Ύστερα από την περίφημη συνέντευξη προ ολίγων ημερών, κατά την οποία ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της Τουρκίας κάλεσε τη δημοσιογράφο να δει «τη λάμψη στα μάτια του» για να καταλάβει το πώς πάει η τουρκική οικονομία, χτες, ο τσάρος της τουρκικής οικονομίας χτύπησε ξανά, ισχυριζόμενος ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών δεν ανήκει στο αμερικανικό κοινό, αλλά σε πέντε πλούσιες οικογένειες, προκαλώντας κριτική από οικονομολόγους.
Σε τηλεοπτική συνέντευξη στο ειδησεογραφικό κανάλι CNN Turk χθες, ο Νουρετίν Νεμπάτι –που διορίστηκε από τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις αρχές Δεκεμβρίου, μετά την «παραίτηση» του προκατόχου του– είπε στον δημοσιογράφο που συντόνιζε τη συζήτηση ότι «η κεντρική τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών δεν ανήκει στο κοινό• είναι στα χέρια πέντε οικογενειών».
Τα σχόλια του Νεμπάτι συντονίζονται με μια γνωστή θεωρία συνομωσίας, που υποστηρίζει ότι το κεντρικό τραπεζικό σύστημα της Αμερικής ανήκει κρυφά σε ιδιώτες ή επηρεάζεται από μια σειρά παλιών και καθιερωμένων τραπεζικών οικογενειών που είχαν παρουσία στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική για αιώνες.
Οι οικογένειες που αναφέρονται από τέτοιους θεωρητικούς περιλαμβάνουν τους Rothschild, Lehman Brothers, Lazard Brothers, Goldman Sachs, τους Warburgs, Kuhn και Loeb και άλλους, που κατά καιρούς κάνουν την εμφάνισή τους στη λίστα.
Τα σχόλια του Νεμπάτι επικρίθηκαν και καταδικάστηκαν από πολλούς σε όλο τον κόσμο. Ο Τίμοθι Ας, οικονομολόγος και υπεύθυνος στρατηγικής αναδυόμενων αγορών στην BlueBay Asset Management με έδρα το Λονδίνο, δήλωσε στο Twitter ότι «Αυτό είναι τρελό και ντροπιαστικό για την Τουρκία. Η Τουρκία χρειάζεται επαγγελματίες σε βασικές θέσεις». Ρώτησε επίσης, «Πώς μπορεί ο υπουργός Οικονομικών μιας χώρας της G20… να πετάει τέτοια σκουπίδια; Αυτό φέρνει σε δύσκολη θέση την Τουρκία».
Πολλοί βλέπουν τα σχόλια του Νεμπάτι ως μέρος της ευρύτερης αντισυμβατικής προσέγγισης του Ερντογάν στα οικονομικά, με τον πρόεδρο να ασκεί επιρροή στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας και να την πιέζει να μειώσει τα επιτόκια τους τελευταίους μήνες, οδηγώντας σε δυσπιστία τους ξένους επενδυτές στην τουρκική οικονομία και συμβάλλοντας στην οικονομική της κρίση.
ΠΗΓΗ: Capital.gr