Τα καθιερωμένα «κάλαντα του… τρόμου και της συμφοράς» έψαλε για ακόμη μια χρονιά χθες το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός –WEF– και οι οικονομικές, πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ που το πλαισιώνουν.
Στην ετήσια παγκόσμια έκθεση-έρευνα για τους κινδύνους που απειλούν ανθρωπότητα και παγκόσμια οικονομία –Global Risks Report 2022– το WEF υπογράμμισε ότι οι πληγές που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού μεγάλωσαν ακόμη περισσότερο το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών, καθιστώντας δυσκολότερη την εξεύρεση ενός κοινού τόπου στον αγώνα απέναντι στο μεγαλύτερο κίνδυνο αυτής της δεκαετίας, την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας αυξάνουν τις ήδη υπάρχουσες πιέσεις –όπως η διεύρυνση των ψηφιακών κενών, της εκπαίδευσης και των κενών δεξιοτήτων– ενέχοντας τον κίνδυνο να διαχωρίσουν τον κόσμο σε δύο διαφορετικές πορείες.
Οι κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί κίνδυνοι έχουν επιδεινωθεί περαιτέρω από την έναρξη της πανδημίας, με τη «διάβρωση της κοινωνικής συνοχής» και τις «κρίσεις βιοπορισμού» να καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις. Άλλοι κίνδυνοι που διαπιστώθηκαν ότι έχουν επιδεινωθεί σημαντικά είναι επίσης οι «κρίσεις χρέους», οι «αποτυχίες στον κυβερνοχώρο», η «ψηφιακή ανισότητα» και η «αντίδραση κατά της επιστήμης».
Μόνο το 16% από τους αξιωματούχους κυβερνήσεων, επιχειρήσεων και ακαδημαϊκούς που συμμετείχαν στην έρευνα, δήλωσε αισιόδοξο για το μέλλον, ενώ μόλις ένα 11% εκτιμά ότι η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας θα επιταχυνθεί στην επόμενη τριετία. Αντίθετα, το 89% βλέπει τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές, από ασταθείς και διαλυτικές έως καταστροφικές. Η επόμενη τριετία θα χαρακτηριστεί από αστάθεια και κλυδωνισμούς και τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ των χαμένων και των κερδισμένων της πανδημίας.
Από τους πέντε σημαντικότερους κινδύνους που απειλούν τον κόσμο στην επόμενη διετία, περισσότερο ανησυχητικοί θεωρούνται από τους ερωτηθέντες της έρευνας η διάβρωση της κοινωνικής συνοχής, οι κρίσεις βιοπορισμού και η επιδείνωση της ψυχικής υγείας. Αυτές οι «κοινωνικές ουλές», σύμφωνα με το WEF, υποδαυλίζoυν τη χάραξη εθνικών πολιτικών, περιορίζουν το πολιτικό κεφάλαιο, την επικέντρωση των ηγετών και τη δημόσια στήριξη που απαιτείται για την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας απέναντι στις παγκόσμιες προκλήσεις.
Η υγεία του πλανήτη παραμένει μια συνεχής πηγή ανησυχίας. Οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι –ιδίως τα «ακραία καιρικά φαινόμενα» και η «αποτυχία της δράσης για το κλίμα»– αποτελούν κορυφαίους κινδύνους τόσο για τις βραχυπρόθεσμες όσο και τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προοπτικές. Μεσοπρόθεσμα, αναδύονται ακόμη και κάποιοι σημαντικοί οικονομικοί κίνδυνοι όπως οι κρίσεις χρέους και το σκάσιμο μιας σειράς από φούσκες σε αγορές περιουσιακών στοιχείων, σε μια περίοδο που οι κυβερνήσεις αγωνίζονται να εξισορροπήσουν τις δημοσιονομικές τους προτεραιότητες. Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι γεωπολιτικοί και τεχνολογικοί κίνδυνοι αποτελούν επίσης πηγή ανησυχίας. Μεταξύ αυτών και οι γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, γεωπολιτικές αμφισβητήσεις πόρων και η κυβερνοασφάλεια.
Πλέον, σημαντικότερους κινδύνους από άποψη σοβαρότητας, οι ερωτηθέντες θεωρούν τους περιβαλλοντικούς, που μπορούν να προκαλέσουν τη μεγαλύτερη ζημιά σε ανθρώπους και πλανήτη. Ακολουθούν οι κοινωνικές προκλήσεις, ενώ οι κρίσεις χρέους και οι γεωοικονομικές αντιπαραθέσεις βρίσκονται μεταξύ των 10 σημαντικότερων κινδύνων της επόμενης δεκαετίας.
Απέναντι σε αυτό το λίαν δυσμενές περιβάλλον, οι προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας για τον μετριασμό των κινδύνων κρίνονται απογοητευτικές. Η συνεργασία για τον μετριασμό των κινδύνων σε μια σειρά από τομείς διακυβέρνησης που αφορούν την τεχνητή νοημοσύνη, την εκμετάλλευση του Διαστήματος, τις διασυνοριακές κυβερνοεπιθέσεις και την παραπληροφόρηση, τη μετανάστευση και τους πρόσφυγες, για τους περισσότερους ερωτηθέντες δεν έχει καν ξεκινήσει.