Συντονισμένη απελευθέρωση στρατηγικών πετρελαϊκών αποθεμάτων τους εξετάζουν οι ΗΠΑ και άλλες μεγάλες οικονομίες της υφηλίου με στόχο την αποκλιμάκωση των τιμών. Σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters, η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε τις τελευταίες εβδομάδες συζητήσεις με κάποιες από τις μεγαλύτερες καταναλώτριες χώρες πετρελαίου του κόσμου για το ενδεχόμενο μιας από κοινού απελευθέρωσης τμήματος των στρατηγικών αποθεμάτων στην αγορά.
Μεταξύ άλλων η Ουάσιγκτον φέρεται να μετέφερε το αίτημά της -και να το συζήτησε- στις συμμάχους της Ιαπωνία, Ινδία, Νότια Κορέα, αλλά και την Κίνα. Η κρατική αρχή διαχείρισης των εθνικών πετρελαϊκών αποθεμάτων της Κίνας δεν επιβεβαίωσε χθες το αίτημα των Αμερικανών, διεμήνυσε ωστόσο ότι επεξεργάζεται ένα σχέδιο απελευθέρωσης αποθεμάτων.
Η είδηση έπεσε πάντως σαν κεραυνός εν αιθρία χθες το πρωί στις αγορές προθεσμιακών συμβολαίων αργού, οδηγώντας τις τιμές 4% χαμηλότερα, στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 6 εβδομάδων. Η τιμή του μπρεντ υποχώρησε σχεδόν δυο δολάρια χαμηλότερα στα 79,29 δολάρια ανά βαρέλι πριν ανακάμψει στη συνέχεια και περάσει μάλιστα σε θετικό έδαφος. Στα τέλη του προηγούμενου μήνα η τιμή του μπρεντ είχε ξεπεράσει τα 85 δολάρια ανά βαρέλι, σε υψηλό επταετίας.
Η απελευθέρωση στρατηγικών αποθεμάτων από τις ΗΠΑ σε συνδυασμό με αντίστοιχη κίνηση από άλλες χώρες θα μπορούσε να πλημμυρίσει τις αγορές ενέργειας με πετρέλαιο και να οδηγήσει σε ραγδαία πτώση τιμών. Στο παρελθόν η νύξη και μόνο ότι οι ΗΠΑ θα διοχέτευαν μέρος των στρατηγικών αποθεμάτων τους στην αγορά ήταν αρκετή για να βυθίσει την τιμή του πετρελαίου έως και δέκα δολάρια χαμηλότερα.
Τα στρατηγικά αποθέματα των ΗΠΑ ανέρχονται σήμερα στα 606 εκατ. βαρέλια, αρκετά για να καλύψουν την εσωτερική της ζήτηση για πάνω από ένα μήνα. Τα αμέσως μεγαλύτερα αποθέματα αργού έχουν η Κίνα και η Ιαπωνία, ενώ εξίσου υψηλά αποθέματα διαθέτει η Ινδία που είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εισαγωγέας και καταναλωτής πετρελαίου στον κόσμο. Συνολικά οι χώρες του ΟΟΣΑ διατηρούσαν στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου αποθέματα μεγαλύτερα του 1,5 δισεκατομμυρίου βαρελιών αργού πετρελαίου. Συντονισμένη απελευθέρωση αποθεμάτων από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της για να αντιμετωπιστεί άνοδος των τιμών έχει ξαναγίνει στο παρελθόν, με τελευταία το 2011 στη διάρκεια του πολέμου στη Λιβύη, η οποία είναι μέλος του ΟΠΕΚ.
Η κίνηση της Ουάσινγκτον αντικατοπτρίζει από μιαν άλλη θέαση και τη στενόχωρη θέση στην οποία βρίσκεται σήμερα η κυβέρνηση Μπάιντεν λόγω της μεγάλης ανόδου της τιμής της βενζίνης όπως και άλλων αγαθών. Η δημοτικότητα του Αμερικανού προέδρου βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από τις περσινές εκλογές και σε αυτό καθοριστικό ρόλο έχει ο πληθωρισμός, την άνοδο του οποίου έχουν κάνει σημαία τους οι Ρεπουμπλικανοί προσδοκώντας πολιτικά οφέλη και άνοδο στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022. Ο Μπάιντεν έχει όμως απέναντί του και το λόμπι των μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών. Διόλου τυχαία ζήτησε προχθές από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου να εμβαθύνει την έρευνα που έχει ξεκινήσει για παράνομη συμπεριφορά στην αγορά ενέργειας καθώς υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις για εκμετάλλευση και διατήρηση των τιμών των καυσίμων υψηλά από τις εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Από την άλλη πλευρά μεγάλο ερωτηματικό αποτελεί η στάση των Ευρωπαίων. Τα δημοσιεύματα δεν αναφέρουν αν η Ουάσιγκτον συζήτησε την πρόταση απελευθέρωσης στρατηγικών αποθεμάτων με Βρυξέλλες, Βερολίνο ή Λονδίνο. Συγκινούν άραγε οι ανησυχίες Μπάιντεν για την τιμή του πετρελαίου και τον πληθωρισμό τα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων ή αυτά παραμένουν πιστά στις «αλάνθαστες δυνάμεις της αγοράς» που οδηγούν τον τελευταίο καιρό σχεδόν καθημερινά τις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος σε αλλεπάλληλα ρεκόρ τρομοκρατώντας τους καταναλωτές;
Πηγές: The Hill, Axios