Είναι νόμος παλιός, σχεδόν όσο η γέννηση του μοντέρνου κράτους με τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς του, πως ο καλύτερος τρόπος για να περάσουν αντιδημοφιλή και αντιλαϊκά μέτρα είναι η εφαρμογή του καθ’ ημάς ρητού «στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται». Αμέτρητες κυβερνήσεις (κι η απτή απόδειξη είναι ό,τι γίνεται σήμερα) εκμεταλλεύονται κάθε είδους κρίση, αβεβιότητα, αναταραχή, ή ό,τι άλλο συσκοτίζει και σκεδάζει την κοινή γνώμη, για να περάσει μέτρα που αλλοιώτικά θα είχαν προκαλέσει σκεπτικισμό κι αντιδράσεις.
Η Περιφερειάρχης της Μαδρίτης και εκκολαπτόμενη ηγέτιδα του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ), Ισαβέλ Ντίαθ Αγιούσο, αποδεικνύεται επιμελής μαθήτρια των διάφορων τεχνικών χειραγωγίας στην πολιτική, παρουσιάζοντας αιφνιδιαστικά και χωρίς διαβούλευση στις 22 Δεκεμβρίου, εν μέσω της διάχυτης αμφιβολίας και του πυρέσσονος διαλόγου περί πανδημίας, μέτρων περιορισμού, τεστ, ελλείψεων στα νοσοκομεία κλπ το σχέδιό της για μία ανεξάρτητη -και κοινοβουλευτικά ανεξέλεγκτη- Υπηρεσία Συμβάσεων Υγείας της Περιφέρειας της Μαδρίτης. Ένα σχέδιο, που «όζει» από μακριά ότι αποτελεί έναν προάγγελο για την ποθεινή της ιδιωτικοποίηση της υγείας στη μεγαλύτερη Αυτόνομη Περιφέρεια της χώρας.
Το σχέδιο που παρουσίασε η τοπική κυβέρνηση -που χαίρει και την πλήρη στήριξη του ακροδεξιού Vox- είναι αριστοτεχνικά συντεταγμένο ώστε εκ προοιμίου κι επιφανειακά να αποσπά ευμενή αντιμετώπιση, ιδίως για όποιον επικροτεί την ύπαρξη μίας οντότητας που θα δύναται σε κρίσιμες ή έκτακτες περιστάσεις, όπως η ενεστώσα, να παρακάμπτει αγκυλώσεις –αν και όλοι γνωρίζουν πως η ίδια η Αγιούσο ευθύνεται γι’ αυτό και για τούτο βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τους εργαζομένους στον τομέα της Υγείας– και να δρα με ταχύτητα κι ευθυβολία ενάντια στις κρίσεις. Άλλωστε στη γενική διατύπωση της πρότασης, προβλέπεται ότι αυτός ο νεοσύστατος θεσμός «θα ενεργεί κατά τρόπο γενικό με βάση το ιδιωτικό δίκαιο» και θα «πραγματοποιεί σύναψη προμηθειών, αγαθών και υπηρεσιών που ζητεί η κεντρική διαχείριση στον τομέα της υγείας».
Μεταξύ των γενικών στόχων του περιλαμβάνονται «η προώθηση του εξορθολογισμού και της απλούστευσης στην επεξεργασία των φακέλων των συμβάσεων», η «επιτάχυνση στη διαχείρισης των προμηθειών» και η «πρόσβαση στην παγκόσμια αγορά προϊόντων, διαθέτοντας την ικανότητα να αγοράζει από το εξωτερικό υλικά που θεωρούνται, λόγω των περιστάσεων, κρίσιμα». Ο νέος αυτός οργανισμός θα χρηματοδοτηθεί από τον γενικό προϋπολογισμό της Περιφέρειας, αλλά θα είναι ευεπίφορος σε «δωρεές και όποιου άλλου είδους εθελοντική συνεισφορά από φορείς και ιδιώτες».
Πλήθος νομικές πηγές, κόμματα, η αντιπολίτευση στην τοπική Βουλή, όσο κι οι εργαζόμενοι στον τομέα Υγείας, βρίσκονται «επί ποδός πολέμου» κυρίως για δύο λόγους: ότι δεν ειδοποιήθηκαν για την πρόθεση της Αγιούσο, με αποτέλεσμα το κείμενο των 215 σελίδων –λόγω και της συνέργειας του Vox– θα εγκριθεί εν ριπή οφθαλμού και δεν θα έχουν χρόνο να παρουσιάσουν τα αντεπιχειρήματά τους. Και ιδιαίτερα, πως βάσει του καταστατικού του αυτό το νέο όργανο τίθεται έξω από παν κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Ακόμη και θετικά να τη δεις την εν λόγω πρωτοβουλία, όπως τονίζει η Μόνικα Γκαρθία, εκπρόσωπος της Más Madrid στη Βουλή της Μαδρίτης, που παραδέχεται ότι μπορεί να είναι ένα καλό μέτρο, αλλά αμφιβάλλει για την ειλικρίνεια των προθέσεων της Αγιούσο: «ακόμη και οι καλές ιδέες διατρέχουν τον κίνδυνο να διαστρεβλωθούν», επισημαίνοντας το «ένοχο» παρελθόν του ΡΡ, με τα τόσα σκάνδαλα. Πράγμα που εύλογα κάνεις και τον πλέον καλόπιστο παρατηρητή να «φοβάται ότι ο νέος φορέας για άλλη μία φορά θα δράσει ως ‘παράγκα του ΡΡ’ για γενίκευση των αδιαφανών προσλήψεων, της έλλειψης ανταγωνισμού και της διακριτικότητας». Και πίσω από τούτες τις αμφιβολίες, κι ιδίως εξαιτίας του κατεπείγοντος τρόπου και του βραχέως διαστήματος για διαβούλευση του κειμένου αναδύεται φυσικά η έντονη ανησυχία κι υποψία πως ο νέος Οργανισμός θα αποτελέσει τον Δούρειο Ίππο για την ουσιαστική θεσμοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων στο δημόσιο σύστημα υγείας της Μαδρίτης.
Όπως τονίζουν πολλοί ειδικοί του τομέα υγείας, μπορεί μεν ο νέος Οργανσμός «να μην είναι κακή ιδέα, αλλά το πρόβλημα είναι πως προβλέπει να συνάπτονται απευθείας συμβάσεις όχι μόνο σε υλικοτεχνική υποδομή κι αγαθά, αλλά και σε υπηρεσίες» για «ό,τι κανείς μπορεί να φαντασθεί, όπως νοσηλεία, χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία, γυναικολογική εξέταση… τα πάντα», όπως εξηγεί και ο Μαρθιάνο Σάντεσθ Μπάιλε, πρόεδρος της Ένωσης για την Προστασία της Δημόσιας Υγείας (ADSP) και πρώην επικεφαλής του τμήματος Παιδιατρικής στο Νοσοκομείο Niño Jesús.
Επιπλέον, όπως καταγγέλλει ο ίδιος, περιλαμβάνει τη δυνατότητα «σύστασης ή συμμετοχής στο κεφάλαιο κάθε είδους οντοτήτων που υιοθετούν τη μορφή εμπορικών εταιρειών», που για τον φορέα του σημαίνει πως ανοίγουν διάπλατα οι θύρες σε αυτόν τον φορέα για μεγαλύτερη παρουσία του ιδιωτικού φορέα, χωρίς να τίθεται περιορισμός ή όροι για τη συμμετοχή τους, αφού πλέον το τοπικό υπουργείο Υγείας μπορεί να χρηματοδοτεί ιδιωτικές εταιρείες με δημόσιο χρήμα και με τη μορφή των απ’ ευθείας συμβάσεων, εν κρυπτώ κι παραβύστω. Και για να μη μιλήσουμε για τη δυνατότητα που δίνεται στην Υπηρεσία να συμπράττει απευθείας και να προμηθεύεται από τη διεθνή αγορά, όταν αυτή ακριβώς η δυνατότητα οφείλει να την υλοποιεί το κράτος κι η κεντρική διοίκηση του εθνικού υπουργείου Υγείας κι όχι ένας ανεξάρτητος οργανισμός. Πλέον η Μαδρίτη βρίσκεται ένα βήμα πριν την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας υγείας της.
Βέβαια, η Αγιούσο στρατολογεί στα επιχειρήματά της για τη δημιουργία της νέας Υπηρεσίας, την εμπειρία από τους πρώτους μήνες της πανδημίας -που όπως όλοι γνωρίζουμε η ίδια «έλαμψε» δια της ανεπάρκειας κι επιπολαιότητας, διαπρέποντας ωστόσο στους πολιτικο-επικοινωνιακούς χειρισμούς χάριν της «ελευθερίας της μπύρας». Οι απευθείας αναθέσεις που είχε κάνει τότε με πρόφαση τις έκτακτες συνθήκες, είχαν προκαλέσει έκτακτες συνελεύσεις στην τοπική Βουλή με την αντιπολίτευση να κατηγορεί τον περιφερειακό υπουργό Οικονομικών Χαβιέρ Φερνάνδεθ -Λασκέτι για αδιαφάνεια στις συμβάσεις. Μάλιστα η σοσιαλιστική αντιπολίτευση είχε καυτηριάσει τις απ’ ευθείας αναθέσεις στην εταιρεία Artesolar, που εργάζεται ο αδελφός της Αγιούσο.
Στην αξιολογική έκθεση του νέου νομοσχεδίου αιτιολογείται ότι «η πανδημία έχει καταδείξει την ανάγκη να μπορεί η Περιφέρεια της Μαδρίτης, σε οποιαδήποτε κατάσταση καταστροφής, κρίσης ή έκτακτης ανάγκης, να είναι εξοπλισμένη με έναν ευέλικτο νομικό μηχανισμό. Που θα της επιτρέπει να βγει στις διεθνείς αγορές, προκειμένου να αποκτήσει εκείνα τα φάρμακα, προϊόντα, υπηρεσίες ή υγειονομικό εξοπλισμό, με γνώμονα την υγεία των ανθρώπων και τη διασφάλιση της διαχείρισης ενός στρατηγικού αποθέματος αγαθών, υπηρεσιών και προμηθειών». Και τονίζει πως «η νομική μορφή και το οικονομικό και δημοσιονομικό καθεστώς του νέου οργανισμού θα διατηρεί την αυστηρότητα στον έλεγχο των δημόσιων πόρων, παρέχοντας τη μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία στις διαδικασίες διαχείρισης, ώστε αυτή η νέα οντότητα να μπορεί μεν να ενεργεί με την ταχύτητα και την ευελιξία που θα χαρακτηρίζει το έργο της, αλλά με πλήρη υποταγή στην αρχή της νομιμότητας».
Βέβαια, η ρητή μη υπαγωγή του νέου οργάνου σε κοινοβουλευτικό έλεγχο και με τη διοίκησή του να διορίζεται απ’ ευθείας από την τοπική κυβέρνηση, λίγοι πιστεύουν ότι δεν θα μετατραπεί σε νέο δίαυλο για τη ροή παράνομων χρηματοδοτήσεων σε ιδιώτες και την υποκλοπή υπηρεσιών και πλούτου που ανήκουν στους Μαδριλένους. Έχοντας νωπά και τα προηγούμενα αμαρτήματα της Περιφέρειας, όπως στην «υπόθεση Λέθο», με τη δημιουργία γηπέδου γκολφ στη δημόσια έκταση Κανάλ ντε Ισάβελ ΙΙ, ένα σκάνδαλο ολκής που κατέληξε στα δικαστήρια για υπεξαίρεση δημοσίου πλούτου και γης, οι αμφιβολίες για το μέλλον και τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η νέα Υπηρεσία στη διαχείριση και την παροχή υγειονομικών υπηρεσιών στον λαό της Μαδρίτης είναι πέρα για πέρα δικαιολογημένες.