Η δεύτερη μέρα των συνομιλιών «Δύσης»-Ρωσίας κατέδειξε την οριακότητα της κατάστασης σε ό, τι αφορά την παγκόσμια ειρήνη. Η κατάσταση είναι τόσο οριακή μάλιστα, ώστε τα συστημικά μέσα ενημέρωσης την κρύβουν με κάθε τρόπο. Δεν συμφέρει τις ολιγαρχίες να μάθουν οι πολίτες ότι κινδυνεύουν με μείζονα πόλεμο στην Ευρώπη ξανά, 80 περίπου χρόνια μετά τον προηγούμενο.
Οι ΗΠΑ απέρριψαν επί της αρχής τις βασικές προτάσεις της Ρωσίας, όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο. Μπορεί μεν σήμερα, η Ουκρανία να μην πληροί τα κριτήρια ένταξης στο ΝΑΤΟ (υπονοείται και ότι δεν «καίγεται» κανείς να την εντάξει), ωστόσο κάθε άλλο παρά αποκλείεται μια τέτοια κίνηση μελλοντικώς από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Επομένως, οι ΗΠΑ αρνούνται κάθε εγγύηση η οποία μπορεί έστω και κατά ένα μέρος να ικανοποιήσει την Μόσχα. Πολύ περισσότερο όταν ξαφνικά έχουμε και ζήτημα ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας.
Δυστυχώς, όλα αυτά ήταν απολύτως αναμενόμενα για λόγους τους οποίους αναλύσαμε σε προηγούμενα άρθρα. Αυτό το οποίο έχει μεγάλο ενδιαφέρον είναι η ΝΑΤΟϊκή στάση (βλ αμερικανική) όπως διατυπώθηκε από τον γενικό γραμματέα του στη συνέντευξη Τύπου. Και δεν αναφερόμαστε στα περί πιθανότητας ευρωπαϊκού πολέμου.
Ο γ.γ. του ΝΑΤΟ αρνήθηκε τα ρωσικά αιτήματα περί εγγυήσεων ασφαλείας που ζήτησε η ρωσική πλευρά. Πετάει το γάντι για κινήσεις στο πεδίο. Την ίδια στιγμή και ενώ θα ανέμενε κανείς μια δήλωση περί πραγματικής αποτροπής της (κατά το ΝΑΤΟ) ρωσικής επιθετικότητας, ξεκαθαρίζει ότι δεδομένου ότι η Ουκρανία δεν μετέχει στο ΝΑΤΟ δεν θα υπάρξει άμεση στρατιωτική συνδρομή. Κοινώς δεν θα πολεμήσει το ΝΑΤΟ για την Ουκρανία και με την Ουκρανία. Θα της πουλήσει όπλα (θα βγάλουν δηλαδή οι δυτικοί κι άλλα λεφτά από τους έρμους τους Ουκρανούς) και θα επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στην Ρωσία.
Από τη μια το ΝΑΤΟ ωθεί τη Ρωσία σε δράση στο έδαφος και από την άλλη δεν προτάσσει ουσιαστική αποτροπή. Το ερώτημα είναι γιατί.
Ενδεχομένως πρόκειται για ασταθή ενδο-δυτικό συμβιβασμό μεταξύ ψυχοπαθών γερακιών και ρεαλιστών- γερακιών. Πρόκληση της Ρωσίας να αντιδράσει στρατιωτικώς, χρησιμοποίηση ουσιαστικώς των Ουκρανών ως στρατιωτικών αντιπροσώπων των ΗΠΑ, περαιτέρω πίεση εις βάρος της Ρωσίας, όχι ανοιχτός, ολοκληρωτικός πόλεμος.
Το θέμα το οποίο προκύπτει είναι ότι όσο οι ΗΠΑ εμπλέκουν διαφόρους υπεργολάβους τους στα σχέδια τους και με δεδομένο τον διάτρητο χαρακτήρα των κέντρων λήψης αποφάσεων μέσα στην ίδια την Ουάσιγκτον, ως προς την επιρροή λογής λόμπι, οι ευμετάβλητοι και απρόβλεπτοι παράγοντες αυξάνουν. Μια γρήγορη και αποφασιστική ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία θα διασφαλίσει επαρκές άλλοθι μη παρέμβασης- με άμεσο στρατιωτικό τρόπο. Αντιθέτως, μια σύγκρουση η οποία θα τραβήξει σε μάκρος ή μια πιο επιθετική στάση της Πολωνίας για παράδειγμα, θα ανατρέψει τον εν λόγω σχεδιασμό.
Το πρόβλημα επιπλέον του ΝΑΤΟ είναι διπλό: στρατηγικά, σε τι ακριβώς θα βοηθήσει η περαιτέρω επέκτασή του προς Ανατολάς, πλην μιας τελικώς στρατιωτικής ασφυξίας της Ρωσίας με απόπειρα αλλαγής καθεστώτος, η οποία θα προκαλέσει, αν δεν είναι τάχιστη και απολύτως επιτυχημένη, ολοκληρωτικό πόλεμο;
Τακτικώς, ποια δύναμη ακριβώς μπορεί να κινητοποιήσει το ΝΑΤΟ, πλην των ΗΠΑ και της ξεδοντιασμένης, πρώην αυτοκρατορικής, Βρετανίας; Την Τουρκία; Ίσως. Ακόμα κι έτσι, οι δυνατότητες άμεσης αντίδρασης σε μια πιθανή στρατιωτική επέμβαση των Ρώσων στα δυτικά τους είναι περιορισμένες. Και αν δεν αντιδράσει κανείς άμεσα θα πρέπει να καταβάλλει πολλαπλάσιο κόστος σε ανθρώπινο αίμα προκειμένου να ανατρέψει μια ήδη διαμορφωμένη συνθήκη στο έδαφος.
Μπορεί να αντέξει το παρόν «δυτικό» πολιτικό τοπίο (και ειδικότερα στη Βρετανία και στις ΗΠΑ) τέτοιες θυσίες για χάρη της δυνατότητας ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ; Πολύ αμφίβολο.