Σε ηλικία 101 ετών, πέθανε χθες στο Σακραμέντο της Καλιφόρνια ο Αμερικανός εικαστικός καλλιτέχνης Γουέιν Τιμπό.
«Ζωγράφος, καθηγητής τέχνης, παίκτης του τένις, εξαιρετικός αφηγητής αστείων, αγαπημένος σύζυγος, πατέρας θείος και φίλος, ο Γουέιν Τιμπό μάζεψε τα πινέλα του αναζητώντας νέα σκηνικά για να ζωγραφίσει, νέους καμβάδες για να κατακτήσει. Θα είναι πάντα ο αγαπημένος μας πατέρας. Αναπαύσου εν γλυκιά ειρήνη, μπαμπά. Εκατόν ένα εκπληκτικά χρόνια στον πλανήτη γη!» έγραψε στον λογαριασμό της στο facebook η κόρη του.
Ο Γουέιν Τιμπό ξεκίνησε τη ζωή του στη Μέσα της Αριζόνα το 1920 και μεγάλωσε στη νότια Καλιφόρνια. Είχε αγάπη για τα κινούμενα σχέδια και τα κόμικς από μικρός και ξεκίνησε την καριέρα του από έφηβος ακόμα ως εμπορικός καλλιτέχνης. Εργάστηκε ως ζωγράφος πινακίδων και μαθήτευσε ως animator για τα στούντιο Walt Disney πριν υπηρετήσει στην Πολεμική Αεροπορία των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά τον πόλεμο συνέχισε να εργάζεται ως εμπορικός καλλιτέχνης – σχεδιάζοντας αφίσες ταινιών, φτιάχνοντας κινούμενα σχέδια και εργαζόμενος στον χώρο της διαφήμισης.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 εγκατέλειψε την εμπορική τέχνη και τη διαφήμιση για να σπουδάσει καλές τέχνες στο πανεπιστήμιο του Σακραμέντο. Ενώ ήταν ακόμη στο μεταπτυχιακό επίπεδο, ξεκίνησε τη διδακτική του καριέρα, εργάστηκε ως καθηγητής τέχνης για οκτώ χρόνια στο Sacramento Junior College προτού ενταχθεί στη σχολή Davis του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια. Είχε μια μακρά και διακεκριμένη καριέρα ως δάσκαλος και αφού συνταξιοδοτήθηκε σε ηλικία εβδομήντα ετών, συνέχισε να παραδίδει μαθήματα ως επίτιμος καθηγητής.
Είχε αρχίσει να ζωγραφίζει τα έργα για τα οποία έγινε περισσότερο γνωστός στις αρχές της δεκαετίας του 1960, απεικονίζοντας κατ’ ουσίαν αμερικανικές, καθημερινές ζωές με έντονα χρώματα που περιελάμβαναν κέικ, πίτες, χοτ ντογκ και χάμπουργκερ, τσίχλες, γλειφιτζούρια και κουλοχέρηδες.
«Όταν ζωγράφισα αυτές τις καταραμένες πίτες, είπα στον εαυτό μου: Αυτό είναι γελοίο, είμαι αξιοσέβαστος ζωγράφος, δεν μπορώ να κάνω πίτες», θυμάται ο Thiebaud σε μια συνέντευξη του το 1985 στο San Jose Mercury News. Όμως η αισθησιακή ομορφιά των γλυκών αποδείχθηκε ακαταμάχητη. «Δεν μπορούσα να σταματήσω», είπε.
Ο Τιμπό υποστήριζε ότι δεν τον ενδιέφεραν, όπως τους καλλιτέχνες της ποπ-αρτ, η κοινωνική κριτική ή τα ειρωνικά αστεία. Ήθελε απλά να κάνει πίνακες που στρέφουν την προσοχή σε «πράγματα που έχουμε παραβλέψει… εκείνες τις ήσυχες γωνιές της ζωής», δήλωσε σε συνέντευξή του το 1986 στο Kansas City Star.
Δουλεύοντας με υπερτονισμένα χρώματα ο Τιμπό συχνά πρόβαλε τα αντικείμενά του σε χλωμό φόντο με τις καλά καθορισμένες σκιές που είναι χαρακτηριστικές των διαφημίσεων, ενώ χαρακτηριστικό των έργων του ήταν και η αύξηση της χρωματικής έντασης ώστε να επιτύχει ένα εφέ που έμοιαζε με φωτοστέφανο. Εκτός από τις νεκρές φύσεις του, ο ζωγράφισε επίσης πορτρέτα στο ίδιο στυλ, που απεικονίζουν φιγούρες σε ανοιχτόχρωμα, άδεια φόντα.
Με πληροφορίες από artlyst.com, Los Angeles Times