Οι αρχές της Ιταλίας εξέδωσαν διαταγή απαγόρευσης μετακίνησης και συμμετοχής σε εκδηλώσεις στον εκπρόσωπο των απεργών στο λιμάνι της Τεργέστης, Στέφανο Πούτσερ. Ο λόγος ήταν η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων στην πόλη έπειτα από τη διαδήλωση συμπαράστασης στον αγώνα τους, που είχε απαγορευθεί από τις αρχές. Ο Πούτσερ αντιμετωπίστηκε ως εγκληματίας ή χούλιγκαν (μιας και η διαταγή Despo αρχικά είχε νομοθετηθεί για τους υπότροπους σε ποδοσφαιρικά ή αθλητικά επεισόδια).
Η “μονταζιέρα” που θέλει να συνδέσει με το ζόρι τους απεργούς λιμενεργάτες στην Τεργέστη με τους αντιεμβολιαστές, εστιάζοντας μόνο στο αίτημά τους να μην εφαρμοσθεί υποχρεωτικά η επίδειξη “πιστοποιητικού εμβολιασμού” (Green Pass) στους χώρους εργασίας, έχει κλιμακώσει ασύστολα τις διαστρεβλώσεις και τις παραποιημένες ειδήσεις μπροστά στην ακατάβλητη και αταλάντευτη αποφασιστικότητα των απεργών και των αλληλέγγυών τους.
Σχεδόν όλος ο συστημικός Τύπος από την αρχή της εβδομάδας άρχισε να ωρύεται για την αύξηση των κρουσμάτων στην Τεργέστη μετά τη μεγαλειώδη διαδήλωση στους δρόμους της από πλήθος κόσμου που πρόστρεξε από πολλές άλλες περιοχές της Ιταλίας για να συμπαρασταθεί στον αγώνα των απεργών. Απομονώνοντας τις εικόνες και την προβολή του τμήματος των αντιεμβολιαστών που είχαν εμφιλοχωρήσει μέσα στους διαδηλωτές, όλα τα επίσημα μέσα ενημέρωσης μεγιστοποίησαν την έξαρση των κρουσμάτων (μολονότι η αύξηση είναι ραγδαία σε όλη τη χώρα, όπου φυσικά δεν οργανώνονται διαδηλώσεις), επιμένοντας ότι στην Τεργέστη η άνοδος ήταν “εκθετική” παρά το γεγονός ότι μόνον 93 από τα νέα καταγεγραμμένα κρούσματα είχαν συμμετάσχει στη διαδήλωση.
Το γεγονός ότι η άνοδος των κρουσμάτων είναι συνεχόμενη εδώ και δύο εβδομάδες, με αποτέλεσμα πολλές περιοχές (όπως η Σικελία) να επιτάσσουν υποχρεωτικά rapid τεστ σε όλους τους ταξιδιώτες που εισέρχονται σε αυτές, δεν υπογραμμίζεται και/ή αποσιωπάται τεχνηέντως από τα μέσα ενημέρωσης και τις συναφείς, σχεδόν διατεταγμένες αναλύσεις τους. Αναλύσεις που δεν ταυτίζουν την αύξηση των κρουσμάτων ούτε με την αύξηση των μετακινήσεων και των αφίξεων τουριστών, λόγω και του καλού καιρού. Και που ταυτόχρονα ξεχνούν να συνδυάσουν άλλες παραμέτρους, όπως το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που οι απεργοί διαδήλωναν στην Τεργέστη, έξω από το Τορίνο οργανωνόταν ένα ρέιβ πάρτι με 6.000 ανθρώπους, που έφθαναν μάλιστα κι από την υπόλοιπη Ευρώπη, χωρίς ελέγχους.
Λίγες ήταν οι εχέφρονες φωνές που επισήμαναν πως είναι άκρως αντιεπιστημονικό και τελείως αυθαίρετο το να συσχετίζεις την άνοδο των κρουσμάτων μόνο με τη διαδήλωση τη στιγμή που ενώ αυξάνεται ο ρυθμός διάδοσης του ιού, τα κρούσματα και οι θάνατοι, σε όλη τη χώρα γίνονταν εκδηλώσεις (αθλητικές, τουριστικές, ρέιβ πάρτι) την ίδια εποχή με τη διαδήλωση των απεργών. Παράλληλα ο καλός καιρός έβγαλε τον πληθυσμό στις παραλίες της περιοχής, ενώ τις αμέσως προηγούμενες ημέρες η Τεργέστη γιόρταζε ΜΑΖΙΚΑ την τοπική γιορτή της Μπαρκολάνα. Κανείς δεν ανέφερε ότι η εκθετική αύξηση δεν αφορά μόνο την Τεργέστη, αλλά και τη Βενετία και το Φριούλι, όπου κι εκεί τα κρούσματα τριπλασιάσθηκαν, χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί καμία, μα καμία, διαδήλωση.
Βέβαια όλον αυτόν τον καιρό κανένα ιταλικό μέσο ενημέρωσης δεν πρόβαλε πλήρως τα αιτήματα των απεργών στο λιμάνι της Τεργέστης, πέρα από την άρνησή (;) τους να δεχθούν την υποχρεωτικότητα στο Green Pass. Που και αυτό είναι μισή αλήθεια. Γιατί οι απεργοί διεκδικούν όχι να μην γίνουν εμβολιασμοί, αλλά να μην επιστρατευθεί η άρνηση -ελεύθερη βούληση κάποιων εργαζομένων να εμβολιασθούν ως αφορμή για να γίνουν διακρίσεις ή να νομιμοποιηθούν μαζικές απολύσεις κι απλώς να δημιουργηθούν διαφορετικά τμήματα και βάρδιες, να γίνονται δωρεάν rapid τεστ και να ληφθούν επιπλέον μέτρα ασφαλείας (μέσα και έξω-πχ συγκοινωνίες, πρωτοβάθμια περίθαλψη-από τον χώρο εργασίας).
Κανένα από τα μέσα ενημέρωσης στη χώρα δεν προέβαλε τη θριαμβευτική νίκη των αντίστοιχων λιμενεργατών στη Γένοβα, που πέτυχαν να έχουν δωρεάν τεστ και να ληφθούν άλλα προληπτικά μέτρα στους χώρους εργασίας και σε όλα τα σημεία του σημαντικού αυτού κόμβου. Μήπως η αυτή διαφορετική προβολή και αντιμετώπιση έχει να κάνει με το μέγεθος και τη σημασία που έχει για την Ιταλία η Γένοβα σε σχέση με την Τεργέστη; Ή το γεγονός ότι η Τεργέστη βρίσκεται στο στόχαστρο των Κινέζων και των Γερμανών επενδυτών, που φυσικά επιδιώκουν αλλαγές στο εργασιακό καθεστώς-κάτι που το είδαμε να ισχύει άρδην και στη δική μας εμπειρία της Cosco στο Πέραμα και τον Πειραιά;
Η επίθεση και το πυρ ομαδόν κατά των απεργών στην Τεργέστη δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα προπέτασμα καπνού για τη συντονισμένη επίθεση κατά του εργατικού κινήματος. Μια επίθεση που γίνεται φανερή την ώρα που τα στοιχεία της Istat για την εργασία καταδεικνύουν πως η αναιμική αύξηση των θέσεων απασχόλησης αφορά κατά κόρον τις θέσεις ορισμένου χρόνου ή τις ευέλικτες μορφές. Την ίδια ώρα τα εργατοδικεία δικαιώνουν τις πολυεθνικές, όπως η Whirlpool, για το κλείσιμο των εργοστασίων τους, τις μαζικές απολύσεις και την αλλαγή έδρας στο εξωτερικό, ενώ με “μαγικό” τρόπο μειώνονται οι μισθοί στην Ιταλία, το κατώτατο εγγυημένο εισόδημα γίνεται πιο δύσκολα αποκτητό γιατί δήθεν δημιουργεί “τεμπέληδες” που προτιμούν “τα καφενεία από τη δουλειά”.
Κι ας είναι αμέτρητα κι αμείλικτα τα στοιχεία που φανερώνουν τη στυγνή εκμετάλλευση των εργαζομένων, με μισθούς πείνας, συμβόλαια που δεν τηρούνται και μαθητευόμενους “μαϊμού”, με τον αγροτικό τομέα να πρωτοστατεί στο “στίψιμο” και τον εκβιασμό των αγροτών. Και τη στιγμή που η δυσθεώρητη αύξηση των τιμών σε προϊόντα κι υπηρεσίες, που οφείλεται στην κερδοσκοπική λειτουργία της αγοράς συχνά αποδίδεται στα προβλήματα και την έλλειψη προσωπικού στις διεθνείς και τοπικές μεταφορές, όταν οι εργαζόμενοι στον κλάδο τούτο καταγγέλλουν τις πενιχρές ωριαίες απολαβές για εξαντλητικά ωράρια, που τους απομακρύνουν από το επάγγελμα.
Η διαταγή απαγόρευσης ad personam κατά του Πούτσερ θεμελιώνει ένα επικίνδυνο νομικό προηγούμενο, που ενδέχεται να νομιμοποιήσει κάθε είδους δίωξη εναντίον όποιου οργανώνει διαδηλώσεις ή αντιδρά σε κάποιο κυβερνητικό μέτρο. Ανοίγει έναν επικίνδυνο κύκλο “κράτους εξαίρεσης” à la Καρλ Σμιτ, όπου ο ακραίος βολονταρισμός της κρατικής εξουσίας (ως εκφραστή των οικονομικών συμφερόντων και των υπερεθνικών εκτελεστικών οργάνων-βλέπε ΕΕ) μπορεί να διαστείλει την εφαρμογή του δικαίου και των νόμων στο έπακρο, εμφορούμενο από την αρχή της εφαρμογής του δικαίου του πιο δυνατού, καθώς το Κράτος και η νομοθετική εξουσία δεν είναι, όπως στην Κελσιανή συνταγματική παράδοση , σύμφυτα. Όπως για τον Σμιτ, που απέρριπτε συλλήβδην το κράτος δικαίου, “η εξουσία αποδεικνύει πως δεν έχει την ανάγκη του δικαίου για να παράξει δίκαιο”, έτσι η συμμαχία ιταλικής κυβέρνησης-εργοδοσίας, που θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον πολυμέτωπο αγώνα των συνδικάτων και της κοινωνίας ενάντια στον ετεροβαρή για τους εργαζομένους προϋπολογισμό, (με τις μεγάλες μειώσεις στους φόρους και τις εισφορές για την εργοδοσία, την αύξηση των συντάξιμων ορίων, την ελαχιστοποίηση του εγγυημένου εισοδήματος κλπ), ετοιμάζεται να επεκτείνει την “αυτονομία” της μέσω του κλιμακούμενου κράτους εξαίρεσης-όπως έχει καταγγείλει κι ο Τζόρτζο Άνγκαμπεν-που μέσα από την πλάνη του salus generalis γίνεται πιο ακατάληπτα ευκολοχώνευτο από το μεγάλο πλήθος. Σε ένα τέτοιο κράτος εξαίρεσης ο “νόμος” δεν είναι “νομή” δικαιωμάτων, αλλά lex, “δεσμά”. Δεσμά αδαμάντινα που κρατούν δέσμια την κοινωνία στην αυτονομία-αυθαιρεσία του κράτους που νομοθετεί και επιβάλλει τη δική του νομοθεσία στους δικαστές: με τον λαό να βρίσκεται στη θέση του θύματος όπως στο ποίημα Die Ausnahme und die Regel (“Η εξαίρεση κι ο κανόνας”) του Μπρεχτ.
“Μετά τους ληστές/έρχονται οι δικαστές./Εάν πεθαίνει ένας αθώος, οι δικαστές/συναγμένοι γύρω του τον καταδικάζουν” (…)οι αποφάσεις του δικαστηρίου/ πέφτουνε σάμπως οι σκιές της αγέλης (…)κι ο κλέφτης/κρύβει τη λεία του, τυλιγμένη/ σ’ ένα χαρτί που απαγγέλλει νόμους”.
H εκλογή Τραμπ αναγκάζει τους «27» να επισπεύσουν τις κινήσεις αφύπνισης από τον «δογματικό ύπνο» της πλήρους υποταγής της οικονομίας τους στις αμερικανικές στρατηγικές πρωτοβουλίες.
13.
11.
24