο.
Σημειώνεται ότι οι φυλακές είναι χτισμένες έξω από τις πόλεις και, όπως υπογράμμισε η Σεβίλ, η δυσκολία επαφής των κρατουμένων με τις οικογένειές τους λόγω απόστασης, συνιστά επίσης μια πολύ επιτυχημένη μέθοδο απομόνωσης, η οποία μάλιστα εντάθηκε με πρόσχημα την υγειονομική κρίση. «Υπάρχει μια κατάσταση που κόβει την επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Δεν παρέχονται περιοδικά. Μόνο αν έχουμε χρήματα μπορούμε να αγοράσουμε κάτι από την καντίνα της φυλακής. Η δημιουργικότητά μας παρεμποδίζεται, δεν παρέχονται παζλ, βιβλία, είδη ζωγραφικής» σημείωσε, συμπληρώνοντας πως αυτό γίνεται στο πλαίσιο σκόπιμων πρακτικών κατά των πολιτικών κρατουμένων σε ό,τι αφορά στην ανάγνωση και την έρευνα.
«Λένε ότι πρέπει ένα άτομο να προετοιμαστεί για την επανένταξή του στην κοινωνία, αλλά τους εμποδίζουν να διαβάσουν. Ένα βιβλίο εκτός φυλακής δεν μπορεί να έρθει σε λιγότερο από δύο μήνες, αν έρθει δεν δίνεται. Επιστρέφεται στον επισκέπτη μέσω ταχυδρομείου ή παραδίδεται μετά το δίμηνο. Δεν έχουμε αντιληφθεί τη λογική. Οι άνθρωποι που διαβάζουν ένα βιβλίο, ενδεχομένως θέλουν να διαβάσουν ένα ακόμη μέσα στους δύο μήνες». Παράλληλα, η παραλαβή υλικού στα κουρδικά έχει διακοπεί για τρία χρόνια με το πρόσχημα «έλλειψης Κούρδου μεταφραστή», παρά το γεγονός ότι ο κουρδικός πληθυσμός στη Σμύρνη, όπου βρίσκεται η φυλακή είναι ιδιαίτερα αυξημένος.
«Προσπαθούν να σκοτώσουν ανθρώπους, ίσως όχι σωματικά, αλλά πνευματικά, για να τους κάνουν απελπισμένους, χωρίς βούληση» κατέληξε η Σεβίλ.