Στις 4 Ιανουαρίου 2002, ο ταξίαρχος Μάικλ Λένερτ (Michael Lehnert) έλαβε μια επείγουσα εντολή. Θα έπαιρνε μια μικρή δύναμη πεζοναυτών και ναυτικών και θα έχτιζε ένα στρατόπεδο φυλακών στον στρατιωτικό θύλακα που διοικείται από τις ΗΠΑ στη νότια ακτή της Κούβας, τον Κόλπο του Γκουαντάναμο.
Ο Λένερτ είχε 96 ώρες για να κατασκευάσει τα πρώτα 100 κελιά, πάνω στην ώρα για το πρώτο αεροπλάνο με αιχμαλώτους που έφτανε από το πεδίο της μάχης στο Αφγανιστάν στις 11 Ιανουαρίου. Η δουλειά έγινε εγκαίρως: στήθηκε ένα πλέγμα από κλουβιά με αλυσίδες που περιβάλλονταν από συρματοπλέγματα και έξι πύργους φρουράς από κόντρα πλακέ επανδρωμένοι με ελεύθερους σκοπευτές. Υπήρχαν πέντε καλύβες χωρίς παράθυρα για ανακρίσεις. Ονομάστηκε στρατόπεδο X-Ray.
Το στρατόπεδο X-Ray χτίστηκε σε τρεις ημέρες, αλλά το εκτεταμένο στρατόπεδο φυλακών του Κόλπου του Γκουαντάναμο που αναπτύχθηκε γύρω από το στρατόπεδο X-Ray αποδείχθηκε πολύ δύσκολο να διαλυθεί. Περίπου 780 κρατούμενοι κρατήθηκαν εκεί τα τελευταία 20 χρόνια, πολλοί από αυτούς συνελήφθησαν αυθαίρετα στο πεδίο της μάχης. Μάλιστα, υπάρχει μια πανεπιστημιακή μελέτη, η οποία διαπίστωσε ότι το 55% των κρατουμένων στο Γκουαντάναμο δεν είχε διαπράξει εχθρικές ενέργειες εναντίον των ΗΠΑ ή των συμμάχων τους.
Τρεις από τους τέσσερις προηγούμενους προέδρους των ΗΠΑ (ο Ντόναλντ Τραμπ είναι η εξαίρεση) προσπάθησαν να το κλείσουν, αλλά 20 χρόνια μετά, εξακολουθεί να υπάρχει, μια «νομική ανωμαλία» και μια θηλιά στον λαιμό της παγκόσμιας φήμης της φιλελεύθερης Αμερικής.
Καθώς πλησίαζε η 20ή επέτειος, ο Λένερτ, πλέον συνταξιούχος, εμφανίστηκε σε ακρόαση της Γερουσίας και αναπολούσε μετανιωμένος. «Η ταχύτητα δημιουργίας του Γκουαντάναμο και η επείγουσα ανάγκη για απόκτηση πληροφοριών είχαν κακές συνέπειες», είπε ο Λένερτ στους γερουσιαστές. «Δεν είμαι δικηγόρος, αλλά ακόμα και εγώ γνωρίζω ότι όταν παραιτηθείς από γενιές νομικής σκέψης και νομικών προηγούμενων, μόνο άσχημα πράγματα μπορούν να συμβούν».
Ο Λένερτ ήταν μέρος μιας ομάδας στρατιωτικών αξιωματικών που προσπάθησαν να κάνουν το Γκουαντάναμο ένα συμβατικό στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου, που να υπόκειται στη Συνθήκη της Γενεύης, αλλά καταψηφίστηκε από τους ανωτέρους τους στο Πεντάγωνο, το οποίο είχε επιλέξει την τοποθεσία ακριβώς επειδή θα βρισκόταν μακριά από κάθε έννοια κράτους δικαίου. «Θυμάμαι να ακούω συνομιλίες ότι ήταν χρήσιμο να δημιουργηθεί μια εγκατάσταση για την κράτηση αιχμαλώτων τρομοκρατών στο Γκουαντάναμο, επειδή βασικά δεν υπήρχε σαφές νομικό πλαίσιο και αυτό θεωρήθηκε πλεονέκτημα», δήλωσε στον βρετανικό «Γκάρντιαν» (Guardian) ο Ντάνιελ Φριντ (Daniel Fried), διπλωμάτης καριέρας των ΗΠΑ που εργαζόταν στον Λευκό Οίκο υπό τον Τζορτζ Γουόκερ Μπους εκείνη την εποχή. «Αυτό που άκουγα συνέχεια εκείνες τις μέρες ήταν ότι είναι ένας ολοκαίνουργιος κόσμος όπου οι παλιοί κανόνες δεν ισχύουν. Αποδείχθηκε ότι ήταν ένα φρικτό λάθος», είπε.
Ήταν ένα δύσκολο λάθος για τις ΗΠΑ να διαγράψουν, όπως γνωρίζει από πρώτο χέρι ο Φριντ. Στην κυβέρνηση Ομπάμα, έγινε ειδικός απεσταλμένος για το κλείσιμο του Γκουαντάναμο. Είχε κάποια επιτυχία τον πρώτο χρόνο της κυβέρνησης στο να πείσει τις συμμαχικές κυβερνήσεις να δεχτούν τους κρατούμενους του Γκουαντάναμο και ο πληθυσμός του στρατοπέδου μειώθηκε στους 41, αλλά ο Μπαράκ Ομπάμα απέτυχε να εκπληρώσει τη δέσμευσή του να το κλείσει εντελώς. Η κυβέρνησή του εγκατέλειψε τις προσπάθειες να διενεργήσει δίκες στη Νέα Υόρκη και να τοποθετήσει τους μακροχρόνιους κρατούμενους σε μια άδεια φυλακή στο Ιλινόις εξαιτίας των πιέσεων που δέχτηκε από την τοπική αντιπολίτευση.
Ο Κόλπος του Γκουαντάναμο (γνωστός στον στρατό των ΗΠΑ με τη συντομογραφία του GTMO) είχε αφεθεί να θεριέψει. Οι συνθήκες έχουν κάπως βελτιωθεί: οι κρατούμενοι δεν βρίσκονται πλέον στην απομόνωση και κρατούνται σε κελιά με ψυγεία και κοινόχρηστα ντουλάπια, αλλά το γεγονός της κράτησης χωρίς δίκη παραμένει σταθερό. Στα 20 χρόνια της ύπαρξής του, μόνο 12 κρατούμενοι έχουν κατηγορηθεί και μόνο δύο έχουν καταδικαστεί από τις στρατιωτικές επιτροπές.
Η δίκη των πέντε κατηγορουμένων για άμεση συμμετοχή στη συνωμοσία της 11ης Σεπτεμβρίου, συμπεριλαμβανομένου του υποτιθέμενου εγκεφάλου της, Χαλίντ Σεΐχ Μοχάμεντ (Khalid Sheikh Mohammed), δεν έχει καν ξεκινήσει. Μπαίνουν στο 10ο έτος της προανάκρισης. Στην άλλη άκρη της κλίμακας, 13 κρατούμενοι «χαμηλής αξίας» έχουν εκκαθαριστεί για μεταγωγή, σε ορισμένες περιπτώσεις πριν από πολλά χρόνια. Ο Ταουφίκ αλ-Μπιχάνι (Tawfiq al-Bihani), πολίτης της Υεμένης που συνελήφθη στο Ιράν το 2001, προτάθηκε για επαναπατρισμό το 2010. Όμως, όλοι οι άλλοι σαν αυτόν, λόγω της αντίθεσης των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο, της γραφειοκρατικής αδράνειας και της δυσκολίας να βρουν χώρες πρόθυμες να τους δεχτούν, έχουν ξεμείνει στο νησί.
Προεδρεύοντας της ακρόασης της δικαστικής επιτροπής του περασμένου μήνα, ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ντικ Ντάρμπιν (Dick Durbin) σημείωσε: «Μια γενιά σύγκρουσης έχει έρθει και παρέλθει, αλλά το κέντρο κράτησης του Γκουαντάναμο είναι ακόμα ανοιχτό και κάθε μέρα που παραμένει ανοιχτό αποτελεί προσβολή για το δικαστικό μας σύστημα και το κράτος δικαίου. Είναι εκεί που η νόμιμη οδός καταλήγει για να πεθάνει», είπε ο Ντάρμπιν για το Γκουαντάναμο.
Είναι επίσης εκεί όπου ένας αυξανόμενος αριθμός κρατουμένων μπορεί να βάλει τέλος στη ζωή του. Τα τελευταία 20 χρόνια, εννέα τρόφιμοι έχασαν τη ζωή τους στο στρατόπεδο, με επτά από αυτούς να φέρονται πως κατέληξαν ως αυτόχειρες. Ένας από αυτούς ήταν ο Γιάσερ Ταλάλ Αλ Ζαχράνι (Yasser Talal Al Zahrani), ένας Σαουδάραβας έφηβος που συνελήφθη στο Αφγανιστάν το 2002, και βρέθηκε νεκρός στο κελί του τέσσερα χρόνια αργότερα. Η οικογένειά του επιμένει ότι δεν αυτοκτόνησε.
«Πολλοί άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν τη σοβαρότητα της φυλάκισης στο GTMO», είπε ο Ομάρ Ντεγκαγές (Omar Deghayes), Λίβυος πολίτης και κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος πέρασε πέντε χρόνια εκεί χωρίς να του έχει απαγγελθεί ούτε μία κατηγορία. Σήμερα είναι τυφλός από το ένα μάτι μετά από επίθεση που δέχθηκε από έναν Αμερικανό φρουρό. «Δεν είναι όπως το φαντάζονται οι άνθρωποι. Είναι χειρότερο», είπε ο Ντεγκαγές. «Δεν καταλαβαίνω γιατί το GTMO είναι ανοιχτό ενώ τελείωσε ο πόλεμος στο Αφγανιστάν. Δικάστε τους ανθρώπους, αφήστε τους να δουν τα στοιχεία και να εκπροσωπήσουν τους εαυτούς τους ή αφήστε τους ελεύθερους».
Όσο περνά ο καιρός, περισσότεροι κρατούμενοι έρχονται αντιμέτωποι στο Γκουαντάναμο με τον θάνατο από φυσικά αίτια. Θα γίνεται όλο και περισσότερο ένας πολύ ακριβός, αλλά πολύ υποτυπώδης, οίκος ευγηρίας στην Καραϊβική. Το Πεντάγωνο ζήτησε 88 εκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή ενός ξενώνα για ηλικιωμένους κρατούμενους, ανέφεραν σε δημοσίευμά τους οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» (New York Times). Το στρατόπεδο φυλακών κοστίζει ήδη πάνω από μισό δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως, δηλαδή σχεδόν 14 εκατομμύρια δολάρια ανά κρατούμενο, σε σύγκριση με περίπου 80.000 δολάρια για έναν κρατούμενο στις φυλακές υψίστης ασφαλείας «supermax» των ΗΠΑ.
Ο Τζο Μπάιντεν, όπως και ο Ομπάμα, έχει δεσμευτεί να κλείσει το στρατόπεδο, αλλά μέχρι στιγμής έχει μόνο μειώσει τον πληθυσμό των φυλακών κατά ένα άτομο. Ο Αμπντούλ Λατίφ Νάσερ, Μαροκινός αιχμάλωτος στο Αφγανιστάν, επέστρεψε στην πατρίδα του τον περασμένο Ιούλιο, μετά από 19 χρόνια κράτηση χωρίς κατηγορία. Βρισκόταν κοντά στην αποφυλάκισή του το 2016, αλλά τα απαιτούμενα έγγραφα δεν συγκεντρώθηκαν εγκαίρως πριν η κυβέρνηση Τραμπ αναλάβει τα καθήκοντά της. Όλες οι εργασίες για τις αποφυλακίσεις σταμάτησαν επί Τραμπ και ο Νάσερ έπρεπε να περιμένει σχεδόν άλλα πέντε χρόνια.
Ο δικηγόρος του, Τόμας Ντάρκιν, αμφιβάλλει ότι η απελευθέρωση του Νάσερ είναι μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου της διοίκησης για το κλείσιμο της φυλακής. «Δεν είμαι σίγουρος ποια είναι η στρατηγική τους», είπε ο Ντάρκιν. «Λένε ότι θέλουν να κλείσουν το Γκουαντάναμο, αλλά φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα που είχε ο Ομπάμα… Το Γκουαντάναμο έχει αποκτήσει τη δική του ζωή. Είναι μια τεράστια πολιτική θηλιά στο λαιμό των ΗΠΑ και ειλικρινά ο Ομπάμα τα θαλάσσωσε».
Το 2010, ένα Κογκρέσο υπό την ηγεσία των Ρεπουμπλικανών ενέκρινε νομοσχέδιο για τις αμυντικές δαπάνες που περιελάμβανε ρήτρες που αποσκοπούσαν στην αποτροπή μεταφοράς κρατουμένων στις ΗΠΑ και στην επιβολή περιορισμών στις μεταγωγές από το Γκουαντάναμο. Οι περιορισμοί αυτοί ανανεώνονται και προσαρμόζονται κάθε χρόνο έκτοτε. Οι επικριτές του Μπάιντεν ισχυρίζονται ότι ο Δημοκρατικός πρόεδρος χρησιμοποιεί το Κογκρέσο ως δικαιολογία για την κωλυσιεργία του. Επισημαίνουν ότι δεν έχει διορίσει ειδικό απεσταλμένο και ότι η κυβέρνησή του έχει απορρίψει όλες τις προσκλήσεις να στείλει αξιωματούχους στην ακρόαση της Γερουσίας για το Γκουαντάναμο.
Ο υψηλόβαθμος Ρεπουμπλικανός στη δικαστική επιτροπή της Γερουσίας, Τσακ Γκράσλεϊ, χλεύασε την ομάδα Μπάιντεν, λέγοντας: «Κανείς από την κυβέρνηση δεν ήρθε να υπερασπιστεί το σχέδιο του Προέδρου να κλείσει το Γκουαντάναμο και δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχει σχέδιο».
Αξιωματούχοι της κυβέρνησης επιμένουν ότι πολλές από τις βάσεις για την εκκένωση του στρατοπέδου γίνονται παρασκηνιακά χωρίς φανφάρες και ότι με έναν σχετικά μικρό αριθμό κρατουμένων που απομένουν, δεν ήταν πλέον απαραίτητος ένας ειδικός απεσταλμένος. «Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στελεχώνει μια ομάδα αξιωματικών στο γραφείο του για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας που επικεντρώνεται στις μεταγωγές στο Γκουαντάναμο και σε συναφή ζητήματα», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της σημερινής κυβέρνησης των ΗΠΑ. «Το τμήμα δεσμεύεται να διασφαλίσει ότι μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις ανάγκες αυτής της αποστολής που αποτελεί προτεραιότητα. Με μόνο 39 κρατούμενους να απομένουν, αντιμετωπίζουμε ένα πολύ διαφορετικό τοπίο τώρα».
Αυτό που δεν έχει αλλάξει σε αυτό το τοπίο είναι η σθεναρή αντίθεση των Ρεπουμπλικανών σε οποιαδήποτε κίνηση προς το κλείσιμο του στρατοπέδου. Οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου, οι οποίοι υποστήριξαν τις μεταγωγές υπό την κυβέρνηση Μπους, παρουσιάζουν ξανά τώρα όλους τους κρατούμενους του Γκουαντάναμο, από τους κατηγορούμενους για την 11η Σεπτεμβρίου έως αυτούς που αποφυλακίστηκαν πριν από χρόνια, ως «τρομοκράτες».
Στην ακρόαση του Δεκεμβρίου, ο γερουσιαστής Τσακ Γκράσλι (Chuck Grassley) επικαλέστηκε ότι τα «πάνω από 4.000 μέλη του αμερικανικού στρατού έδωσαν τη ζωή τους σε έναν πόλεμο κατά της τρομοκρατίας στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Οι βετεράνοι αυτών των πολέμων θυσιάστηκαν για να προστατεύσουν τους Αμερικανούς από τρομοκράτες, όπως αυτοί στον Κόλπο του Γκουαντάναμο», είπε ο Γκράσλι.
Απέναντι σε αυτήν την απολυταρχική στάση, η Χίνα Σαμσί (Hina Shamsi), διευθύντρια της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών, υποστηρίζει ότι η καλύτερη στρατηγική θα ήταν η αμερικανική κυβέρνηση να εγκαταλείψει την αντίθεσή της σε υποθέσεις «habeas corpus» και να επιτρέψει στα δικαστήρια να διατάξουν μεταγωγές κρατουμένων. Αυτές, προσθέτει, θα μπορούσαν να γίνουν «υπεύθυνα, νόμιμα και με ασφάλεια».
«Με μεταγωγές που έχουν διαταχθεί από το δικαστήριο, δεν υπάρχουν απαιτήσεις ειδοποίησης από το Κογκρέσο», τόνισε η διευθύντρια της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών. Όσο για εκείνους τους κρατούμενους που τους έχουν απαγγελθεί κατηγορίες, υποστήριξε ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να επιδιώξει δικαστικούς διακανονισμούς, οι οποίοι θα συνεπάγονταν, μεταξύ άλλων συμβιβασμών, όπως την αφαίρεση της θανατικής ποινής από το τραπέζι.
Η πολιτική θύελλα που θα μπορούσε να ξεσπάσει σε σχέση με οποιαδήποτε συμφωνία για τη διευθέτηση του καθεστώτος των κρατουμένων στο Γκουαντάναμο θα ήταν εκρηκτική και «βούτυρο στο ψωμί» των Ρεπουμπλικανών για την παρουσίαση του Μπάιντεν ως αδύναμου απέναντι στους δήθεν εχθρούς της Αμερικής. Ο Μπέρναρντ Χάρκορτ, καθηγητής Νομικής, που εκπροσώπησε τον Αμπντούλ Λατίφ Νάσερ, πιστεύει ότι η κατάσταση για τον Μπάιντεν δεν πρόκειται να βελτιωθεί. «Αυτά είναι αγκάθια που πρέπει να βγουν αμέσως», είπε ο Χάρκορτ αλλά πρόσθεσε:
«Με τις ενδιάμεσες και προεδρικές εκλογές στον ορίζοντα, η πίεση για το όνειδος του Γκουαντάναμο δεν πρόκειται να εκτονωθεί. Απλώς θα χειροτερέψει».
Πηγή: The Guardian, Επιμέλεια κειμένου: Μάνος Βεντούρας